Η παράμετρος του χρέους σχεδόν μονοπωλούσε την ατζέντα της κυβέρνησης, από την περίοδο που ήταν στην αντιπολίτευση, πόσω μάλλον σήμερα που αποκτά και χαρακτηριστικά πολιτικής της διάσωσης, με την προσδοκία ότι θα χρυσώσει το χάπι της μετατόπισης από τη 13η σύνταξη και το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης στην περαιτέρω μείωση των συντάξεων και στη νέα αύξηση των φόρων, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Η παράμετρος του χρέους σχεδόν μονοπωλούσε την ατζέντα της κυβέρνησης, από την περίοδο που ήταν στην αντιπολίτευση, πόσω μάλλον σήμερα που αποκτά και χαρακτηριστικά πολιτικής της διάσωσης, με την προσδοκία ότι θα χρυσώσει το χάπι της μετατόπισης από τη 13η σύνταξη και το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης στην περαιτέρω μείωση των συντάξεων και στη νέα αύξηση των φόρων.
Η κυβέρνηση διακηρύττει, υπονομεύοντας από μόνη της κατά μία έννοια την προοπτική της οικονομίας, πως δεν θα υπάρξει επενδυτής που θα τοποθετήσει χρήματα στην Ελλάδα αν δεν μεσολαβήσει ελάφρυνση του χρέους - ακριβώς όπως αυτή την οποία στηλίτευε ως αντιπολίτευση το 2012, διατρανώνοντας συνθήματα για τα ομόλογα των ασφαλιστικών ταμείων.
Ουδείς αμφισβητεί ότι ένα χαμηλότερο χρέος θα συνιστούσε θετική εξέλιξη για την οικονομία, διασφαλίζοντας μεγαλύτερα δημοσιονομικά περιθώρια για το ελληνικό κράτος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για την πραγματική οικονομία. Υπάρχει όμως μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε αυτή την παραδοχή και στη μονοδιάστατη προσέγγιση σύμφωνα με την οποία το πρόβλημα είναι το χρέος.
Το χρέος δεν είναι η αιτία, αλλά το αποτέλεσμα της ελληνικής αποτυχίας. Ανεξαρτήτως σχολής σκέψεως, όλοι οι οικονομικοί εμπειρογνώμονες αναγνωρίζουν ότι ακόμη και αν μηδενιζόταν, είναι τέτοια η διάρθρωση της οικονομίας, με κύρια χαρακτηριστικά την ασθενή δημόσια διοίκηση και την προβληματική σχέση διεθνώς εμπορευσίμων και διεθνώς μη εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε πολύ σύντομα θα εκτοξευόταν εκ νέου.
Το πνεύμα των διαδοχικών συμφωνιών που δρομολόγησε η εκδήλωση της κρίσης το 2010 ήταν πως η Ευρωζώνη αναλαμβάνει να στηρίξει τη χώρα στις πληρωμές των δανειακών της υποχρεώσεων και η Ελλάδα αναλαμβάνει στο μεταξύ να ρυθμίσει τα του οίκου της.
Το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο άλλων ευρωπαϊκών χωρών έως το 2022 -ενδεικτικά, στο 4,3% του ΑΕΠ το 2014, κάτω από Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία- με την περαιτέρω διευθέτηση των όρων αποπληρωμής για τα έτη που θα ακολουθήσουν να έχει άλλωστε προεξοφληθεί από αγορές και πιστωτές.
Τι θα φέρει λοιπόν επενδύσεις; Ο δρόμος είναι ίδιος για όλες τις χώρες στο σημερινό περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης. Ο δρόμος που τράβηξαν οι πιο επιτυχημένες οικονομίες και κοινωνίες στον κόσμο. Ο δρόμος που ποτέ δεν τράβηξε η Ελλάδα.
Αξιοκρατικό και αποτελεσματικό κράτος, επιχειρηματικότητα, έγκαιρη απονομή δικαιοσύνης, κτηματολόγιο, ιδιωτικοποιήσεις, εξορθολογισμός των δαπανών, απελευθέρωση των αγορών, οικονομίες κλίμακας.
Προς το παρόν η Ελλάδα αρκείται στον ρόλο της χώρας με τις χαμηλότερες επιδόσεις στις μεταρρυθμίσεις -σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, κάτω από Ιρλανδία, Κύπρο και Πορτογαλία-, νομοθετώντας μεταρρυθμίσεις που δεν εφαρμόζει.
Από μια άλλη οπτική, το χρέος είναι πράγματι θεμελιώδες πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας. Ως άλλοθι της μεταρρυθμιστικής άπνοιας που ανάγει σε εθνική στρατηγική τις οριζόντιες περικοπές των εισοδημάτων και τις λυσσαλέες αυξήσεις των φόρων. Με ευθύνη και των θεσμών.