Μια μοναδική αρχαιολογική ανακάλυψη ήρθε στο φως στο Θορικό Λαυρεωτικής. Στους πρόποδες της Μυκηναϊκής Ακρόπολης του Θορικού, που δεσπόζει στον φυσικό λιμένα του Λαυρίου, βρέθηκε ένα περίπλοκο δίκτυο από στοές, φρέατα και δωμάτια, το πιο εκτεταμένο υπεδάφιο δίκτυο που έχει διερευνηθεί σε αυτό το τμήμα του αιγαιακού κόσμου.
Μια μοναδική αρχαιολογική ανακάλυψη ήρθε στο φως στο Θορικό Λαυρεωτικής. Στους πρόποδες της Μυκηναϊκής Ακρόπολης του Θορικού, που δεσπόζει στον φυσικό λιμένα του Λαυρίου, βρέθηκε ένα περίπλοκο δίκτυο από στοές, φρέατα και δωμάτια, το πιο εκτεταμένο υπεδάφιο δίκτυο που έχει διερευνηθεί σε αυτό το τμήμα του αιγαιακού κόσμου.
Όπως πληροφορεί η Βελγική Σχολή Αθηνών, η ανακάλυψη έγινε από μία ομάδα Γάλλων αρχαιολόγων και μεταλλειολόγων υπό την επίβλεψη του Καθηγητή Denis Morin από το Πανεπιστήμιο της Λωρραίνης, σε συνεργασία με το UMR National Center for Scientific Research της Τουλούζης, στο πλαίσιο ερευνών που διεξάγονται στην περιοχή υπό τη διεύθυνση του Καθηγητή Roald Docter του Πανεπιστημίου της Γάνδης (υπό την αιγίδα της Βελγικής Σχολής Αθηνών), σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής.
Τι ακριβώς ερευνήθηκε; Περίπου 5 χιλιόμετρα υπεδάφιων αγωγών που είχαν σκαφτεί στο μάρμαρο και τους σχιστόλιθους της Αττικής, με τις στοές να διαμορφώνουν λαβυρίνθους πολύπλοκων μεταλλευτικών έργων το ύψος των οποίων συχνά δεν ξεπερνά τα 30 εκ. Σύμφωνα με τη Σχολή, τα φρέατα που ανακαλύφθηκαν (και συνδέουν δύο κύρια επίπεδα ορυκτοποίησης και κατά συνέπεια εξόρυξης) είναι άριστα γεωμετρικά αρχιτεκτονήματα, εκτελεσμένα με ακρίβεια χιλιοστού, η δυνατότητα υλοποίησης των οποίων παραμένει μέχρι στιγμής αντικείμενο περαιτέρω μελέτης. Σήμερα αυτά τα φρέατα είναι προσβάσιμα μόνο με κατάλληλο σπηλαιολογικό εξοπλισμό, ενώ ορισμένες από αυτές τις στοές έχουν παραμείνει ανέπαφες τα τελευταία 5.000 χρόνια. Άλλες, που τώρα δεν είναι προσβάσιμες, είναι πλήρεις υλικών από διαδοχικές φάσεις μετάλλευσης. Η εξέλιξη της έρευνας σε αυτές τις στοές παραμένει δύσκολη για τους έμπειρους αρχαιολόγους, που φέρουν υψηλής τεχνολογίας εξοπλισμό, σε μία αποπνικτική ατμόσφαιρα.
Τα αρχαιολογικά δεδομένα που παρατηρήθηκαν και συλλέχθηκαν κατά την τελική φάση της ανασκαφικής περιόδου του 2015 (κεραμική και λίθινες σφύρες κατασκευασμένες από ιζηματογενή ηφαιστειακό λίθο) δείχνουν ότι η χρονολόγηση της μεταλλευτικής δραστηριότητας θα μπορούσε να τοποθετηθεί στην Τελική Νεολιθική/Πρώιμη Ελλαδική, δηλαδή περίπου το 3200 π. Χ.. Όπως επισημαίνεται από τους ειδικούς, εάν οι μελλοντικές έρευνες επιβεβαιώσουν την αρχική χρονολόγηση, τότε θα αλλάξει ριζικά το χρονολογικό πλαίσιο της εξόρυξης των μεταλλευμάτων στην Αττική και τον αιγαιακό κόσμο γενικότερα.
Η πιο αξιοσημείωτη φάση είναι η Κλασική, που εντοπίζεται παντού και παρουσιάζει ενδιαφέρον ως προς την κανονικότητα των τομέων των κατατμημένων στοών που καλύπτουν ολόκληρη την περιοχή.
Οι δραστηριότητες αυτής της περιόδου τεκμηριώνονται από όστρακα κεραμικής και λύχνων καθώς και από μία εγχάρακτη σε τοίχο και προσεγμένη επιγραφή. Τα χαρακτηριστικά αυτών των ιδιαιτέρως καλά οργανωμένων μεταλλευτικών έργων είναι αγωγοί κατασκευασμένοι με αιχμηρά εργαλεία, τετράγωνου σχήματος, με απόσπαση του βράχου σε διαδοχικά στάδια. Η συνέχιση των έργων στο τέλος της Κλασικής περιόδου (4ος αι. π.Χ.) χρονολογείται χάρις στα ίχνη των εργαλείων στις στοές και από τα όστρακα κεραμικής.
Το μεταλλείο που έχει ανακαλυφθεί στον Θορικό είναι σημαντικό τόσο ως προς τη διαρρύθμιση όσο και ως προς την έκτασή του. Μέχρι τώρα οι αρχαιολόγοι μεταλλείων που εργάζονταν στην περιοχή του Λαυρίου δεν είχαν εξερευνήσει τόσο εντυπωσιακό δίκτυο στοών και μεταλλευτικών υποδομών. Καταδεικνύει τις φυσικές ικανότητες και δεξιότητες των αρχαίων μεταλλωρύχων που τους επέτρεψαν να αξιοποιήσουν αυτά τα πολύπλοκα κοιτάσματα μετάλλου και να εξασφαλίσουν την επεξεργασία τους εκτός του μεταλλείου από την Προϊστορική Εποχή. Τεκμηριώνει μελετημένη στρατηγική και άριστο τεχνολογικό και χωροταξικό έλεγχο της διαδικασίας, μία εξαιρετική συγκέντρωση των μέσων για την εξόρυξη του αργύρου και ένα επιμελημένο τεχνικό σύστημα το οποίο στην κλίμακά του είναι μοναδικό στον αρχαίο κόσμο.
Η εκμετάλλευση αυτών των μεταλλείων αργύρου είχε ξεκινήσει ήδη από την 4η με 3η χιλιετία π. Χ. και έως τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. αποτελούσαν τη σημαντικότερη μεταλλευτική περιοχή της Ελλάδας και τη βάση της Αθηναϊκής ηγεμονίας στον αιγαιακό κόσμο.