Πριν από δύο χρόνια κατάφερε κάτι που για την Ελλάδα φαντάζει ακόμη άπιαστο όνειρο: Η Πορτογαλία ξέφυγε από τον εφιάλτη του μνημονίου, ολοκληρώνοντας τον Μάιο του 2014 το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, έχοντας ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών και έχοντας αφήσει οριστικά πίσω της την κρίση χρέους, γράφει η Αγγελική Κοτσοβού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Πριν από δύο χρόνια κατάφερε κάτι που για την Ελλάδα φαντάζει ακόμη άπιαστο όνειρο: Η Πορτογαλία ξέφυγε από τον εφιάλτη του μνημονίου, ολοκληρώνοντας τον Μάιο του 2014 το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, έχοντας ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών και έχοντας αφήσει οριστικά πίσω της την κρίση χρέους.
Ή μήπως όχι; Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα θα κρίνει όχι μόνο το μέλλον της Λισαβόνας, αλλά και ολόκληρης της Ευρωζώνης. Και η τύχη της χώρας κρίνεται, για μία ακόμη φορά, από τους οίκους αξιολόγησης. Ο οίκος DBRS θα αποφασίσει αύριο εάν η Πορτογαλία αξίζει να παραμείνει στην κατηγορία υψηλής επενδυτικής διαβάθμισης (investment-grade) ή πρέπει να μεταφερθεί στην κατηγορία των «σκουπιδιών», εκεί όπου την κατατάσσουν οι υπόλοιποι οίκοι.
Εάν ο DBRS δώσει τη χαριστική βολή, υποβαθμίζοντας την Πορτογαλία, τότε αυτομάτως καθιστά τα πορτογαλικά ομόλογα μη επιλέξιμα για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Χάρη στην ΕΚΤ και στις αγορές κρατικού χρέους, το κόστος δανεισμού για τη Λισαβόνα έχει υποχωρήσει κοντά στο 3%, ενώ για την Ελλάδα -που βρίσκεται στο τρίτο μνημόνιο και αγωνίζεται να κλείσει την πρώτη αξιολόγηση- το αντίστοιχο κόστος πλησιάζει το 9%.
Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται αυτή τη στιγμή η Ευρώπη είναι να προστεθεί μια νέα εστία κρίσης, τη στιγμή που βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με πολλαπλά και επικίνδυνα «μέτωπα»: Το προσφυγικό έχει ήδη διχάσει τις χώρες-μέλη, οι Βρετανοί τον Ιούνιο αποφασίζουν εάν θέλουν να παραμείνουν εντός ή εκτός της ευρωπαϊκής οικογένειας, ενώ η «οδύσσεια» της Ελλάδας συνεχίζεται επί έκτη διαδοχική χρονιά.
Ο DBRS μπορεί, τελικά, να μην υποβαθμίσει την Πορτογαλία, αν και υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες εξαιτίας του υψηλού χρέους και της υποτονικής ανάπτυξης. Εάν, τελικά, διαψεύσει τις προσδοκίες, προσθέτει ακόμη μία πρόκληση στον ήδη δύσκολο δρόμο που έχει μπροστά της η δοκιμαζόμενη Ευρώπη.