Πολλοί δάσκαλοι και καθηγητές δίνουν φωτοτυπίες με επιπλέον ασκήσεις στους μαθητές τους κρίνοντας ότι τα σχολικά βιβλία δεν έχουν ικανοποιητικό αριθμό ασκήσεων, για να μάθουν τα παιδιά μέσω της εξάσκησης. Η έκταση του φαινομένου είναι πολύ μεγάλη, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, μάλλον, δίκιο έχουν, γράφει ο Στράτος Στρατηγάκης.
Του Στράτου Στρατηγάκη
Mαθηματικού - ερευνητή
[email protected]
Πολλοί δάσκαλοι και καθηγητές δίνουν φωτοτυπίες με επιπλέον ασκήσεις στους μαθητές τους κρίνοντας ότι τα σχολικά βιβλία δεν έχουν ικανοποιητικό αριθμό ασκήσεων, για να μάθουν τα παιδιά μέσω της εξάσκησης. Η έκταση του φαινομένου είναι πολύ μεγάλη, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, μάλλον, δίκιο έχουν. Τα σχολικά βιβλία δεν περιέχουν επαρκή αριθμό ασκήσεων, ώστε να επιλέξει ο εκπαιδευτικός τις κατάλληλες για κάθε μάθημα. Είτε έχουν δίκιο είτε όχι το θέμα είναι ότι οι φωτοτυπίες κοστίζουν πολύ περισσότερο από την εκτύπωση ενός βιβλίου και έτσι έχουμε την "αθέατη" αύξηση του κόστους της εκπαίδευσης, αφού το κόστος των φωτοτυπιών αυξάνει το κόστος των αναλωσίμων, χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος. Κάποιοι πρότειναν να επιστρέφονται τα βιβλία στο τέλος της χρονιάς και να τα χρησιμοποιούν οι επόμενοι μαθητές, με σκοπό να μειωθεί το κόστος για τον προϋπολογισμό, τώρα που λεφτά δεν υπάρχουν όπως γνωρίζουμε. Αυτό δεν μπορεί να γίνει γιατί τα σχολικά βιβλία, στη σημερινή τους μορφή, έχουν περιορισμένο χρόνο ζωής, μιας και διαθέτουν μαλακά εξώφυλλα και πρόχειρη βιβλιοδεσία που τα διαλύει πολύ γρήγορα. Η χρήση των βιβλίων για δεύτερη χρονιά προϋποθέτει την εκδοτική τους αναβάθμιση. Ένα άλλο πρόβλημα που δεν καθιστά εύκολη την επαναχρησιμοποίησή τους είναι ότι πολλοί μαθητές υπογραμμίζουν τα σημαντικότερα σημεία, πράγμα απαραίτητο στη μαθησιακή διαδικασία, με συνέπεια να γίνονται ακατάλληλα για χρήση από άλλον μαθητή, που και αυτός θα θέλει να υπογραμμίσει τα δικά του σημαντικά σημεία.
Θα μπορούσε, λοιπόν, να μειωθεί το πραγματικό κόστος λειτουργίας των σχολείων, αν τα βιβλία περιείχαν περισσότερες ασκήσεις, έτσι ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες των εκπαιδευτικών. Βέβαια έτσι θα αύξανε το κόστος της εκτύπωσης των βιβλίων, αλλά θα μειωνόταν πολύ το κόστος των αναλώσιμων, δηλαδή το κόστος λειτουργίας των σχολείων. Δεν ξέρω τι θα έλεγαν οι θεσμοί ή η τρόικα ή όπως αλλιώς θέλετε να το πείτε για τις μεταβολές στους κωδικούς του Υπουργείου Παιδείας, αλλά αν μας ενδιαφέρει πραγματικά να μειώσουμε το κόστος αυτός είναι ένας από τους τρόπους.
Ακόμη υπάρχει και το θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων όταν, μερικές φορές, φωτοτυπούνται αυτούσιες σελίδες φροντιστηριακών βιβλίων. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι τόσο μαζικό γιατί πολλοί εκπαιδευτικοί διαθέτουν τις δικές τους σημειώσεις, αλλά είναι υπαρκτό παρότι δεν είναι επιτρεπτό να γίνεται.
Προκύπτει, άμεσα λοιπόν, το ερώτημα αν τα βιβλία που υπάρχουν είναι κατάλληλα για την εκπαίδευση που έχουμε. Τα βιβλία στην υποχρεωτική εκπαίδευση ξεκίνησαν να γράφονται μετά το 2003 και τη δημοσίευση των αναλυτικών προγραμμάτων με βάση τα οποία θα γράφονταν. Οι διαγωνισμοί για τη συγγραφή και η ίδια η συγγραφή έγιναν με κύριο γνώμονα να απορροφηθούν τα κονδύλια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, συνεπώς κυριάρχησε η λογική της ταχύτητας στην ολοκλήρωση. Το αποτέλεσμα ήταν να έχουμε πολλές τσαπατσουλιές που λειτούργησαν, φυσικά, εις βάρος της ποιότητας. Έτσι οι ομάδες συγγραφής του ιδίου αντικειμένου δεν είχαν καμία επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ τους. Για παράδειγμα αυτοί που έγραφαν το βιβλίο των μαθηματικών της μίας τάξης δεν είχαν καμία επαφή με αυτούς που έγραφαν το βιβλίο των μαθηματικών της προηγούμενης και της επόμενης τάξης, επίσης πολλές φορές δεν δίδασκαν τους μαθητές αυτού του επιπέδου. Απλά υλοποιούσαν το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών που και αυτό το έγραψαν επιστήμονες που είτε δεν δίδασκαν καθόλου πια ή δεν δίδασκαν μαθητές αυτής της ηλικίας. Παρουσιάστηκαν έτσι βιβλία που σε μερικές τάξεις οι δάσκαλοι δεν τα διδάσκουν καθόλου, θεωρώντας τα πλήρως ακατάλληλα να επιτελέσουν το έργο που πρέπει.
Θα πρέπει, λοιπόν, πριν ξεκινήσει η συγγραφή των νέων αναλυτικών προγραμμάτων να γίνει μία σοβαρή έρευνα σε εκπαιδευτικούς της τάξης, για την αξιολόγηση των υπαρχόντων βιβλίων, όχι γενικά, αλλά για κάθε βιβλίο χωριστά, ώστε να ακουστεί και μια φορά η φωνή αυτών που καλούνται να εκπαιδεύσουν τα παιδιά μας, να εντοπιστούν τα προβλήματα, τα λάθη και τις παραλείψεις για να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη και να κρατήσουμε μόνο τα θετικά στοιχεία, που αναμφίβολα έχουν τα υπάρχοντα βιβλία. Μόνο έτσι θα υπάρξει πρόοδος.
Ένα άλλο θέμα που είναι απαραίτητο να λυθεί είναι το μοναδικό βιβλίο που πρέπει, επιτέλους, να καταργηθεί, γιατί το πολλαπλό βιβλίο είναι το κύριο όπλο μας για την καταπολέμηση της παπαγαλίας, που χαλάει το μυαλό των παιδιών μας.