Απόψεις
Τρίτη, 20 Οκτωβρίου 2015 07:00

Γκρεμίζοντας τον πήχυ

«Στην Ελλάδα πλέον δεν έχεις τη βάση για να πας σε bail in». Είναι η απάντηση που έδωσε σε συζήτηση με τη «Ν» κορυφαίος παράγοντας του τραπεζικού συστήματος στη Γερμανία, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.

Από την έντυπη έκδοση

Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]

«Στην Ελλάδα πλέον δεν έχεις τη βάση για να πας σε bail in». Είναι η απάντηση που έδωσε σε συζήτηση με τη «Ν» κορυφαίος παράγοντας του τραπεζικού συστήματος στη Γερμανία.

Στον βαθμό που οι εξελίξεις επιβεβαιώσουν την αφοπλιστική αυτή τοποθέτηση, ενδεικτική των πληγμάτων που έχει υποστεί το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, αναδύονται με ανορθόδοξο τρόπο και κάποια θετικά μηνύματα. Πρώτον, η Ελλάδα δεν θα εκτεθεί περαιτέρω απέναντι στους λιγοστούς επενδυτές που την εμπιστεύτηκαν. Δεύτερον, δεν θα δεχθούν τη χαριστική βολή οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έχουν απομείνει ως βασικός κορμός των καταθετών. Τρίτον, δεν θα χρειαστεί να τεθεί σε δοκιμασία η αξιοπιστία της εγγύησης των καταθέσεων κάτω των 100.000 ευρώ, την οποία έως και το τέλος του 2015 παρέχει το λαβωμένο ελληνικό κράτος και από το νέο έτος το ευρωπαϊκό σύστημα -αν και πρακτικά μπορούν με έμμεσους τρόπους να θιγούν και οι χαμηλότερες καταθέσεις- εν μέσω της επίσημης πρόβλεψης για τη δυνατότητα bail in στους καταθέτες.

Οι βασικοί παίκτες στη Γερμανία, κατ’ επέκταση στην Ευρωζώνη, είναι ένθερμοι υποστηρικτές της διάσωσης των τραπεζών με ίδια μέσα. Στην περίπτωση της Ελλάδας δεν τους προβληματίζουν παράμετροι όπως το γεγονός ότι η χώρα χρειάζεται όσο ποτέ να οικοδομήσει ένα αξιόπιστο προφίλ απέναντι στους Ελληνες και ξένους επενδυτές. Προσεγγίζουν τις δυνητικές συνέπειες ως προέκταση του ρίσκου το οποίο εξαρχής αναλαμβάνει μια επένδυση. 

Εκτιμούν ωστόσο ότι, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα μεγέθη, η επιβάρυνση των ιδιωτών επενδυτών δεν έχει να προσφέρει πολλά και από την άλλη πλευρά ένα «κούρεμα» των καταθετών στην ουσία θα έπληττε τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, οι οποίοι ήδη αγωνίζονται μέσα σε ένα εφιαλτικό περιβάλλον.

«Ηθικά» άλλωστε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν ανήκει σε περιπτώσεις όπως αυτές της Ιρλανδίας ή της Κύπρου, καθώς σε γενικές γραμμές δεν αντιμετωπίζει προβλήματα με «φούσκες» και «τοξικά» παράγωγα. Υποφέρει βεβαίως λόγω της πολυετούς ύφεσης από το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων, μέσα από το οποίο περνά τελικά η λύση για τις ελληνικές τράπεζες. 

Όσο για το άλλο σκέλος της ελληνικής εξίσωσης, το δημόσιο χρέος, προς το παρόν οι προσδοκίες της Αθήνας φαίνεται πως παραμένουν προσδοκίες της Αθήνας. «Όταν τα επιτόκια είναι χαμηλά, το χρέος είναι βιώσιμο. Το ελληνικό χρέος δεν είναι πιεστικό θέμα. Το ζήτημα είναι η Ελλάδα να αποκτήσει πιστοληπτική ικανότητα ΑΑΑ, όπως οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Δεν θα πρέπει να αναμένονται περαιτέρω παρεμβάσεις, πόσω μάλλον αν προηγουμένως η ελληνική κυβέρνηση δεν εφαρμόσει πιστά τις μεταρρυθμίσεις».

Ας κρατά λοιπόν κανείς μικρό καλάθι, ιδίως σε συνδυασμό με πρόσφατη χαρακτηριστική αποστροφή υπουργού της κυβέρνησης, που φανερώνει την απόσταση η οποία εξακολουθεί να χωρίζει τις προτεραιότητες των δύο πλευρών. «Κανείς δεν μπορεί να εφαρμόσει αυτό το πρόγραμμα. Το ζήτημα είναι να βάλουμε μπροστά ορισμένα πράγματα ώστε να σταθεροποιηθεί κάπως το περιβάλλον».