Την υλοποίηση σειράς έργων αναβάθμισης των υποδομών της Κεντρικής Αγοράς Αθηνών για τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και την αναβάθμιση της εργασίας των απασχολούμενων στο χώρο, ανακοίνωσε ο υφυπουργός Ανάπτυξης Γιάννης Παπαθανασίου, κατά την επίσκεψή του στη Διοίκηση του Οργανισμού Κεντρικής Αγοράς Αθηνών (Κ.Α.Α.).
Οπως επίσης είπε ο κ. Παπαθανασίου η κυβέρνηση εξετάζει τη μετεγκατάσταση της Κεντρικής Αγοράς Αθηνών, μερική ή ολική, σε άλλη περιοχή της Αττικής, με τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Όπως τονίστηκε, στο πλαίσιο της αναβάθμισης της Κ.Α.Α., ο Οργανισμός εντάχθηκε στο Πρόγραμμα Κοινωνία της Πληροφορίας και εξασφάλισε χρηματοδότηση για την ηλεκτρονικοποίηση των λειτουργιών και την εγκατάσταση Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (ΟΠΣ- (ΟΠΣ-ERP). Το ERP θα είναι πλήρως λειτουργικό το α’ τρίμηνο του 2006.
Παράλληλα αναπτύσσονται δράσεις, σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς (Γ.Γ.Ε., Δήμους, Νομαρχία, Αστυνομία) για την πάταξη του παραεμπορίου και τους συστηματικούς ελέγχους στις επιχειρήσεις που λειτουργούν εκτός Λαχαναγοράς, ενώ εντείνονται οι προσπάθειες για την προσέλκυση νέων επιχειρήσεων εμπορίας στην Κ.Α.Α..
Τέλος, ο κ. υφυπουργός αναφέρθηκε στην κατασκευή της νέας κρεαταγοράς Αθηνών, έργο που εκκρεμεί από τα μέσα της δεκαετίας του ΄90. Όπως είπε ο κ. Παπαθανασίου, μέχρι το τέλος του 2002, για έξι χρόνια, δεν είχε γίνει απολύτως τίποτα και μετά από πίεση της Ε.Ε. η κατασκευή του έργου προχωρεί βεβιασμένα από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Η νέα διοίκηση, πρόσθεσε ο υφυπουργός, ανέλαβε και προώθησε με συντονισμένες δράσεις το έργο της Νέας Αγοράς Κρέατος Αθηνών. Ήδη έχει επιτευχθεί η ένταξη στο κτηματολόγιο, η έκδοση νόμιμης άδειας ανοικοδόμησης και η έναρξη των εργασιών κατασκευής, ενώ έχει γίνει αίτηση για επιδότηση από το Γ’ ΚΠΣ του έργου της β’ φάσης του έργου.
Η Κεντρική Αγορά Αθηνών, σημείωσε ο κ. Παπαθανασίου, λειτουργεί, εφαρμόζοντας πρακτικές σύγχρονου management, έχει βελτιώσει σημαντικά τα οικονομικά μεγέθη της, προχωρά σε εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων της, έτσι ώστε οι εργαζόμενοι και οι επαγγελματίες στο χώρο να απασχολούνται σε σύγχρονες και ασφαλείς για την υγεία τους συνθήκες, ενώ αποτελεί σημαντικό μηχανισμό συγκράτησης των τιμών, προς όφελος του καταναλωτή.