Το μεγαλύτερο προσφυγικό ρεύμα της σύγχρονης ιστορίας ανέδειξε τη μεγαλοπρεπή απουσία στρατηγικής και πλαισίου αρχών για την αντιμετώπιση της μετανάστευσης από πλευράς ελληνικού κράτους, γράφει ο Γιώργος Παυλόπουλος
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παυλόπουλου
[email protected]
Το μεγαλύτερο προσφυγικό ρεύμα της σύγχρονης ιστορίας ανέδειξε τη μεγαλοπρεπή απουσία στρατηγικής και πλαισίου αρχών για την αντιμετώπιση της μετανάστευσης από πλευράς ελληνικού κράτους.
Αν η πολιτική των «ανοικτών συνόρων» της δεκαετίας του 1990 ήταν η προσπάθεια να «ισοφαριστεί» η απουσία σύγχρονων παραγωγικών μέσων με φθηνά εργατικά χέρια, η πολιτική ανοικτών συνόρων του 2015 είχε διαφορετικό πρόσημο: την άσκηση πίεσης προς τη «νεοφιλελεύθερη Ευρώπη».
Η πρακτική αυτή, εκτός των προφανών ορίων στα οποία θα έφθανε σύντομα, ενίσχυσε φυγόκεντρες τάσεις σε ολόκληρη την Ε.Ε., ενδυναμώνοντας τον υπερσυντηρητικό, λαϊκιστικό ευρωσκεπτικισμό ή και ανοικτά ρατσιστικά ρεύματα.
Επέτρεψε ταυτόχρονα στα δουλεμπορικά δίκτυα που συνεχίζουν απρόσκοπτα τη δράση τους στα τουρκικά παράλια να «αναλάβουν» την ευθύνη για τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ταλαιπωρημένων ανθρώπων.
Μια χώρα η οποία θα σεβόταν τον εαυτό της και τις δεσμεύσεις της δεν θα βύθιζε βεβαίως πλαστικές βάρκες στο Αιγαίο και θα έκανε το παν για να μη χαθεί -ει δυνατόν- ούτε μία ανθρώπινη ζωή.
Με το ξέσπασμα όμως της προσφυγικής κρίσης, θα χτυπούσε «καμπανάκι» σε ευρωπαϊκό επίπεδο και θα αναδείκνυε το ζήτημα ως πρώτιστης σημασίας, θα προειδοποιούσε τους εταίρους της και θα ζητούσε άμεσα μέτρα, ώστε η μετεγκατάσταση -ειδικά Σύρων και Ιρακινών- να γίνεται απευθείας από τους προσφυγικούς καταυλισμούς της Μέσης Ανατολής στις χώρες υποδοχής.
Θα «έκλεινε» παράλληλα τη δίοδο μέσω ΠΓΔΜ και Σερβίας προς την Κεντρική Ευρώπη, αφαιρώντας το κίνητρο σε χιλιάδες ανθρώπους να πραγματοποιήσουν τον επικίνδυνο για τους ίδιους και τα παιδιά τους διάπλου του Αιγαίου και αποφεύγοντας το ενδεχόμενο η χώρα να καταστεί «αποθήκη ψυχών».
Οσα δεν έπραξε η Ελλάδα, κινδυνεύει πλέον να τα υποστεί ως έξωθεν επιβολή, η οποία θα συνοδεύεται με ντε φάκτο ή ντε γιούρε αποβολή από τη συνθήκη Σένγκεν.
Τα «ανθρωπιστικά» επιχειρήματα για την πολιτική των ανοικτών συνόρων δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική.
Πόσο ανθρωπιστικός είναι ο κουτοπόνηρος συλλογισμός ότι καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν επαναπροωθεί πλέον μετανάστες στην Ελλάδα, λόγω της αδυναμίας της τελευταίας να εγγυηθεί στοιχειωδώς την ασφάλειά τους;
Πόσο ανθρωπισμό κρύβει ο «κλειστός» Εβρος, για να υποδυόμαστε ότι διατηρούμε τον ρόλο του ως εξωτερικού συνόρου της Ε.Ε., ενώ θα μπορούσε να είναι ανοικτός για όσους πρόσφυγες κρινόταν ότι δικαιούνται άσυλο στην Ευρώπη;
Πόση φιλεύσπλαχνη προς τους μετανάστες διάθεση δείχνει το αίσχος των ναυαγίων και της Ειδομένης, οι «ευφυέστατες» ιδέες για σύνδεση του προσφυγικού με το ζήτημα του χρέους, η παρουσίαση των προσφύγων συλλήβδην ως «τζιχαντιστών» που θα σταλούν στο Βερολίνο;
Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη στη διαχείριση του προσφυγικού είναι πλέον ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα. Τραγική ειρωνεία; Τη ζητούμε από χώρες που έχουν υποδεχθεί ήδη δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες, ενώ ορισμένοι τις κατήγγελλαν επί χρόνια ως «Ευρώπη - φρούριο».