Κόσμος
Τρίτη, 18 Οκτωβρίου 2005 13:54

Την εφαρμογή της οδηγίας για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ζητά η Ε.Ε.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει σε 14 περιπτώσεις συνολικά τη διαδικασία επί παραβάσει κατά 12 κρατών - μελών λόγω παράλειψης μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο μίας ή περισσότερων από πέντε διαφορετικές οδηγίες για την εσωτερική αγορά.

Η Επιτροπή πρόκειται να παραπέμψει τις Κάτω Χώρες στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επειδή δεν κοινοποίησαν στην Επιτροπή τα εθνικά μέτρα για την εφαρμογή της οδηγίας του 2002 για τη χρηματοοικονομική ασφάλεια.

Επίσης, η Επιτροπή θα ζητήσει επισήμως από το Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα και την Πορτογαλία να εφαρμόσουν την οδηγία για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση.

Επiπλέον, η Γαλλία θα κληθεί επισήμως να εφαρμόσει την οδηγία για τη συμπληρωματική εποπτεία χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων. Στο μεταξύ, η Εσθονία θα λάβει επίσημο αίτημα να ενσωματώσει πλήρως στο εθνικό της δίκαιο την οδηγία που τροποποιεί τον ορισμό των «πιστωτικών ιδρυμάτων» στην τραπεζική οδηγία, ενώ η Λεττονία θα λάβει επίσημο αίτημα για διευκρινίσεις επί των μέτρων που έλαβε για να εφαρμόσει την οδηγία για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων. Τα αιτήματα αυτά λαμβάνουν τη μορφή «αιτιολογημένης γνώμης», η οποία συνιστά το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας επί παραβάσει του άρθρου 226 της συνθήκης ΕΚ. Εάν δεν υπάρξει ικανοποιητική απάντηση εντός δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ασφαλιστική διαμεσολάβηση: Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Λουξεμβούργο, Μάλτα και Πορτογαλία

Η Επιτροπή αποφάσισε να απευθύνει αιτιολογημένη γνώμη στο Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα και την Πορτογαλία, ζητώντας από αυτά τα δέκα κράτη μέλη να μεταφέρουν την οδηγία 2002/92/EK για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση στην εθνική νομοθεσία τους. Η οδηγία αυτή έπρεπε να έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο όλων των κρατών μελών έως τις 15 Ιανουαρίου 2005. Η αιτιολογημένη γνώμη εκδίδεται σε συνέχεια προειδοποιητικής επιστολής που είχε σταλεί σε 14 κράτη μέλη τον Μάρτιο του 2005. Στο μεταξύ, η Πολωνία, η Σλοβακία, η Σουηδία και η Φινλανδία κοινοποίησαν την εθνική εκτελεστική νομοθεσία, και έτσι η διαδικασία κατά αυτών των 4 κρατών θα διακοπεί.

Η οδηγία για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της Κομισιόν, βελτιώνει τις διαθέσιμες επιλογές και ενισχύει την προστασία των πελατών, ενώ παράλληλα βοηθά τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, π.χ. τους ασφαλειομεσίτες, να εμπορευτούν τις υπηρεσίες τους και εκτός συνόρων. Με την οδηγία απαιτείται από όλους τους διαμεσολαβητές να είναι εγγεγραμμένοι σε μητρώο στο κράτος μέλος καταγωγής τους. Για την εγγραφή των διαμεσολαβητών σε μητρώο απαιτούνται αυστηρές προϋποθέσεις. Εφόσον εγγραφούν στο κράτος μέλος καταγωγής τους, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές μπορούν να πωλούν ελεύθερα τις υπηρεσίες τους οπουδήποτε στην ΕΕ. Η ασυμμετρία που παρατηρείται σήμερα όσον αφορά την ενσωμάτωση της οδηγίας διαστρεβλώνει την αγορά και εμποδίζει τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να παρέχουν τις υπηρεσίες τους επί ίσοις όροις μέσα στην εσωτερική αγορά.

Οδηγία για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας: Κάτω Χώρες

Η Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει τις Κάτω Χώρες στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λόγω παράλειψης μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας για τη χρηματοοικονομική ασφάλεια (2002/47/ΕΚ). Η παραπομπή της υπόθεσης αυτής στο Δικαστήριο στηρίζεται στην αιτιολογημένη γνώμη που εστάλη τον Δεκέμβριο του 2004 (βλ. IP/04/1533).

Όλα τα κράτη μέλη έπρεπε να έχουν ενσωματώσει και εφαρμόσει την οδηγία έως τις 27 Δεκεμβρίου 2003. Το γεγονός ότι δεν ανταποκρίθηκαν όλα στην υποχρέωση αυτή διαστρεβλώνει και διαταράσσει το εναρμονισμένο σύστημα απλουστευμένων συμφωνιών παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, του οποίου η θέσπιση και η εγγυημένη εφαρμογή επιδιώκεται με την οδηγία αυτή.

Με την εν λόγω οδηγία θεσπίζεται ένα σαφές και ενιαίο νομοθετικό πλαίσιο σε όλη την ΕΕ για τη μείωση του πιστωτικού κινδύνου στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, το οποίο προβλέπει την παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας με τη μορφή χρηματοπιστωτικών μέσων και μετρητών. Η οδηγία αποτελεί μέτρο προτεραιότητας στο πλαίσιο του προγράμματος δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Η χρηματοοικονομική ασφάλεια είναι μια τεράστια αγορά στην ΕΕ, όπου η συνολική αξία μόνον των εκκρεμών συμβάσεων στην αγορά των συμφωνιών επαναγοράς («repos») εκτιμάται ότι ανέρχεται σε περίπου 2 τρισεκατομμύρια ευρώ.

Χρηματοοικονομική ασφάλεια είναι τα περιουσιακά στοιχεία (π.χ. χρεόγραφα) που παρέχει ο δανειολήπτης στον δανειστή για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο οικονομικής ζημίας του δανειστή σε περίπτωση που ο δανειολήπτης αδυνατεί να ανταποκριθεί πλήρως στις οικονομικές υποχρεώσεις του έναντι του δανειστή. Χρησιμοποιείται επίσης για να προστατεύει και τα δύο μέρη από τους κινδύνους των συναλλαγών επαναγοράς και παραγώγων μέσων, μεταξύ άλλων. Πριν από την έκδοση της οδηγίας, οι διαχειριστές αγοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν αντιμέτωποι με μεγάλες διαφορές στα εθνικά νομοθετικά πλαίσια για την παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας, πράγμα που προκαλούσε αβεβαιότητα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της χρηματοοικονομικής ασφάλειας στις διασυνοριακές συναλλαγές.

Συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων: Γαλλία

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απηύθυνε αιτιολογημένη γνώμη στη Γαλλία λόγω ελλιπούς μεταφοράς της οδηγίας 2002/87/EK για τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων. Οι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων είναι διατομεακοί χρηματοπιστωτικοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται τόσο στον τομέα των τραπεζικών/επενδυτικών υπηρεσιών όσο και στον ασφαλιστικό τομέα. Με την οδηγία αυτή θεσπίζονται ειδικά μέτρα για την προληπτική εποπτεία αυτών των χρηματοπιστωτικών ομίλων με σκοπό να εξασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική ευρωστία και η φερεγγυότητά τους. Η δέουσα εφαρμογή της οδηγίας από όλα τα κράτη μέλη θα ωφελήσει τους καταναλωτές, τους καταθέτες και τους επενδυτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση με την τόνωση της αποδοτικότητας της χρηματοπιστωτικής αγοράς και την αύξηση του ανταγωνισμού. Η οδηγία είναι μέτρο προτεραιότητας στο πλαίσιο του προγράμματος δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Δραστηριότητα ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος: Εσθονία

Η Επιτροπή απηύθυνε αιτιολογημένη γνώμη στην Εσθονία λόγω ελλιπούς μεταφοράς της οδηγίας 2000/28/EK, με την οποία τροποποιείται ο ορισμός των πιστωτικών ιδρυμάτων στην τραπεζική οδηγία (οδηγία 2000/12/EK για την ανάληψη, την άσκηση και την προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων), προκειμένου να περιληφθούν τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.

Έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων: Λεττονία

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να απευθύνει αιτιολογημένη γνώμη στη Λεττονία, ζητώντας της αναλυτικές εξηγήσεις επί των μέτρων που έλαβε για να ενσωματώσει στο εθνικό της δίκαιο την οδηγία 98/44/EK για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων. Για τα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004, η οδηγία αυτή αποτελεί μέρος του «κοινοτικού κεκτημένου». Σκοπός της οδηγίας είναι η διευκρίνιση ορισμένων αρχών του ουσιαστικού δικαίου ευρεσιτεχνίας που εφαρμόζεται στις βιοτεχνολογικές εφευρέσεις, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη συμμόρφωση με αυστηρούς δεοντολογικούς κανόνες. Οι διευκρινίσεις αυτού του είδους έχουν καταστεί απαραίτητες στην προσπάθεια να αξιοποιηθούν πλήρως οι ιατρικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές δυνατότητες της βιοτεχνολογίας βάσει αυστηρών κανόνων δεοντολογίας. Σήμερα μόνον τρία κράτη μέλη δεν έχουν μεταφέρει ακόμη την οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο: η Ιταλία, η Λεττονία και το Λουξεμβούργο. Η παράλειψη μεταφοράς ορθώνει εμπορικούς φραγμούς και παρακωλύει την εσωτερική αγορά, οδηγώντας τον τομέα της ευρωπαϊκής βιοτεχνολογίας σε πολύ μειονεκτική θέση.

Ο κ. Charlie McCreevy, αρμόδιος Επίτροπος για θέματα εσωτερικής αγοράς και υπηρεσιών, προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Τα κράτη μέλη σημείωσαν προσφάτως εντυπωσιακή συνολική πρόοδο στην εφαρμογή της νομοθεσίας για την ενιαία αγορά, αλλά ορισμένα από αυτά εξακολουθούν να κινούνται με αργούς ρυθμούς. Όταν μια οδηγία δεν εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις ολόκληρης της Ευρώπης στερούνται μέρος από τα οφέλη της ενιαίας αγοράς και των μέτρων που έχουν εγκρίνει και οι ίδιες οι δικές τους κυβερνήσεις. Η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να βοηθήσει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν εγκαίρως τη νομοθεσία, αλλά θα συνεχίσει να λαμβάνει διορθωτικά μέτρα στις περιπτώσεις που αυτό κρίνεται αναγκαίο.»