Απόψεις
Τετάρτη, 27 Ιανουαρίου 2016 07:00

Φόροι και λαϊκισμός

Τόσο η κυβέρνηση όσο και οι εταίροι κήρυξαν τον «ανένδοτο» κατά της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα. Με τον τρόπο που το έκαναν δείχνουν να αγνοούν το κυριότερο στοιχείο για τη διαμόρφωση φορολογικής συνείδησης, την αρχή της ανταποδοτικότητας, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.

Από την έντυπη έκδοση

Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]

Τόσο η κυβέρνηση όσο και οι εταίροι κήρυξαν τον «ανένδοτο» κατά της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα.

Με τον τρόπο που το έκαναν δείχνουν να αγνοούν το κυριότερο στοιχείο για τη διαμόρφωση φορολογικής συνείδησης, την αρχή της ανταποδοτικότητας.

Ανταποδοτικότητα είναι η κατάσταση κατά την οποία η συμπεριφορά της μιας πλευράς προς την άλλη καθορίζεται από τη συμπεριφορά της άλλης προς αυτήν.

Λαϊκισμός δεν είναι μόνο να βροντοφωνάζεις «όχι στο μνημόνιο» χωρίς να προτείνεις εναλλακτική που να διατηρεί επαφή με την πραγματικότητα.

Λαϊκισμός είναι επίσης να κουνάς το δάκτυλο στον μικρό ή μεγάλο φοροφυγά χωρίς να εκπληρώνεις στοιχειωδώς τις δικές σου υποχρεώσεις.

Φόρος είναι η υποχρεωτική εισφορά σε χρήμα που καταβάλλουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις στο κράτος για την κάλυψη δημοσίων δαπανών.

Η κυβέρνηση αλλά και εταίροι όπως η Γερμανία, ο πιο στενός της σύμμαχος στο ανελέητο κυνήγι των εσόδων, θυμούνται πολύ καλά την υποχρέωση του φορολογούμενου.

Ξεχνούν όμως το δεύτερο σκέλος.

Ποιοτική εκπαίδευση, βασική περίθαλψη, επαρκείς υποδομές, αποτελεσματική αστυνόμευση, έγκαιρη απονομή δικαιοσύνης. Είναι ο σκοπός της καταβολής φόρων σε όλες τις πολιτισμένες χώρες του κόσμου.

Στην Ελλάδα όμως αποτελούν μάλλον πρόσχημα.

Ο Έλληνας φορολογούμενος είναι υποχρεωμένος να πληρώνει διπλά για μια σειρά υπηρεσιών από το κράτος, όταν στην πραγματικότητα χρειάζεται να πληρώσει φροντιστήριο για να εκπαιδευτεί, να σφραγίσει «φακελάκι» για να χειρουργηθεί ή να καταβάλει «ταρίφα» για να αποκτήσει δίπλωμα οδήγησης.

Πού να χρειαστεί να ιδρύσει επιχείρηση και να επενδύσει.

Τα προβλήματα για τα έσοδα αρχίζουν όταν στη συνείδηση του φορολογούμενου η έννοια «κράτος» δεν συνδέεται με την προσφορά και την εξυπηρέτηση, αλλά με τις προσλήψεις ημετέρων και τη σπατάλη.

Ιδανικά θα έπρεπε κάθε νέο φορολογικό μέτρο να συνοδεύεται από ένα μέτρο αναβάθμισης των δημόσιων υπηρεσιών. Θα έπειθαν έτσι οι ιθύνοντες της οικονομικής προσαρμογής ότι τα πράγματα αλλάζουν. Θα έδιναν κίνητρο στον φορολογούμενο.

Όπως είπε και ο ΥΠΟΙΚ της Κύπρου («Ν», 20.01.16), που τελείωσε με το μνημόνιο μέσα σε 2,5 χρόνια, «λιγότεροι φόροι, περισσότερες μεταρρυθμίσεις».

Αν πρώτα δεν μπει τάξη στον τομέα της διακυβέρνησης, και οι εύποροι θα διώχνουν πόρους στο εξωτερικό και οι μικρομεσαίοι θα κρατούν χρήματα εκτός συστήματος.

Πόσο μάλλον όταν οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές στην Ελλάδα αντιστοιχούν στο 43,4% του μισθού ενός εργαζόμενου με δύο παιδιά, έναντι μέσου όρου 26,9% στις χώρες του ΟΟΣΑ («Ν», 20.01.16).

Ήταν άλλωστε εξαρχής από τα πλέον ανορθολογικά στοιχεία στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ η υπόσχεση για μείωση των φόρων. 

Πώς είναι δυνατόν ένα κόμμα που διακηρύττει ότι προσεγγίζει ως βασικό εργαλείο ανάπτυξης το κράτος, και δη το ελληνικό, να ευαγγελίζεται συγχρόνως μείωση των φόρων, που εξ ορισμού επιβάλλονται για τη χρηματοδότηση των κρατικών δαπανών;

Λύθηκε η απορία.