Ο πληθωρισμός προοδευτικά διαβρώνει τα πλεονεκτήματα της υποτίμησης, το εμπορικό ισοζύγιο καταγράφει κάποια βελτίωση, οι εξαγωγές δεν φέρνουν απαραίτητα την ανάπτυξη, η απασχόληση μάλλον δεν αυξάνεται και ο κίνδυνος μείωσης των μισθών είναι δεδομένος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Ο πληθωρισμός προοδευτικά διαβρώνει τα πλεονεκτήματα της υποτίμησης, το εμπορικό ισοζύγιο καταγράφει κάποια βελτίωση, οι εξαγωγές δεν φέρνουν απαραίτητα την ανάπτυξη, η απασχόληση μάλλον δεν αυξάνεται και ο κίνδυνος μείωσης των μισθών είναι δεδομένος. Τεχνική ανάλυση των μελετητών του Levy Economics Institute, Riccardo Realfonzo και Angelantonio Viscione, εξετάζει τις περιπτώσεις 26 χωρών μετά το 1980 οι οποίες αντιμετώπισαν νομισματικές κρίσεις και εγκατέλειψαν τα αντίστοιχα συναλλαγματικά συστήματα.
Το δείγμα της μελέτης αφορά 7 περιπτώσεις με υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα: Αυστραλία (1985), Φινλανδία (1993), Ισλανδία (1985), Ιταλία (1993), Νότια Κορέα (1998), Ισπανία (1983), Σουηδία (1993) και 21 περιπτώσεις με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα: Αργεντινή (2002), Λευκορωσία (1999), Βραζιλία (1999), Χιλή (1982), Κόστα Ρίκα (1981 και 1991), Αίγυπτος (2003), Γουατεμάλα (1990), Ονδούρα (1990), Ινδονησία (1998), Καζακστάν (1999), Μεξικό (1995), Παραγουάη (1989), Περού (1988), Πολωνία (1990), Ρουμανία (1990), Νότια Αφρική (1984), Σουρινάμ (1994), Τουρκία (1999), Ουρουγουάη (1982 και 2002).
Μετά την υποτίμηση, ο πληθωρισμός
Μέσα από την ιστορική εμπειρία των συγκεκριμένων οικονομιών υπήρξε μια μέση πτώση της τάξης του 558%, δηλαδή 5,5 φορές, έναντι του δολαρίου. Η υποτίμηση του νομίσματος στις χώρες υψηλού εισοδήματος ήταν περίπου 32%. Για παράδειγμα, το 1993 στην Ιταλία η λίρα υποτιμήθηκε κατά 27,69% έναντι του δολαρίου. Επιπλέον σημαντικό στοιχείο αποτελεί η μέση επαύξηση του πληθωρισμού των 26 χωρών έναντι των ΗΠΑ, η οποία κατά το έτος της νομισματικής κρίσης ανέρχεται σε σχεδόν 58% και μέσα στα επόμενα δύο χρόνια σε σχεδόν 450%, εξαλείφοντας το 80% του ανταγωνιστικού οφέλους το οποίο προέκυψε από την υποτίμηση.
Πάντως, καταγράφεται σημαντική διαφορά μεταξύ της εμπειρίας των οικονομιών υψηλών εισοδημάτων και της εμπειρίας των οικονομιών χαμηλών εισοδημάτων, οι οποίες αντιμετωπίζουν σαφώς δυσμενέστερες επιπτώσεις.
Εμπορικό ισοζύγιο δύο ταχυτήτων
Θετικό αποτέλεσμα μιας εγκατάλειψης του ευρώ θεωρείται η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, μέσω της δημιουργίας προσδοκιών για ανάπτυξη των εξαγωγών και περιορισμό των εισαγωγών.
Πράγματι, στις χώρες υψηλού εισοδήματος, όπου οι νομισματικές κρίσεις δεν προκάλεσαν τις καταστροφικές συνέπειες τις οποίες προκάλεσαν (συν τοις άλλοις από θεσμική και πολιτική άποψη) στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, το εμπορικό ισοζύγιο βελτιώθηκε αρκετά, κατά μέσο όρο περισσότερο από 3 μονάδες του ΑΕΠ, με σημείο αναφοράς την πρώτη διετία και την πρώτη τριετία - μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε η Αυστραλία (1985), όπου το εμπορικό ισοζύγιο δεν βελτιώθηκε αμέσως μετά την υποτίμηση. Ωστόσο, στις χώρες χαμηλών εισοδημάτων καταγράφονται κατά μέσο όρο πολύ μικρές μεταβολές στο εμπορικό ισοζύγιο.
Οι εξαγωγές δεν σημαίνουν πάντα ανάπτυξη
Ο ρυθμός ανάπτυξης, επί του συνόλου των 26 χωρών, δεν ήταν θετικός. Βεβαίως, σε αντίθεση με τις χώρες χαμηλού εισοδήματος, στις χώρες υψηλού εισοδήματος καταγράφηκε αύξηση του μέσου ρυθμού ανάπτυξης, από 1,2% δύο χρόνια πριν από την υποτίμηση, σε 2,2% δύο χρόνια μετά την υποτίμηση.
Πρακτικά, την εξέλιξη αυτή οδήγησε η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, η οποία δεν καταγράφηκε στις χώρες χαμηλού εισοδήματος. Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι τα ποσοστά ανάπτυξης δεν αυξήθηκαν σε όλες τις χώρες υψηλού εισοδήματος. Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Ιταλίας, παρά το γεγονός ότι το εμπορικό της ισοζύγιο αυξήθηκε κατά περισσότερες από 3 μονάδες του ΑΕΠ.
Σχετική η εξέλιξη της ανεργίας
Με σημείο αναφοράς το σύνολο των 26 χωρών, η ανεργία μειώθηκε σταδιακά και κατά μέσο όρο 1% μέσα σε 3 χρόνια από το ξέσπασμα της νομισματικής κρίσης. Μάλιστα, στις χώρες υψηλού εισοδήματος η ανεργία παρέμεινε απολύτως στάσιμη. Ειδικότερα, σε ορισμένες χώρες, όπως η Ιταλία, η ανεργία αυξήθηκε σημαντικά. Οι διαφορές οι οποίες εντοπίζονται από χώρες σε χώρες σχετίζονται και με τα θεσμικά και κανονιστικά πλαίσια τα οποία υιοθετούνται σε καθεμία από τις περιπτώσεις.
Δεδομένη απειλή για τους μισθούς
Μέσα στα πρώτα 3 χρόνια μετά την υποτίμηση στο σύνολο των 26 χωρών, κατά μέσο όρο, σημειώθηκε δραστική πτώση των πραγματικών μισθών και των μεριδίων εργασίας, γεγονός που αποδίδεται στις πληθωριστικές διεργασίες οι οποίες με τη σειρά τους οδηγούν σε μια αναδιανομή από τους μισθούς στα κέρδη και τα μισθώματα.
Ακόμη και στις χώρες υψηλού εισοδήματος καταγράφηκε μείωση των μεριδίων εργασίας κατά 7,8% μέσα σε 3 χρόνια, γεγονός που ώθησε προς τα κάτω και την εσωτερική ζήτηση για καταναλωτικά αγαθά, λειτουργώντας ως τροχοπέδη για την τόνωση της απασχόλησης.