Η πρώτη ελληνική εγγραφή στο Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος της Unesco «Μνήμη του Κόσμου» είναι πλέον γεγονός, καθώς η Διεθνής Συμβουλευτική Επιτροπή του Προγράμματος, αποφάσισε την εγγραφή του Πάπυρου του Δερβενίου στον Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος της Unesco «Μνήμη του Κόσμου».
Η πρώτη ελληνική εγγραφή στο Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος της Unesco «Μνήμη του Κόσμου» (Memory of the World) είναι πλέον γεγονός, καθώς η Διεθνής Συμβουλευτική Επιτροπή του Προγράμματος, που συνεδρίασε στο Αμπού Ντάμπι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων από τις 4 έως τις 6 Οκτωβρίου, αποφάσισε την εγγραφή του Πάπυρου του Δερβενίου στον Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος της Unesco «Μνήμη του Κόσμου».
Η υποβολή του φακέλου της υποψηφιότητας έγινε από την πρόεδρο της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την Unesco, Αικατερίνη Τζιτζικώστα, βάσει προτάσεως της Ελληνικής Επιτροπής για το Πρόγραμμα «Μνήμη του Κόσμου», πρόεδρος της οποίας είναι ο Ομότιμος Καθηγητής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτης Νικολόπουλος. Για την επιστημονική τεκμηρίωση της υποψηφιότητας, η Επιτροπή συνεργάστηκε με την Διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, Πολυξένη-Αδάμ Βελένη.
Πρόκειται για ένα σημαντικό γεγονός που θα συμβάλει στην περαιτέρω ανάδειξη, στη διαφύλαξη και προώθηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, αποτελώντας ταυτόχρονα προστιθέμενη αξία για την εξωστρέφεια που τόσο ανάγκη έχει η Ελλάδα. Το Πρόγραμμα της Unesco «Μνήμη του Κόσμου» θέτει ως βασικό στόχο τη διαφύλαξη, έναντι της φθοράς και της λήθης, και την ανάδειξη, μέσω της συντήρησης και της διασφάλισης πλήρους προσβασιμότητας, της τεκμηριωμένης κληρονομιάς της ανθρωπότητας (ήτοι χειρογράφων, εικονογραφήσεων, αρχείων, ντοκουμέντων, ταινιών κτλ.).
Ο Πάπυρος του Δερβενίου αποτελεί το αρχαιότερο σωζόμενο αναγνώσιμο «βιβλίο» της Ευρώπης. Χρονολογείται μεταξύ 340 και 320 π.Χ.. Ωστόσο, το περιεχόμενό του φέρεται να αναπαράγει προγενέστερο κείμενο που ανάγεται μεταξύ 420 και 410 π.Χ..
Το εύρημα είναι κομβικής σημασίας για τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και φιλοσοφίας, καθώς αποδεικνύει την πρώιμη χρονολόγηση των Ορφικών ποιημάτων και προσφέρει μια ιδιαίτερη εκδοχή της Προσωκρατικής φυσικής. Αποτελεί, επίσης, παρακαταθήκη για όλη την ανθρωπότητα, καθώς αντανακλά οικουμενικές αξίες και επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε πανανθρώπινα και διαχρονικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία του κόσμου, τη μεταθανάτια ζωή και τη συγκρότηση ευνομούμενων κοινωνιών.
Ο Πάπυρος ανακαλύφθηκε το 1962 στο Δερβένι Θεσσαλονίκης στη νεκρική πυρά τάφου, από πλούσια κτερισμένη συστάδα τάφων των ύστερων κλασικών χρόνων. Διασώθηκε, αν και κατακερματισμένος, επειδή απανθρακώθηκε μερικώς.
Η σημασία του αναγνωρίστηκε αμέσως από τον ανασκαφέα Πέτρο Θέμελη και κατόπιν από τον αρχαιολόγο Χαράλαμπο Μακαρόνα, ενώ ο Αυστριακός ειδικός Α. Φάκελμαν ξετύλιξε αμέσως τον κύλινδρο και τοποθέτησε τα σπαράγματα σε υπόστρωμα από στυπόχαρτο, το οποίο συμπιέστηκε μεταξύ δύο υαλοπινάκων, που κατόπιν σφραγίστηκαν.
Ο Πάπυρος έχει χαρακτηριστεί ως «η σημαντικότερη νέα μαρτυρία για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και θρησκεία που εμφανίστηκε από την εποχή της Αναγέννησης», αλλά παράλληλα και «η πιο δύσκολη στην κατανόησή της».