Τα δεδομένα της πρώτης παγκόσμιας έρευνας ασθενών με ΝΕΤ παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο συνέδριο της Βορειοαμερικανικής Εταιρείας ΝευροΕνδοκρινών Όγκων (NANETS). Σχεδόν 2.000 ασθενείς από 12 χώρες συμμετείχαν στην έρευνα, η οποία υλοποιήθηκε από την Διεθνή Συμμαχία Νευροενδοκρινών Όγκων (INCA).
Τα δεδομένα της πρώτης παγκόσμιας έρευνας ασθενών με ΝΕΤ παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο συνέδριο της Βορειοαμερικανικής Εταιρείας ΝευροΕνδοκρινών Όγκων (NANETS). Σχεδόν 2.000 ασθενείς από 12 χώρες συμμετείχαν στην έρευνα, η οποία υλοποιήθηκε από την Διεθνή Συμμαχία Νευροενδοκρινών Όγκων (INCA).
Σύμφωνα με αποτελέσματα, η πλειοψηφία των ασθενών σε ποσοστό 71% ανέφεραν ότι η ποιότητα ζωής τους έχει επηρεαστεί αρνητικά από τη νόσο, ενώ το 92% αναγκάστηκαν να κάνουν αλλαγές στον τρόπο ζωής τους εξαιτίας του ΝΕΤ. Συγκεκριμένα, οι τομείς που επηρεάστηκαν ιδιαίτερα ήταν η εργασία, η συναισθηματική υγεία και ο τρόπος ζωής. Όπως επισημαίνει η Παθολόγος Ογκολόγος της Δ´ Παθολογικής Κλινικής στο Γενικό Παν/κό Νοσ. Αθηνών «Αττικό» κα Άννα Κουμαριανού οι επιπτώσεις της νόσου είναι σημαντικές στα εργασιακά και τα οικονομικά των ασθενών.
Μεταξύ των ασθενών αυτοί που εργάζονταν ήταν το 39%, και από αυτούς, σχεδόν οι μισοί δηλαδή το 49% αναγκάστηκαν να πάρουν αναρρωτικές άδειες εξαιτίας της νόσου. Για αυτούς οι οποίοι δεν εργάζονταν ή ήταν άνεργοι εξαιτίας ιατρικής αναπηρίας (22%), η πλειονότητα το 82% σταμάτησαν την εργασία τους λόγω της νόσου. Σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες ανέφεραν αύξηση στον χρόνο (52%) και τα χρήματα (51%) που δαπανούσαν σε ιατρικές επισκέψεις. Οι περισσότεροι ερωτηθέντες (60%) σημείωσαν ότι η συναισθηματική υγεία τους έχει επηρεασθεί σε μέτριο ή μεγάλο βαθμό από την νόσο.
Επιπλέον, περισσότεροι από τους μισούς (58%) ανησυχούν για την αβεβαιότητα που τους επιφυλάσσει το μέλλον, με το 52% να αναφέρουν ότι είναι αντιμέτωποι με έντονο στρες και άγχος. Σχεδόν τα δύο πέμπτα (39%) των ερωτηθέντων αισθάνονται μπερδεμένοι για την αντιμετώπιση της ασθένειάς τους.
Από την έρευνα προκύπτει ότι οι Νευροενδοκρινείς Όγκοι (NET) επηρεάζουν την ολική ενεργητικότητα των ασθενών σε ποσοστό 70%, την διατροφή σε ποσοστό 58), την ικανότητα συμμετοχής τους σε δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου σε ποσοστό 54% και την κοινωνική τους ζωής σε ποσοστό 43%. Ενώ πολλοί ασθενείς δήλωσαν ότι έχουν περιορίσει τις φυσικές δραστηριότητές τους (49%), και ότι δεν μπορούν πλέον να συμμετάσχουν σε δραστηριότητες που απολάμβαναν (43%).