Βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα ήταν διαχρονικά το γεγονός ότι οι εκάστοτε δυνάμεις διακυβέρνησης διαγκωνίζονταν με διάφορα τεχνάσματα για να ασκήσουν τελικά την ίδια πολιτική σε επίπεδο θεσμών και οικονομίας, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα ήταν διαχρονικά το γεγονός ότι οι εκάστοτε δυνάμεις διακυβέρνησης διαγκωνίζονταν με διάφορα τεχνάσματα για να ασκήσουν τελικά την ίδια πολιτική σε επίπεδο θεσμών και οικονομίας.
Η πολιτική αυτή βασίστηκε στον αχαλίνωτο εξωτερικό δανεισμό και στον αυξημένο ρόλο του κράτους ως ατμομηχανής της αγοράς με έντονα χαρακτηριστικά, εκ του αποτελέσματος, διαφθοράς και αναποτελεσματικότητας. Η ελληνική κοινωνία δεν διέθετε αληθινή εναλλακτική και τις δύσκολες ώρες της επώδυνης προσαρμογής έσπευσε να αναζητήσει εχθρούς εκτός συνόρων και δη στην Ευρώπη.
Σημαία της κοινωνικής αντίδρασης στην Ελλάδα ήταν και παραμένει η εναντίωση στον «νεοφιλελευθερισμό». Όταν αυτό συμβαίνει σε μια χώρα της Ευρωζώνης, βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με οξύμωρες καταστάσεις. Καταρτισμένοι νέοι υμνούν την εμπειρία τους στις προηγμένες χώρες του εξωτερικού για να καταγγείλουν από ελληνικού εδάφους τον καπιταλισμό και αστοί ψωνίζουν στο Παρίσι για να ψηφίσουν «όχι» στο δημοψήφισμα με αντικείμενο τις μεταρρυθμίσεις της ελεύθερης αγοράς.
Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Ν.Δ., πριν απ’ όλα ως ανατροπή των προγνωστικών, ανακατεύει την τράπουλα. Η κριτική του Ευάγγελου Μεϊμαράκη στο πρόσωπο του πρωθυπουργού δεν αναδείκνυε κάποια ουσιαστική ιδεολογική διαφοροποίηση. Στηριζόταν στον ισχυρισμό ότι και οι προηγούμενες κυβερνήσεις αντιστέκονταν στην αντιδημοφιλή προσαρμογή, αλλά και εκείνες δεν είχαν άλλη επιλογή.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εμμέσως πλην σαφώς στελέχη και μηχανισμοί του κυβερνώντος κόμματος έδειξαν εγκαίρως προτίμηση στον συνεχιστή της «νεοκαραμανλικής» πορείας της Ν.Δ. Αυτός είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο ο νέος πρόεδρος της Ν.Δ., υπό την προϋπόθεση ότι θα σταθεί συνεπής με την έως τώρα ρητορική του, είναι πιθανό να προκαλέσει την πολιτική εκείνη αντιπαράθεση που θα προσφέρει στην κοινή γνώμη μια, καλή ή κακή, πάντως, αυθεντική εναλλακτική.
Μια αντιπολίτευση με ευδιάκριτα ιδεολογικά χαρακτηριστικά είναι σήμερα απαραίτητη, μπροστά στον κίνδυνο ενδεχόμενη αποτυχία της «μνημονιακής» αριστεράς να οδηγήσει στη στρεβλή αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής πορείας, σε μια φάση κατά την οποία εφαρμόζεται το επώδυνο μέρος του προγράμματος, κι αυτό μέσα από τις λιγότερο αναπτυξιακές επιμέρους επιλογές, χωρίς να γίνονται παράλληλα βήματα στους τομείς των επενδύσεων και της απασχόλησης.
Ο διεθνής παράγοντας βλέπει πλέον με άλλο μάτι τις εξελίξεις στην Ελλάδα, όπως τουλάχιστον προκύπτει από δημοσιεύματα που αναφέρονται στο μεταρρυθμιστικό προφίλ του νέου αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ το Μαξίμου ανασχεδιάζει τη στρατηγική που βασιζόταν στη διαφαινόμενη επικράτηση του Ευάγγελου Μεϊμαράκη.
Δεν άλλαξε όμως η Ν.Δ. με την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη. Απέκτησε απλώς την ευκαιρία να το κάνει. Θα φανεί πολύ σύντομα αν η Ελλάδα θα αποκτήσει φιλελεύθερο κέντρο, στα πρότυπα των πιο ανεπτυγμένων χωρών της Ευρώπης. Αν θα αποκτήσει δηλαδή πολιτικό πλουραλισμό. Όπως στην αγορά, έτσι και στην πολιτική, ο ανταγωνισμός ευνοεί τον «καταναλωτή».