Το «όχι» της ΝΔ κατά του νομοσχεδίου για τη Δημόσια Διοίκηση αιτιολογεί στη «Ναυτεμπορική» η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος Νίκη Κεραμέως επισημαίνοντας ότι το νομοθέτημα παραπέμπει στο μέλλον την εφαρμογή του Μητρώου Επιτελικών Στελεχών στο Δημόσιο, αποκλείει τα στελέχη του ιδιωτικού τομέα και επαναφέρει μια διαδικασία αξιολόγησης «απαρχαιωμένης λογικής» όπου οι πάντες μπορεί να βαθμολογούνται με άριστα.
Συνέντευξη στον Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
Το «όχι» της ΝΔ κατά του νομοσχεδίου για τη Δημόσια Διοίκηση αιτιολογεί στη «Ναυτεμπορική» η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος Νίκη Κεραμέως επισημαίνοντας ότι το νομοθέτημα παραπέμπει στο μέλλον την εφαρμογή του Μητρώου Επιτελικών Στελεχών στο Δημόσιο, αποκλείει τα στελέχη του ιδιωτικού τομέα και επαναφέρει μια διαδικασία αξιολόγησης «απαρχαιωμένης λογικής» όπου οι πάντες μπορεί να βαθμολογούνται με άριστα. Διαχωρίζει ταυτόχρονα τη θέση της από την «αναχρονιστική αντίληψη» της μοριοδότησης και καταγγέλλει «φωτογραφικές διατάξεις». Η κυρία Κεραμέως διαβεβαιώνει, παράλληλα, ότι στόχος της ΝΔ δεν είναι σε καμία περίπτωση η απομάκρυνση δημοσίων υπαλλήλων μέσω της αξιολόγησης αλλά η αναγνώριση της απόδοσης, η επιβράβευση και η εξέλιξη των δημοσίων υπαλλήλων.
Έχετε αναγνωρίσει ότι η προωθούμενη κατάρτιση Μητρώου Επιτελικών Στελεχών συνιστά καινοτομία. Γιατί, όμως, καταψηφίσατε το νομοσχέδιο;
Η σύσταση του Μητρώου αποτελεί, πράγματι, καινοτομία για τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να συμβάλει στην ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου. Ωστόσο, το εν λόγω Μητρώο έχει τρία σημαντικότατα δομικά προβλήματα, τα οποία δυστυχώς το ακυρώνουν εν τη γενέσει του και τα οποία η Κυβέρνηση δεν ήταν διατεθειμένη να επανεξετάσει:
Πρώτον: ο σχεδιασμός του Μητρώου αποκλείει την πρόσβαση σε έμπειρο και καταξιωμένο ανθρώπινο δυναμικό από τον ιδιωτικό τομέα, δημιουργώντας έτσι μια διοίκηση εσωστρεφή, περιορισμένη στα στεγανά του δημοσίου τομέα, χωρίς δυνατότητες εισροής βέλτιστων πρακτικών και νέων γνώσεων. Δεύτερον: εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του Μητρώου οι θέσεις των υπηρετούντων σε αυτοτελείς Γενικές Γραμματείες. Αν πραγματικά πίστευε η Κυβέρνηση στην αποπολιτικοποίηση της δημόσιας διοίκησης, τότε θα έπρεπε ο εν λόγω νόμος να εφαρμοστεί σε όλες τις γενικές γραμματείες. Ο κίνδυνος που ελλοχεύει είναι ξεκάθαρος: να «προκύψουν» αυτοτελείς γραμματείες, στις περιπτώσεις όπου η επιλογή κομματικού στελέχους θα είναι επιβεβλημένη. Τρίτο και κυριότερο δομικό πρόβλημα: προβλέπεται η άμεση εφαρμογή του Μητρώου μόνο για τις κενές θέσεις – που όλοι ξέρουμε ότι δεν υπάρχουν πλέον – ενώ η γενική εφαρμογή του παραπέμπεται στον Ιούλιο του 2018. Με αυτόν τον τρόπο η Κυβέρνηση θα διορίσει «ημετέρους» σε όλες τις θέσεις, όπως ήδη έχει κάνει μέχρι τώρα, οι οποίοι θα είναι οι μόνοι που θα έχουν αξιολογηθεί (απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει κανείς να επιλεγεί εν συνεχεία από το Μητρώο) και άρα θα υποχρεώσει την επόμενη Κυβέρνηση να θέσει σε εφαρμογή ένα Mητρώο του οποίου στελέχη θα είναι αποκλειστικά αυτοί που θα έχουν οριστεί από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ.
Πώς τοποθετείστε απέναντι στις διαδικασίες αξιολόγησης που εισάγει το νομοσχέδιο; Προκρίνετε τα διαμορφωμένα εκ των προτέρων ποσοστά αρνητικής αξιολόγησης;
Η εισαγωγή ενός δίκαιου και αντικειμενικού συστήματος αξιολόγησης αποτελεί βασική επιδίωξη της Νέας Δημοκρατίας. Ωστόσο, και πάλι παρατηρούμε τη νομοθέτηση διατάξεων χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα. Με τις προτεινόμενες διατάξεις επανέρχεται η απαρχαιωμένη λογική του συστήματος αξιολόγησης του Π.Δ. 318/1992, που επιφέρει την οπισθοδρόμηση της διοίκησης κατά 24 ολόκληρα χρόνια. Το πεδίο εφαρμογής και τα κριτήρια επί της ουσίας παραμένουν τα ίδια, ενώ επέρχονται ορισμένες μόνο λεκτικές τροποποιήσεις και μία ασήμαντη τροποποίηση όσον αφορά στην κλίμακα βαθμολόγησης (από την κλίμακα του 10 περνάμε στην κλίμακα του 100). Αυτός σαφώς δεν είναι εκσυγχρονισμός του συστήματος. Η μεγαλύτερη όμως αδυναμία της προτεινόμενης διαδικασίας αξιολόγησης είναι το γεγονός ότι δεν επιτυγχάνει να αντιμετωπίσει τις παθογένειες του προηγούμενου συστήματος, όπως η αξιολόγηση όλων με «άριστα». Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι πρέπει να υπάρχει μία δικλείδα που θα διασφαλίζει μία αξιοκρατική αξιολόγηση, θα εμποδίζει την κατάχρηση του «άριστα» και θα καταργεί την ισοπέδωση όλων των επιδόσεων. Εν τέλει η εξίσωση όλων αποτελεί αντικίνητρο αποτελεσματικότητας και παραγωγικότητας και δεν προάγει την προσπάθεια για βελτίωση.
Η ΝΔ καταλογίζει στον ΣΥΡΙΖΑ ότι διαιωνίζει το κόμμα-κράτος. Συνδέετε αυτή την κριτική και με προβλέψεις του νομοσχεδίου για την επιλογή προϊσταμένων;
Θα είμαι ξεκάθαρη: η κριτική της ΝΔ δεν συνδέεται με τον τρόπο επιλογής προϊσταμένων που εισήχθη με το νομοσχέδιο. Η κριτική μας όσον αφορά την επιλογή προϊσταμένων επικεντρώνεται σε δύο βασικά σημεία: πρώτον, ενισχύει μια αναχρονιστική αντίληψη συλλογής μορίων μέσα από τίτλους σπουδών και διαρκή επιμόρφωση και όχι τόσο μέσα από την εργασία και δεύτερον, πριμοδοτεί υπέρμετρα τους αποφοίτους της ΕΣΔΔΑ, με αποτέλεσμα να καθίσταται απαγορευτικό να διεκδικήσουν θέση ευθύνης έμπειροι υπάλληλοι με πολλά χρόνια προϋπηρεσίας. Ένα νομοθέτημα το οποίο τιτλοφορείται με έννοιες όπως, διαφάνεια, αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα, δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες εισάγουν φωτογραφικές ρυθμίσεις και σε καμία περίπτωση δεν ρυθμίζουν γενικές έννομες σχέσεις. Δεν επιτρέπεται να συστήνει ένα Μητρώο επιτελικών στελεχών και να μεταθέτει το χρόνο της εφαρμογής του 2 χρόνια μετά, και εν τω μεταξύ να έχουν πληρωθεί όλες οι θέσεις με κομματικά στελέχη. Δεν επιτρέπεται στο εν λόγω Μητρώο να αποκλείεται η πρόσβαση των έμπειρων και καταρτισμένων στελεχών που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα. Δεν επιτρέπεται να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής οι αυτοτελείς γενικές γραμματείες. Δεν επιτρέπεται με τροπολογίες που εισήχθησαν την τελευταία στιγμή να εξαιρούνται καίριοι οργανισμοί και φορείς του δημοσίου, στους οποίους θα διορίζονται κομματικά στελέχη.
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ επαίρεται ότι είναι ηθική, αδιάφθορη και ότι επιδιώκει την αποπολιτικοποίηση του κράτους, ωστόσο με τις παρεμβάσεις του εν λόγω νομοθετήματος, αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο. Με τη συνήθη διγλωσσία της, ντύνει με κομψές έννοιες -"κράχτες" ευαισθησίας τα νομοθετήματά της για να μπορεί να θεσπίζει, κρυφίως, τις επιθυμίες της κομματικής της πελατείας. Η κυβέρνηση πρέπει να καταλάβει ότι οφείλει με την πολιτική της να διασφαλίζει το συμφέρον, όχι μόνο ορισμένων, αλλά ολόκληρης της κοινωνίας και του κάθε Έλληνα και Ελληνίδας πολίτη χωριστά.
Ο αν. υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης δηλώνει ότι κανείς δημόσιος υπάλληλος δεν πρέπει να φοβάται για την απόλυσή του. Πώς σχολιάζετε;
Διαφωνώ. Υπάρχει δημόσιος υπάλληλος που θα έπρεπε να φοβάται για την απόλυσή του, παρά τα όσα δηλώνει ο κ. Βερναρδάκης. Είναι ο υπάλληλος με τα πλαστά πτυχία, ο έλεγχος γνησιότητας των οποίων διεκόπη επί Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ. Είναι ο υπάλληλος που θα καταδικαστεί για πειθαρχικό παράπτωμα και ο οποίος επέστρεψε στο πόστο του, καίτοι πειθαρχικά ελεγκτέος, χάρη στο νόμο Κατρούγκαλου. Αυτός πρέπει όχι μόνο να φοβάται, αλλά να είναι βέβαιος ότι θα έρθει η στιγμή που θα απομακρυνθεί. Αν συσχετίζετε την απόλυση με την αξιολόγηση, πάντως, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι οι στόχοι του συστήματος αξιολόγησης που είχε θεσπίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης είχαν παρερμηνευτεί οδηγώντας στο λαθεμένο χαρακτηρισμό του ως εργαλείου για διαθεσιμότητα και «απολύσεις». Στόχος της αξιολόγησης πρέπει να είναι η αναγνώριση της απόδοσης, η επιβράβευση, η εξέλιξη των δημοσίων υπαλλήλων και η ενίσχυση του ρόλου τους, μέσω μίας αξιοκρατικής και διαφανούς διαδικασίας. Η αξιολόγηση αποτελεί εργαλείο για τη διαχείριση του Ανθρώπινου Δυναμικού, για μία ορθολογική κατανομή του σε θέσεις που αναδεικνύουν τις γνώσεις και τις δυνατότητες του κάθε εργαζομένου, αποτελεί ένα πλαίσιο αξιοποίησης και καλλιέργειας των δεξιοτήτων του, ένα πλαίσιο αξιοκρατίας και κινητροδότησης.