Έτος 2034. Σε ένα μέλλον όχι και τόσο μακρινό, η Ελλάδα θα αποτελεί μια δυναμικά αναπτυσσόμενη και ανταγωνιστική οικονομία, έχοντας γυρίσει σελίδα και έχοντας αφήσει πίσω της τα σκοτεινά χρόνια των μνημονίων, γράφει η Αγγελική Κοτσοβού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Έτος 2034. Σε ένα μέλλον όχι και τόσο μακρινό, η Ελλάδα θα αποτελεί μια δυναμικά αναπτυσσόμενη και ανταγωνιστική οικονομία, έχοντας γυρίσει σελίδα και έχοντας αφήσει πίσω της τα σκοτεινά χρόνια των μνημονίων.
Στην Ελλάδα του μέλλοντος, το εισόδημα των πολιτών θα έχει επανακάμψει δυναμικά, σε επίπεδα προ της κρίσης.
Η μάστιγα της ανεργίας θα έχει νικηθεί, με το ποσοστό εκείνων που βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας να έχει υποχωρήσει κάτω από το 10%.
Σενάριο επιστημονικής φαντασίας; Οχι, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύτηκε πρόσφατα. Για να γραφτεί όμως το «happy end» μέσα στην επόμενη 20ετία, ο δρόμος προμηνύεται μακρύς και δύσκολος. Σύμφωνα με την έκθεση της εταιρείας οικονομικών ερευνών Prognos, η ύφεση θα διαρκέσει για πολύ ακόμη.
Το ΑΕΠ της Ελλάδας θα συνεχίσει να συρρικνώνεται μέχρι τις αρχές του 2020, εκτοξεύοντας σε νέα ύψη το χρέος, που το 2022 αναμένεται να αγγίξει το ιλιγγιώδες 245% του ΑΕΠ.
Χωρίς πραγματική απομείωση χρέους, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να ανακτήσει τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα, εκτιμά ο Μίχαελ Μπέμερ της Prognos, υποστηρίζοντας ότι θα χρειαστεί να μεσολαβήσει μία ακόμη χαμένη γενιά μέχρις ότου οι συνθήκες επιστρέψουν στα επίπεδα προ της κρίσης.
Για τους Ευρωπαίους εταίρους, τα συγκεκριμένα προγνωστικά δεν φαίνεται να έχουν ιδιαίτερη σημασία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις φθινοπωρινές της προβλέψεις, κάνει λόγο για δύο ακόμη δύσκολα χρόνια με ύφεση, το 2015 και το 2016, και επιστροφή σε δυναμική ανάπτυξη το 2017.
Ακόμη και τώρα, που στο ήδη σύνθετο πρόβλημα προστέθηκε και η παράμετρος των προσφυγικών ροών, που δοκιμάζουν τις αντοχές του κράτους, οι εταίροι διαμηνύουν ότι προϋπόθεση για την έξοδο από την ύφεση είναι η πιστή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Το ζητούμενο δεν είναι απλώς η έξοδος από την κρίση. Το μεγάλο στοίχημα αυτή τη φορά είναι η κρίση να μετατραπεί σε μοναδική ευκαιρία η ελληνική οικονομία να διορθώσει μια και καλή τις στρεβλώσεις του παρελθόντος.
Μόνο έτσι θα καταφέρει να σταθεί στα πόδια της, θα ανακτήσει τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα και θα καταστεί και πάλι ισχυρός πόλος έλξης επενδύσεων.
Για μια βιώσιμη ανάκαμψη, η Ελλάδα χρειάζεται, σύμφωνα με υπολογισμούς του ΣΕΒ, επενδύσεις περίπου 100 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη επταετία.
Οι εισροές κεφαλαίων θα δώσουν ώθηση στην «ατμομηχανή» της ελληνικής οικονομίας, που κινδύνεψε στη διάρκεια της κρίσης να μείνει αδρανής, χάνοντας περισσότερο από το 60% των επενδυτικών της «καυσίμων».
Η ανάπτυξη του 2017 και η υποχώρηση της ανεργίας, όπως προβλέπει η Κομισιόν, δεν απέχουν πολύ. Εάν επιβεβαιωθούν αυτές οι προβλέψεις και εάν μέσα στην επόμενη διετία η Ελλάδα καταφέρει να γυρίσει σελίδα, τότε υπάρχουν ελπίδες να γίνει πραγματικότητα και το σενάριο για μια δεύτερη «χρυσή εποχή», σχεδόν είκοσι χρόνια μετά.