«Καμπανάκι» στα αυτιά της κυβέρνησης και κυρίως του οικονομικού επιτελείου ήταν η δήλωση στο MNI αξιωματούχων της Ευρωζώνης ότι οι θεσμοί δεν θα επιστρέψουν στην Αθήνα προτού λάβουν συγκεκριμένες και αποδεκτές προτάσεις για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού.
του Δημήτρη Χατζηνικόλα
«Καμπανάκι» στα αυτιά της κυβέρνησης και κυρίως του οικονομικού επιτελείου ήταν η δήλωση στο MNI αξιωματούχων της Ευρωζώνης ότι οι θεσμοί δεν θα επιστρέψουν στην Αθήνα προτού λάβουν συγκεκριμένες και αποδεκτές προτάσεις για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού.
Αν και στην κυβέρνηση διατυπώνουν πολλές επιφυλάξεις για την προέλευση των εν λόγω αξιωματούχων τους οποίους επικαλείται το Γερμανικό πρακτορείο, υπονοώντας προφανώς ότι κινούνται στον σκληρό πυρήνα του Β. Σόιμπλε, η Αθήνα τελεί εν γνώση της θέσης της Κομισιόν για την ύπαρξη δημοσιονομικού κενού και το τρέχον έτος και το επόμενο.
Επί της ουσίας η Κομισιόν επαναφέρει από την πίσω πόρτα το πάγιο αίτημα του ΔΝΤ για μείωση της ασφαλιστικής δαπάνης αφού κι άλλη αύξηση των φόρων δεν μπορεί να γίνει κι αυτό το αναγνωρίζουν άπαντες στην κυβέρνηση. Στην εκτίμηση αυτή «κουμπώνει» και η έκθεση των οικονομολόγων της ΕΚΤ, σύμφωνα με την οποία μια πολιτική βασισμένη στην μείωση των δαπανών είναι σαφώς πιο αποτελεσματική για τη μείωση του χρέους μιας χώρας από ό,τι η επιβολή φόρων.
Τις δυσκολίες στη διαπραγμάτευση ήρθε να επιβεβαιώσει χθες, εμμέσως πλην σαφώς, ο ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλώτος υπογραμμίζοντας ότι το χρονοδιάγραμμα είναι πολύ σημαντικό και από πολιτική άποψη καθώς έχει υπάρξει κόπωση της κοινωνίας αλλά και για λόγους οικονομικούς. «Πρέπει να τελειώσουμε γρήγορα μέχρι τα τέλη του Φεβρουαρίου για να ανοίξει μετά η συζήτηση για το χρέος διότι αν πάμε το Μάιο και τον Ιούνιο καήκαμε» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα μάλιστα με το γερμανικό πρακτορείο οι αξιωματούχοι προειδοποίησαν την Αθήνα πως οποιαδήποτε προσπάθεια να δώσει πολιτικό χαρακτήρα στις διαπραγματεύσεις για να κερδίσει πιο χαλαρά μέτρα δεν θα γίνει ανεκτή από την πλειοψηφία των εταίρων της στην ευρωζώνη.
Υπό το πρίσμα των παραπάνω η κυβέρνηση βρίσκεται κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο. Οι ίδιες κυβερνητικές πηγές που διέρρεαν χθες από την Τεχεράνη ότι «δεν θα στήνουμε κάλπες κάθε τρεις μήνες», σημείωναν με έμφαση όλο το προηγούμενο διάστημα ότι η μείωση των βασικών συντάξεων παραμένει κόκκινη γραμμή.
Με τα νέα δεδομένα η κλιμακωτή μείωση από ένα ποσό και πάνω και οι μειώσεις στις επικουρικές φαντάζουν μονόδρομος χωρίς να σημαίνει ότι αρκούν για να καλύψουν τις απαιτήσεις των δανειστών. Υπάρχουν πολλοί στο Μαξίμου που θεωρούν λάθος η κυβέρνηση να εγκλωβιστεί πίσω από κόκκινες γραμμές τις οποίες θα αναγκαστεί να πατήσει όταν ο κόμπος φτάσει στο χτένι. Ένα déjà vu του περασμένου Ιουνίου και Ιουλίου δεν το επιθυμεί κανείς στο πρωθυπουργικό γραφείο και οι εισηγήσεις που έχει στα χέρια του ο κ. Τσίπρας για μια «ηρωική έξοδο» θα μείνουν στο συρτάρι αφού είναι πολλοί εκείνοι που εισηγούνται ότι η κυβέρνηση μπορεί να αναστρέψει το κλίμα ακόμη κι αν αναγκαστεί να λάβει σκληρά μέτρα. Κάτι παρόμοιο, αλλά με άλλο τρόπο είπε χθες και ο ΥΠΟΙΚ με εκείνο το «αν πάμε το Μάιο και τον Ιούνιο καήκαμε».