Συνταγματική και σύμφωνη με τους ευρωπαϊκούς νομοθετικούς κανόνες έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 660/2016 απόφασή του την κατάργηση χορήγησης των επικουρικών συνδικαλιστικών συντάξεων που έγινε από την 1η Ιανουαρίου 2013 με το νόμο 4093/2012 και απόφαση του τότε υπουργού Εργασίας.
Συνταγματική και σύμφωνη με τους ευρωπαϊκούς νομοθετικούς κανόνες έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 660/2016 απόφασή του την κατάργηση χορήγησης των επικουρικών συνδικαλιστικών συντάξεων που έγινε από την 1η Ιανουαρίου 2013 με το νόμο 4093/2012 και απόφαση του τότε υπουργού Εργασίας.
Ειδικότερα, στο ΣτΕ είχαν προσφύγει 11 συνδικαλιστικά στελέχη κατά του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (Ε.Τ.Ε.Α.) και ζητούσαν να κριθεί αντισυνταγματική, αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κ.λπ., η περικοπή της επικουρικής συνδικαλιστικής σύνταξης η οποία έγινε κατ’ επιταγήν του νόμου 4093/2012 που αφορά την «έγκριση μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2013−2016 − Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2013−2016».
Η χορήγηση των συνδικαλιστικών συντάξεων γινόταν σε συνδικαλιστικά στελέχη, που διετέλεσαν πρόεδροι, γενικοί γραμματείς πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων, καθώς και μέλη της διοίκησης της ΓΣΕΕ, ξεκίνησε το 1937 με τον αναγκαστικό νόμο 971/1937 και με απόφαση του υπουργού Εργασίας του 1951.
Την σύνταξη ελάμβαναν οι πρόεδροι και γενικοί γραμματείς πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων συνδικαλιστών οργανώσεων, καθώς και τα μέλη της διοίκησης της ΓΣΕΕ. Το 1999 επήλθε συγχώνευση Ταμείων και μετά την εφαρμογή του νόμου 2676/1999 τα συνδικαλιστικά στελέχη ελάμβαναν μόνο την επίμαχη επικουρική σύνταξη, η οποία κατ' ανώτατο όριο έφθανε τα 500 - 600 ευρώ. Όμως, την 1η Ιανουαρίου 2013 με απόφαση του υπουργού Εργασίας καταργήθηκε η παροχή της επίμαχης επικουρικής σύνταξης.
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ, απέρριψε την προσφυγή των 11 συνδικαλιστών και όπως αναφέρεται στην απόφαση, ορισμένοι από τους 11 ελάμβαναν δύο συντάξεις, μία λόγω της απασχόλησής τους κατά το παρελθόν και μια δεύτερη λόγω της συνδικαλιστικής τους ιδιότητας.
Στην δικαστική απόφαση αναφέρεται ότι «η διακοπή καταβολής των ως άνω συντάξεων των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων, μειώνει μεν το ύψος του εισοδήματος των δικαιούχων αυτών από συντάξεις, δεν θίγει όμως τον πυρήνα του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, διότι οι δικαιούχοι αυτών εξακολουθούν να λαμβάνουν συνταξιοδοτικές παροχές λόγω απασχολήσεως».
Ακόμη, το ΣτΕ αναφέρει ότι η νομοθετική διάταξη που επέβαλε την περικοπή των επικουρικών συνδικαλιστικών συντάξεων, απέβλεψε σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος συνίσταται πρωτίστως στον εξορθολογισμό του ασφαλιστικού συστήματος και δευτερευόντως στην εξοικονόμηση πόρων.
Σύμφωνα με το ΣτΕ, η νομοθετική ρύθμιση που σταμάτησε την παροχή της επικουρικής σύνταξης στους συνδικαλιστές, δεν παραβιάζει:
1) την αρχή της αναλογικότητας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 25 του Συντάγματος,
2) το άρθρο 22 του Συντάγματος που προβλέπει τη μέριμνα του κράτους για την κοινωνική ασφάλιση,
3) την αρχή του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η οποία πηγάζει από το άρθρο 2 του Συντάγματος,
4) την συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντάγματος) που προβλέπει την ομοιόμορφή μεταχείριση προσώπων,
5) τη Διεθνή Σύμβαση «περί του Ευρωπαϊκού Κώδικος Κοινωνικής Ασφάλειας», που είχε υπογραφεί στο Στρασβούργο στις 16.4.1964,
6) τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη,
7) το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και
8) το άρθρο 1 του Πρώτου Πρoσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ με το οποίο κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας.