Το πρώτο βήμα για μία συντονισμένη παρέμβαση στην αγορά πετρελαίου, που «πνίγεται» από την περίσσεια προσφορά, έγινε. Αλλά είναι «κουτσό». Σαουδική Αραβία και Ρωσία συμφώνησαν επιτέλους πως πρέπει να δράσουν από κοινού, γράφει η Νατάσα Στασινού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Το πρώτο βήμα για μία συντονισμένη παρέμβαση στην αγορά πετρελαίου, που «πνίγεται» από την περίσσεια προσφορά, έγινε. Αλλά είναι «κουτσό». Σαουδική Αραβία και Ρωσία συμφώνησαν επιτέλους πως πρέπει να δράσουν από κοινού.
Διστάζουν όμως να προβούν σε μείωση της παραγωγής τους, περιοριζόμενες σε ένα «πάγωμα». Και το κυριότερο, το βήμα τους «σκοντάφτει» ακόμη στην απροθυμία άλλων χωρών να ακολουθήσουν.
Αν δεν μπορούν οι δύο ισχυρότεροι εξαγωγείς πετρελαίου παγκοσμίως να σώσουν την τιμή (κυριολεκτικά και μεταφορικά) του άλλοτε μαύρου χρυσού, τότε ποιος; Το κλειδί φαίνεται να κρατούν δύο άλλοι παίκτες.
Ο ένας είναι το Ιράν, το οποίο επιστρέφει με υψηλές προσδοκίες στην αγορά μετά την άρση των διεθνών κυρώσεων και δεν θέλει να χάσει την ευκαιρία να κλείσει σημαντικούς πελάτες - ειδικά στην Ευρώπη. Χθες η Τεχεράνη απέφυγε να λάβει ξεκάθαρη θέση.
Ο δεύτερος είναι οι ΗΠΑ. Αναλυτές της Citigroup σχολίαζαν πρόσφατα πως «μόνο η Αμερική μπορεί να σώσει το πετρέλαιο».
Καμία άλλη χώρα δεν αύξησε τόσο εντυπωσιακά την παραγωγή της τα τελευταία χρόνια, αναρριχώμενη στην κορυφή χάρη στο «θαύμα» των σχιστολιθικών κοιτασμάτων.
Για να επανέλθει, λοιπόν, η ισορροπία στην αγορά θα πρέπει και οι Αμερικανοί παραγωγοί να κάνουν πίσω. Και ενδεχομένως να αναγκαστούν να το πράξουν, ακόμη και εάν δεν το θέλουν.
Γιατί είναι σίγουρα πιο ευάλωτοι στις πιέσεις από τη Σαουδική Αραβία. Και εάν τελικά δεν αλλάξει τίποτα, μας νοιάζει; Δεν είναι δώρο το φθηνό πετρέλαιο για χώρες-εισαγωγείς όπως οι ευρωπαϊκές; Είναι μάλλον δώρο άδωρο.
Το κόστος των εισαγωγών πετρελαίου στην Ευρωζώνη έχει μειωθεί κατά 2% του ΑΕΠ από τα μέσα του 2014.
Η εξέλιξη μοιάζει απολύτως καλοδεχούμενη. Ωστόσο, έχει εντείνει τις αποπληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες υπονομεύουν την ανάκαμψη.
Η φθηνότερη βενζίνη και ενέργεια θα ωθούσε υποτίθεται τους καταναλωτές να δαπανήσουν τα χρήματα, που εξοικονομούν, αλλού. Ούτε αυτό έγινε όμως στον βαθμό που αναμενόταν.
Δεν το επέτρεψε η έντονη οικονομική ανασφάλεια, που γεννούν η διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα όσο και οι πολλαπλές κρίσεις της Ενωσης.
Για την παγκόσμια οικονομία το πλήγμα μέχρι στιγμής ήταν μεγαλύτερο από το όφελος. Μεγάλες οικονομίες βυθίστηκαν σε ύφεση, οι ρευστοποιήσεις στα χρηματιστήρια εντάθηκαν, ενώ και οι πιέσεις στις ευρωπαϊκές τράπεζες ενισχύθηκαν εξαιτίας της έκθεσής τους στην ενέργεια.
Οι απώλειες πετρελαϊκών θέσεων εργασίας ξεπέρασαν πέρυσι τις 250.000 παγκοσμίως.
Η «αιμορραγία» αυτή θα συνεχιστεί, καθώς η Deloitte υπολογίζει ότι περίπου το 1/3 των εισηγμένων πετρελαιοβιομηχανιών ανά τον κόσμο κινδυνεύει με χρεοκοπία.
Σε έναν τόσο αλληλένδετο και αλληλοεξαρτώμενο κόσμο, όταν ο «άλλος» υποφέρει, εσύ δύσκολα ευημερείς.