Περιβάλλον
Τρίτη, 10 Νοεμβρίου 2015 00:56

Κίνα: Κατηγορίες για παραποίηση στοιχείων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα

Η Κίνα καταναλώνει 17 τοις εκατό περισσότερο άνθρακα από ό,τι δηλώνει ετησίως, σύμφωνα με αποκαλυπτική έκθεση των New York Times. Δεδομένου του τεράστιου μεγέθους της χώρας, το ποσοστό αυτό ισοδυναμεί με ένα δισεκατομμύριο τόνους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και αποτελεί ένα τεράστιο πρόβλημα ρύπανσης.

Η Κίνα καταναλώνει 17 τοις εκατό περισσότερο άνθρακα από ό,τι δηλώνει ετησίως, σύμφωνα με αποκαλυπτική έκθεση των New York Times. Δεδομένου του τεράστιου μεγέθους της χώρας, το ποσοστό αυτό ισοδυναμεί με ένα δισεκατομμύριο τόνους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και αποτελεί ένα τεράστιο πρόβλημα ρύπανσης.

«Η Κίνα έχει καίει πολύ περισσότερο άνθρακα από ό,τι πιστεύαμε», δήλωσε ο Γιανγκ Φουτσιάνγκ, της μη-κερδοσκοπικής περιβαλλοντικής οργάνωσης Natural Resources Defence Council. «Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί η ποιότητα του αέρα της Κίνας είναι τόσο κακή, και είναι κάτι που οι διεθνείς ηγέτες πρέπει να λάβουν σοβαρά υπ’όψιν», πρόσθεσε.

Η παράλειψη στις δηλώσεις της Κίνας, η οποία από μόνη της αντιπροσωπεύει υψηλότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τις συνολικές εκπομπές της Γερμανίας, δυσχεραίνει το έργο των επερχομένων συνομιλιών για το κλίμα στη σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ στο Παρίσι στα τέλη του μήνα.

Τα νέα δεδομένα εμφανίστηκαν πρόσφατα σε μια στατιστική έκθεση ενέργειας που δημοσιεύτηκε χωρίς τυμπανοκρουσίες από τη στατιστική υπηρεσία της Κίνας, δείχνοντας ότι η κατανάλωση άνθρακα έχει υποτιμηθεί από το 2000, και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά, τα νέα στοιχεία προσθέτουν 544 εκατομμύρια τόνους στην κατανάλωση άνθρακα της Κίνας για το 2012, ισοδύναμη ποσότητα με περισσότερο από το 70 τοις εκατό της συνολικής ετήσιας κατανάλωσης άνθρακα των Ηνωμένων Πολιτειών.

«Βασικά δεδομένα μας θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν και οι διεθνείς φορείς θα πρέπει επίσης να ρυθμίσουν τις βάσεις δεδομένων τους. Αυτό είναι ανησυχητικό διότι πολλές προβλέψεις και δεσμεύσεις είχαν διαμορφωθεί με βάση τα προηγούμενα δεδομένα», δήλωσε ο Λιν Μποτσιάνγκ, διευθυντής του Κέντρου Έρευνας Ενεργειακών Οικονομικών του Πανεπιστημίου Ξιαμέν.