Η κεντρική επιδίωξη στην Ουάσιγκτον, στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ, ήταν η έναρξη των άτυπων διαπραγματεύσεων για την πολυπόθητη διευθέτηση του ελληνικού χρέους, το οποίο σήμερα δεν είναι βιώσιμο. Κάνοντας «ταμείο» στη λήξη των επίσημων και ανεπίσημων επαφών, διαπιστώνει κανείς πως η ελληνική αντιπροσωπεία επιστρέφει έχοντας στις αποσκευές της πιέσεις και μια «ρήτρα» για νέα μέτρα, ενώ αμφίβολα είναι τα κέρδη για το χρέος, γράφει ο Πάνος Φ. Κακούρης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]
Η κεντρική επιδίωξη στην Ουάσιγκτον, στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ, ήταν η έναρξη των άτυπων διαπραγματεύσεων για την πολυπόθητη διευθέτηση του ελληνικού χρέους, το οποίο σήμερα δεν είναι βιώσιμο. Κάνοντας «ταμείο» στη λήξη των επίσημων και ανεπίσημων επαφών, διαπιστώνει κανείς πως η ελληνική αντιπροσωπεία επιστρέφει έχοντας στις αποσκευές της πιέσεις και μια «ρήτρα» για νέα μέτρα, ενώ αμφίβολα είναι τα κέρδη για το χρέος.
Η υπόθεση του χρέους επισκιάστηκε από την επιμονή των στελεχών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τη λήψη πρόσθετων μέτρων, ύψους περίπου 3 δισ. ευρώ -πέραν των 5,4 δισ. ευρώ- ώστε να προκύψει το 2018 πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ. Το παζλ της διαπραγμάτευσης είναι σαφές. Η ελληνική πλευρά ζητεί την εφαρμογή της συμφωνίας του καλοκαιριού, δηλαδή να λάβει μέτρα ύψους 5,4 δισ. ευρώ και να ελαφρυνθεί το χρέος. Ο ευρωπαϊκός άξονας των δανειστών φέρεται να συμφωνεί, αλλά η Γερμανία θεωρεί ότι δεν είναι του παρόντος η διευθέτηση του χρέους. Το ΔΝΤ θέτει όρους για να συμμετάσχει στο πρόγραμμα. Εκτιμά πως το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 δεν βγαίνει με τα μέτρα των 5,4 δισ. ευρώ, αλλά με παρεμβάσεις 8,1 δισ. ευρώ και εάν τα μέτρα είναι λιγότερα, τότε η διαφορά θα πρέπει να καλυφθεί από τη διευθέτηση του χρέους.
Οι Γερμανοί και οι χώρες που επηρεάζουν, θέλουν οπωσδήποτε το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, όχι για τα κεφάλαια που θα συνεισφέρει αλλά ως επιτηρητή. Αρνητική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός πως στην Ουάσιγκτον το τελευταίο τετραήμερο δεν έγινε καμία πρόοδος σε όλα τα παραπάνω, αφού απλά επαναβεβαιώθηκαν οι θέσεις όλων των πλευρών. Προέκυψε και ένα νέο στοιχείο, που αφορά μια πρόταση των δανειστών να νομοθετηθούν τα επιπλέον μέτρα που ζητά το ΔΝΤ, αλλά να μείνουν «παγωμένα» και να εφαρμοστούν μόνο εάν διαπιστωθεί στην πορεία πως ο στόχος του πλεονάσματος δεν προσεγγίζεται. Δηλαδή να νομοθετηθεί η αύξηση του ΦΠΑ από το 23% στο 24% και να εφαρμοστεί άμεσα, αλλά και να νομοθετηθεί παράλληλα η αύξησή του π.χ. στο 26%, η οποία θα εφαρμοστεί σε περίπτωση αποκλίσεων ή να νομοθετηθούν προκαταβολικά αυξήσεις σε άλλους φόρους. Προφανώς δεν πρόκειται για καμιά σοβαρή πρόταση, αλλά τα σοβαρά πράγματα σπανίζουν την τελευταία εξαετία.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η πρόοδος της αξιολόγησης στις ΗΠΑ δεν ήταν αυτή που αναμενόταν -εκτός κι αν σημειώθηκε κάποια πρόοδος πίσω από τις κλειστές πόρτες των διαβουλεύσεων- και η έκβαση της διαπραγμάτευσης μέχρι το Eurogroup της Παρασκευής ή το Πάσχα εξακολουθεί να είναι αμφίβολη, και κατά συνέπεια αβέβαιη είναι και η προσδοκώμενη ανάσταση της οικονομίας.