Απόψεις
Πέμπτη, 10 Σεπτεμβρίου 2015 13:42

Λίγα ακόμη περί χρέους και «εταίρων»

Δεν θα είναι ακριβώς ενθουσιώδης η υποδοχή που αναμένεται να έχει στο Eurogroup της 12ης Σεπτεμβρίου στο Λουξεμβούργο -ανάμεσα από τα δυο debates της προεκλογικής μας εκστρατείας: έτσι μετράει, βλέπετε, για την Ελλάδα ο χρόνος...- ο Γιώργος Χουλιαράκης, αυτήν τη φορά ως υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών, γράφει ο Α. Δ. Παπαγιαννίδης.

Από την έντυπη έκδοση

Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]

Δεν θα είναι ακριβώς ενθουσιώδης η υποδοχή που αναμένεται να έχει στο Eurogroup της 12ης Σεπτεμβρίου στο Λουξεμβούργο -ανάμεσα από τα δυο debates της προεκλογικής μας εκστρατείας: έτσι μετράει, βλέπετε, για την Ελλάδα ο χρόνος...- ο Γιώργος Χουλιαράκης, αυτήν τη φορά ως υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών.

Οχι τίποτε άλλο, αλλά θα υπάρξουν ερωτηματικά για το πώς πορεύονται, παρά την προεκλογικότητα των ημερών, οι πρόδρομες εργασίες για τις ντουζίνες των παρεμβάσεων που περιλαμβάνει η φρέσκια Συμφωνία/Μνημόνιο.

Η οποία, θυμίζουμε, στο ξεκίνημά της τουλάχιστον, έχει το χαρακτηριστικό τού και χρονικά συγκεκριμένου: μπορεί να «φεύγει» η πρώτη αξιολόγηση/επιθεώρηση εκταμίευση των εναπομεινάντων 3 δισ. της πρώτης δόσης για Νοέμβρη, όμως οι δράσεις που απαιτούνται και η διαμόρφωση συγκεκριμένων προαπαιτούμενων για τη συνέχεια δεν έχουν καθόλου «φύγει». (Τώρα, αν θα βρει ανθρώπους να ενημερώσει στην Αθήνα για το κλίμα και το περιεχόμενο του Eurogroup ο Γ. Χουλιαράκης, άλλη ιστορία αυτή...)

Εν τω μεταξύ, με τη γνώριμη μέθοδο των διαρροών «από Βρυξέλλες» -ο όρος συχνά καλύπτει και Φραγκφούρτη/ΕΚΤ, αν μη και Βερολίνο- μαθαίναμε εκείνο που είχε φανεί ήδη την προηγούμενη εβδομάδα. Οτι, δηλαδή, τα πράγματα κινούνται γρήγορα στα πεδία της διευθέτησης/ελάφρυνσης του χρέους.

Ομως, την ίδια στιγμή, οι απαιτήσεις πολιτικής ουσίας προκειμένου να ξεκολλήσει το ζήτημα (που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταστήσει λίγο-πολύ κέντρο του αφηγήματος επιτυχίας του στη διαπραγμάτευση, αλλά δίσταζε παράδοξα να το «θυμηθεί» τώρα τελευταία) γίνονται όλο και πιο συγκεκριμένες.

Ετσι, είχαμε την περασμένη εβδομάδα -ο αναγνώστης θα το θυμάται- και τον εκπρόσωπο της Κριστίν Λαγκάρντ και τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Τζακ Λιου, αλλά και πηγές της ΕΚΤ να εξηγούν/να αποδέχονται ότι βρίσκεται προ των θυρών μετακίνηση του δόγματος από τη διαβόητη βιωσιμότητα του χρέους (με το τοτεμικό 120% του ΑΕΠ να απειλεί σαν λαιμητόμος) στην «εξυπηρετησιμότητα».

Αυτό το πέρασμα, από το αν ένα stock χρέους είναι sustainable στο αν τα flows της οικονομίας μπορεί να το κάνουν serviceable, είναι όλη η διαφορά για να προχωρήσει η συζήτηση για την Ελλάδα. Ενώ όμως ο φίλος μας Ντέισελμπλουμ δήλωνε κι αυτός ότι «η ευρεία πλειοψηφία που υπερψήφισε το Πρόγραμμα θα μπορούσε να διευρυνθεί [...]

Στο παλιό πρόγραμμα υπήρχε παράγραφος ότι οι όροι δανειοδότησης θα χαλαρώσουν με παράταση του χρόνου αποπληρωμής, μείωση των επιτοκίων κοκ, [παράγραφος] που επανενεργοποιήθηκε», (αποκηρύσσοντας βέβαια το ονομαστικό κούρεμα), η νέα φάση διαρροών έσπευσε να διευκρινίσει ότι θα χρειαστεί «ευρύτερη νομιμοποίηση» στη μετεκλογική κυβέρνηση, αν είναι να προχωρήσει η ουσιαστική συζήτηση για το χρέος.

Ενώ, δε, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έσπευσε με τη σειρά του να θυμίσει ότι «προαπαιτούμενο για την ανάπτυξη είναι η ρύθμιση του χρέους [...] Αυτό ήταν προτεραιότητα του ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με άλλα κόμματα που κυβέρνησαν και θεωρούσαν το χρέος βιώσιμο», υπήρξε πρόσθετη, σχεδόν διευκρινιστική διαρροή Βρυξελλών ότι «θα ήταν ανόητος κανείς» να προχωρήσει διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος «με μόνο 50% του ελληνικού λαού να στηρίζει».

Εδώ, καθώς βρισκόμαστε σε απόσταση αναπνοής από τις κάλπες και τα δημοσκοπικά δείχνουν μικρή απόσταση ανάμεσα στα δύο πρώτα κόμματα, διαγράφεται μια προοπτική και συνάμα παρουσιάζεται ένας κίνδυνος. Η προοπτική: όπως ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ συνειδητοποίησε στη συνθλιπτική διαπραγμάτευση τι επιβάλλουν οι συσχετισμοί στην Ευρώπη -και τώρα βλέπουμε ότι οι θεωρούντες ότι «εμείς θα ορίσουμε τον κόσμο», συσπειρωμένοι στη ΛΑΕ Λαφαζάνη/Ζωής, δεν πολυπείθουν την κοινή γνώμη...- έτσι πλέον τείνει να διαμορφωθεί μια συνείδηση του ότι αν (ΑΝ) είναι να προχωρήσει η υπόθεση του χρέους, θα χρειαστούν ευρύτερες συναινέσεις.

Ενώ ο Αλέξης Τσίπρας μένει στη θέση της μη συνεργασίας με τη Ν.Δ. (όπου ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έκανε τις συνεργασίες βασική του στρατηγική επιλογή, όταν βρισκόταν σε θέση αδυναμίας), από πλευράς του Γιάννη Δραγασάκη ήδη επισημαίνεται η εφικτότητα «να μπουν στο μέλλον οι βάσεις για προγραμματικές συγκλίσεις» όσο κι αν στηρίζεται η επίσημη επιδίωξη της αυτοδυναμίας.

Ο κίνδυνος; Ο κίνδυνος είναι η πίεση που ασκείται προς την κατεύθυνση ακριβώς αυτή από πλευράς Βρυξελλών να λειτουργήσει υπονομευτικά γι’ αυτό που (υποτίθεται ότι) επιδιώκει. Θυμηθείτε πως οι πιέσεις π.χ. Γιούνκερ στην τελική ευθεία προς τις εκλογές του Ιανουαρίου (για «οικείες πολιτικές δυνάμεις» που εύχονταν να δουν στην εξουσία στην Ελλάδα) οδήγησαν όχι απλώς σε ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σε εκδοχή Βαρουφάκη. Μπορεί όσοι στόχευσαν τη διευθέτηση του χρέους, τώρα να την υπονομεύσουν;