Ένας από τους κύριους λόγους εξαφάνισης των άγριων ζώων είναι η απώλεια των ενδιαιτημάτων τους. Ωστόσο οι τίγρεις, ένα από τα πλέον απειλούμενα είδη στον κόσμο, είναι σε θέση έως και να διπλασιαστούν ως το 2022, σύμφωνα με μία νέα μελέτη που αξιολογεί ότι υπάρχουν αρκετά δάση ως πιθανοί νέοι βιότοποι.
Ένας από τους κύριους λόγους εξαφάνισης των άγριων ζώων είναι η απώλεια των ενδιαιτημάτων τους. Ωστόσο οι τίγρεις, ένα από τα πλέον απειλούμενα είδη στον κόσμο, είναι σε θέση έως και να διπλασιαστούν ως το 2022, σύμφωνα με μία νέα μελέτη που αξιολογεί ότι υπάρχουν αρκετά δάση ως πιθανοί νέοι βιότοποι.
Εκτιμάται ότι σήμερα απομένουν μόνο 3.200 τίγρεις στην άγρια φύση, με τον πληθυσμό τους να σημειώνει δραματική πτώση 97% σε διάστημα μόλις δέκα ετών. Αυτό ώθησε τους ηγέτες από 13 χώρες της Ασίας, όπου ζουν κυρίως οι τίγρεις, να λάβουν μέτρα για την αύξηση του πληθυσμού τους. Για να συμβεί αυτό, πρέπει πρώτα να βρεθούν οι κατάλληλοι νέοι βιότοποι.
Οι ερευνητές εξέτασαν 76 τοποθεσίες σε δάση και το ρυθμό καταστροφής τους σε 13 χώρες από το 2001 έως το 2014, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων δορυφορικές εικόνες. Η απώλεια των ενδιαιτημάτων σε αυτή την περίοδο ήταν 7,7%, χαμηλότερη από ό,τι αναμενόταν. Πολλοί από τους βιότοπους δε σημείωσαν σημαντικές αλλαγές, αλλά δέκα από αυτούς εξαλείφθηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά. Η μεγαλύτερη απώλεια ενδιαιτημάτων σημειώθηκε στα δάση που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή φοινικελαίου.
Από τις 76 τοποθεσίες που παρατηρήθηκαν, μόνο οι 29 θεωρήθηκαν ιδανικές για την προστασία και τον πολλαπλασιασμό των τίγρεων, αλλά είναι αρκετές για να επιτρέψουν στις τίγρεις να διπλασιαστούν σε αριθμό έως το 2022..
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι ο πληθυσμός θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμα και κατά τρεις φορές μέσα σε 20 χρόνια, αν δεν υπάρξει περαιτέρω απώλεια δασών. Ωστόσο, δεδομένης της εκβιομηχάνισης της νότιας Ασίας, η εκτίμηση αυτή είναι μάλλον υπερβολικά φιλόδοξη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ινδία, ο πληθυσμός των τίγρεων αυξήθηκε κατά 30% σε ένα διάστημα μόλις τριών ετών, από 1.706 το 2011, σε 2.226 το 2014. Η ελπιδοφόρα αυτή αύξηση οφείλεται στις προσπάθειες για τον περιορισμό της λαθροθηρίας και τον προσεκτικό σχεδιασμό της αλληλεπίδρασης ανθρώπων και τίγρεων, περιορίζοντας την καταπάτηση των ενδιαιτημάτων των τελευταίων.