Κόσμος
Τρίτη, 20 Σεπτεμβρίου 2005 18:01

Ανώμαλη προσγείωση

Ανώμαλη προσγείωση μέσα σε τρεις μήνες ή πώς με διαφορά έως και είκοσι ποσοστιαίων μονάδων στην αφετηρία της προεκλογικής εκστρατείας στη Γερμανία, οι Χριστιανοδημοκράτες κατάφεραν πύρρειο νίκη.

Αμέσως μετά τη δρομολόγηση των πρόωρων εθνικών βουλευτικών εκλογών με πρωτοβουλία του καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ, οι δημοσκοπήσεις έδιναν σε CDU/CSU την απόλυτη πλειοψηφία με ποσοστά που έφταναν το 49% και εμφάνιζαν την Αγκελα Μέρκελ βέβαιη καγκελάριο μιας «μονοκομματικής» κυβέρνησης, μία προοπτική δηλαδή που είχε το προηγούμενό της μόνον στον Κόνραντ Αντενάουερ στα μέσα της δεκαετίας του 1950.

Υστερα από μία υποτιθέμενη ανάκαμψη για CDU/CSU -που εμφάνισαν οι δημοσκοπήσεις δύο εικοσιτετράωρα πριν από την ώρα της κάλπης- ήρθε το αποτέλεσμα της κάλπης για το CDU/CSU και την Μέρκελ, που με 35%, έπεσαν κάτω από το 38,5% των εκλογών του 2002 (με υποψήφιο τότε για το αξίωμα του καγκελαρίου, τον βαυαρό πρωθυπουργό και πρόεδρο του CSU, Εντμουντ Στόιμπερ) φέρνοντας το δεύτερο χειρότερο αποτέλεσμα της ιστορίας τους από το 1949. (35,1% είχε πάρει ο Χέλμουτ Κολ στις εκλογές του 1998, ύστερα από 16 χρόνια στην εξουσία.)

CDU/CSU και Μέρκελ απέτυχαν όχι μόνο να κερδίσουν «αθροιστικά», μαζί με το FDP (που ξεπέρασε όλες τις προσδοκίες παίρνοντας ένα 9,8%) την πλειοψηφία, αλλά και κατέληξαν να κερδίσουν την «πρωτιά» από το SPD (34,3%) με διαφορά μικρότερη της μονάδας.

Ο εξωραϊσμός της οριακής αυτής «πρωτιάς» ως νίκη και «καθαρή εντολή» για τον σχηματισμό κυβέρνησης υπό την ηγεσία της Μέρκελ είναι προφανές για το σύνολο των πολιτικών αναλυτών ότι δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική, γιατί η επίδοση του CDU/CSU ισοδυναμεί με απόρριψη της «πολιτικής αλλαγής» που επαγγέλλονταν η Μέρκελ και της ίδιας προσωπικά.

Η αναζήτηση των αιτίων της κατολίσθησης CDU/CSU και Μέρκελ -όπως αντίστοιχα και της αποσόβησης ενός πολιτικού εκμηδενισμού του SPD, που αν και έχασε πάνω από τέσσερις μονάδες σε σύγκριση με το 38,5% των εκλογών του 2002, κατόρθωσε να καλύψει μία διαφορά δέκα μονάδων από το 24% που το εμφάνιζαν οι δημοσκοπήσεις στα τέλη Μαίου- βρίσκεται στο μείζον πολιτικό μήνυμα αυτών των εκλογών.

Κι αυτό συνοψίζεται στο ότι οι γερμανοί πολίτες επιθυμούν την διατήρηση μιας ισορροπίας μεταξύ αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στο πεδίο της οικονομίας και των δημοσιονομικών από τη μία πλευρά και της βασικής κατευθυντήριας για κοινωνική αλληλεγγύη και δικαιοσύνη από την άλλη.

Αυτήν την ισορροπία είδαν οι ψηφοφόροι να μην εξασφαλίζεται από την Μέρκελ και το CDU/CSU ύστερα από την δημοσιοποίηση των «σκέψεων» του καθηγητή Πάουλ Κίρχοφ, που η Μέρκελ επιστράτευσε ως μελλοντικό υπουργό Οικονομικών.

Ο «μοιραίος» Κίρχοφ

Οι «σκέψεις» Κίρχοφ αφορούσαν την μελλοντική καθιέρωση μιας ενιαίας φορολογίας (flat rate) της τάξης του 25% για όλους, ανεξαρτήτως εισοδήματος, την πλέον δραστική φοροαπαλλαγή για τις επιχειρήσεις και την μεταβολή του συστήματος στο συνταξιοδοτικό κατά το πρότυπο της ασφάλισης των αυτοκινήτων, δηλαδή στην κατεύθυνση της πλήρους αυτασφάλισης των εργαζομένων χωρίς την εργοδοτική εισφορά και την κρατική συμμετοχή. Ετσι εδραιώθηκε η πεποίθηση ότι CDU/CSU και Μέρκελ έχουν μία κρυφή και ακραία νεοφιλεύθερη «ατζέντα» στο μανίκι, που σε τελευταία ανάλυση συνεπάγεται την πλήρη αποδόμηση του κοινωνικού κράτους...

Ο Κίρχοφ έγινε ο «μοιραίος» κωδικός για CDU/CSU και την Μέρκελ, προσωπικά, που κάλυψε μέχρι τέλους τον εκλεκτό της, αρνούμενη να αδράξει τη «σανίδα σωτηρίας» που της πρόσφερε τόσο ο ίδιος ο Κίρχοφ όσο και οι περισσότεροι «βαρώνοι» του κόμματος με την προβολή και την προώθηση του Φρίντριχ Μέρτς -προσωπικού αντίπαλου της Μέρκελ, τον οποίο εξανάγκασε σε παραίτηση από την προεδρία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος και στη συνέχεια από όλα τα κομματικά αξιώματα- ως «διδύμου» με τον Κίρχοφ για τα οικονομικά θέματα.

Τα «οράματα» του Κίρχοφ, ήρθαν ως επιστέγασμα ή «κερασάκι» στην προγραμματική «τούρτα» CDU/CSU και Μέρκελ που εμπεριείχε ούτως ή άλλως «δύσπεπτα» υλικά, όπως την προαναγγελία της αύξησης του ΦΠΑ κατά δύο μονάδες εν ονόματι της μείωσης των εισφορών για την ασφάλεια ανεργίας, την βαθμιαία αλλαγή του συστήματος υγείας -με ενιαία εισφορά για όλους, ανεξαρτήτως εισοδήματος- τις προαναγγελθείσες περικοπές σε «φοροαπαλλαγές» που αφορούν εργαζόμενους, όπως για τα επιδόματα νυκτερινής εργασίας και αργιών για τις νοσοκόμες, τους πυροσβέστες κλπ, καθώς και την κατάργηση μιας ευνοϊκής φορολογικής ρύθμισης που αφορά τους εργαζόμενους, που για να πάνε στη δουλειά τους πρέπει να καλύψουν απόσταση πάνω από 30 χιλιόμετρα, και την «ελαστικοποίηση» της προστασίας από απολύσεις και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Ο Κίρχοφ έδωσε στους Σοσιαλδημοκράτες και στον Σρέντερ, το θέμα που τους έλειπε για να ανακτήσουν προεκλογικά την ταυτότητα του προστάτη του κοινωνικού κράτους και των μη-προνομιούχων που είναι εκτεθειμένοι στα πυρά του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης και να επανασυσπειρώσουν ένα μεγάλο μέρος των απογοητευμένων οπαδών τους.

Η συγκριτική μειονεξία της Αγκελα Μέρκελ στην «τηλεμαχία» με τον χαρισματικό τηλεοπτικά Σρέντερ, χωρίς να προκαλέσει άμεσα μία αισθητή κατολίσθηση για CDU/CSU στις δημοσκοπήσεις, άφησε τελικά μία σημαντική μετεκλογικά υποθήκη υπέρ του Σρέντερ.

Το «χεράκι» του ωστόσο στην κατολίσθηση CDU/CSU έβαλε και ο βαυαρός Εντμουντ Στόιμπερ με τη δήλωσή του ότι δεν επιθυμεί να κριθούν αυτές οι εκλογές από Ανατολικογερμανούς, τους οποίους φιλοδώρησε με έναν προσβλητικό επιθετικό προσδιορισμό («frustriert») που παραπέμπει σε... σεξουαλικά ανικανοποίητους ανθρώπους. Το αποτέλεσμα ήταν τα κόμματα της Χριστιανικής Ενωσης να επιτύχουν στα ανατολικογερμανικά κρατίδια την χείριστη μέχρι τώρα επίδοση από την ενοποίηση της Γερμανίας, το 1990.

Πηγή: ΑΠΕ