Έρευνα του Πανεπιστήμιο East Anglia της Βρετανίας και του ΕΚΠΑ λύνει το μυστήριο των περίτεχνων αρχαίων κατασκευών στην περιοχή Αλικανά Ζακύνθου, όπου πριν χρόνια εντοπίστηκε νέα αρχαιολογική θέση με εκτεταμένα βυθισμένα κατάλοιπα, που εκτείνονται σε βάθος από δύο έως πέντε μέτρα.
Έρευνα του Πανεπιστήμιο East Anglia της Βρετανίας και του ΕΚΠΑ λύνει το μυστήριο των περίτεχνων αρχαίων κατασκευών στην περιοχή Αλικανά Ζακύνθου, όπου πριν χρόνια εντοπίστηκε νέα αρχαιολογική θέση με εκτεταμένα βυθισμένα κατάλοιπα, που εκτείνονται σε βάθος από δύο έως πέντε μέτρα.
Αυτό που πολλοί νόμιζαν - ή ήλπιζαν - ότι είναι μια βυθισμένη πόλη, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα περίεργο γεωλογικό και βιολογικό φαινόμενο. Σχηματισμοί που δημιουργήθηκαν πριν από τρία έως πέντε εκατομμύρια χρόνια με τη βοήθεια ενός αρχαίου «πολιτισμού»...υποθαλάσσιων μικροβίων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Καθηγητή γεωχημείας Julian Andrews της Σχολής Περιβαλλοντικών Επιστημών του βρετανικού Πανεπιστημίου East Anglia, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό θαλάσσιας γεωλογίας «Marine and Petroleum Geology». Στην έρευνα συμμετείχαν και επιστήμονες του Πανεπιστημίου Αθηνών με επικεφαλής τον Καθηγητή Μιχάλη Σταματάκη από το Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ).
Η «βυθισμένη πόλη» είχε ανακαλυφθεί πριν λίγα χρόνια από δύτες, οι οποίοι είδαν «κατασκευές» που θύμιζαν βάσεις κιόνων, πεζοδρόμια, αυλές κ.ά., ωστόσο κατοπινή αυτοψία που έκαναν αρχαιολόγοι της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων δεν έδειξε ίχνη κάποιου αρχαίου οικισμού, καθώς δεν βρέθηκαν κεραμικά ή νομίσματα.
Οι επιστήμονες συνέλεξαν δείγματα από τον βυθό και τα μελέτησαν με διάφορες τεχνικές (μικροσκόπια, ακτίνες-Χ, γεωχημικές αναλύσεις κ.ά.). Η εκτίμησή τους είναι ότι τα «ερείπια» είναι απολιθωμένα απομεινάρια ενός φυσικού υδραυλικού συστήματος, που υπήρχε κάποτε κάτω από τον βυθό και το οποίο επέτρεπε στο μεθάνιο και σε άλλους υδρογονάνθρακες να δραπετεύουν στο νερό.
Στη συνέχεια, μικρόβια χρησιμοποιούσαν τον άνθρακα του μεθανίου και των άλλων υδρογονανθράκων ως «καύσιμο» για να σχηματίσουν ένα είδος φυσικού τσιμέντου γύρω από τους γεωλογικούς σχηματισμούς από δολομίτη. Η σταδιακή διάβρωση έδωσε το τελικό σχήμα στους σχηματισμούς αυτούς, που μοιάζουν με ανθρώπινο έργο, αλλά δεν είναι.
Όπως ανέφερε ο Καθηγητής Julian Andrews, μπορεί να μην πρόκειται για μια αρχαία πόλη, όμως το γεωλογικό αυτό φαινόμενο είναι σπάνιο σε ρηχά νερά, καθώς κάτι ανάλογο συνήθως έχει εντοπισθεί σε βάθη εκατοντάδων ή και χιλιάδων μέτρων, π.χ. στη Βόρεια Θάλασσα.
Αναμένονται εκτεταμένες έρευνες στην αποτύπωση του αρχαιολογικού χώρου, που θα μας δώσουν νέα σημαντικά δεδομένα για την τοπογραφία και την ιστορία της αρχαίας Ζακύνθου.
naftemporiki.gr