Οσοι δεν ασχολούνταν χθες με το όρος των γαριφάλων και διαρρήγνυαν τα ιμάτιά τους για την αισθητική των άλλων, όσοι δεν δίκαζαν τους «μικρούς» αυτοί «μεγάλοι» κι όσοι δεν έπεφταν από τα σύννεφα με τους μικρο-μέγαλους Γκρούεζες, που «από τόσο δα μικράκι... αγωνίζεται για το κόμμα» και ορκίζεται στο ιδεολογικό χρώμα, δέθηκαν στο κατάρτι μιας εξίσωσης, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Οσοι δεν ασχολούνταν χθες με το όρος των γαριφάλων και διαρρήγνυαν τα ιμάτιά τους για την αισθητική των άλλων, όσοι δεν δίκαζαν τους «μικρούς» αυτοί «μεγάλοι» κι όσοι δεν έπεφταν από τα σύννεφα με τους μικρο-μέγαλους Γκρούεζες, που «από τόσο δα μικράκι... αγωνίζεται για το κόμμα» και ορκίζεται στο ιδεολογικό χρώμα, δέθηκαν στο κατάρτι μιας εξίσωσης.
Της ανισότητας, που έχει ξεκάθαρη ταυτότητα. «Η αναπότρεπτη ανισότητα έχει δημιουργήσει έναν κόσμο όπου 62 άνθρωποι κατέχουν τόσο πλούτο όσο το φτωχότερο μισό του παγκόσμιου πληθυσμού» αναφέρει έκθεση της διεθνούς οργάνωσης Oxfam. Αναπότρεπτη; Υποθέτω ότι οι συντάκτες θέλουν να υπερτονίσουν ότι έχει στεριώσει τούτη η τάση κι όμως το «κενό» ακόμη δεν μπορεί να χορτάσει. Δεν πρόκειται για καινοτομία που αφορά μόνο τη φετινή χρονιά, αφού η Oxfam συνηθίζει να δημοσιεύει σχετική έκθεση κάθε χρόνο τέτοιο καιρό.
Μετράμε μεγιστάνες, πλούτη που υψώνονται και τείχη που ορθώνονται. Μεταξύ 2010 και 2015 η περιουσία των 62 έχει αυξηθεί κατά 44%. Αντίθετα, των περίπου 3,5 δισεκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν στις φτωχότερες περιοχές του πλανήτη έχει υποχωρήσει 41%. Μάλιστα, τα τελευταία 25 χρόνια το μέσο εισόδημα του 10% του παγκόσμιου πληθυσμού καταγράφει αύξηση μόλις κατά 3 δολάρια ετησίως.
Ο ραγδαία αυξανόμενος πλούτος των 65, των 85 (σ.σ.: τόσοι ήταν το 2014 με περιουσία 1,7 τρισ. δολάρια, που αντιστοιχούσε στο εισόδημα που είχε το φτωχότερο 50%), των 105 ή των 1.015 δεν δημιουργείται εν κενώ.
Οι τρύπες κάνουν πάρτι, αλλά οι γιατροί της οικονομίας και της πολιτικής επιμένουν στην απάτη, που είναι ακόμη και γλωσσική. Οταν ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως προϊόν -όπως δείχνει ο νεολογισμός «ανθρώπινο υλικό» (Μenschenmaterial, η χειρότερη λέξη του 20ού αιώνα, όπως ψηφίστηκε στη Γερμανία)-είναι αναπότρεπτο των αριθμών το ποιόν.