Ισορροπίες «τρόμου» από σήμερα στην κυβέρνηση, καθώς έως την υπογραφή της συμφωνίας με τους εταίρους θα ακροβατεί σε τεντωμένο σχοινί με το βλέμμα στραμμένο από τη μια στις εσωκομματικές αναταράξεις, που ενέχουν τον κίνδυνο σχίσματος το οποίο αναπόφευκτα θα οδηγήσει στις κάλπες και από την άλλη στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές που «προσγειώθηκαν» στην Αθήνα φέρνοντας στις αποσκευές τους και νέα «δώρα».
Από την έντυπη έκδοση
Των Γ. Κούρου και Ν. Μπέλλου
Ισορροπίες «τρόμου» από σήμερα στην κυβέρνηση, καθώς έως την υπογραφή της συμφωνίας με τους εταίρους θα ακροβατεί σε τεντωμένο σχοινί με το βλέμμα στραμμένο από τη μια στις εσωκομματικές αναταράξεις, που ενέχουν τον κίνδυνο σχίσματος το οποίο αναπόφευκτα θα οδηγήσει στις κάλπες και από την άλλη στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές που «προσγειώθηκαν» στην Αθήνα φέρνοντας στις αποσκευές τους και νέα «δώρα».
Ο Γολγοθάς ξεκινά από σήμερα, οπότε το οικονομικό επιτελείο θα δεχτεί το «βάπτισμα του πυρός» στην πρώτη «μάχη» με τα τεχνικά κλιμάκια, ενώ από αύριο όλα τα εμπλεκόμενα υπουργεία στην εφαρμογή του νέου μνημονίου θα «χορεύουν» στους ρυθμούς των επικεφαλής του κουαρτέτου, την Ντέλια Βελκουλέσκου από το ΔΝΤ, γνωστή και από τις επισκέψεις της στην Κύπρο, τον Ντέκλαν Κοστέλο από την Κομισιόν, τον Ράσμους Ρούφερ, ο οποίος είναι ο διάδοχος του Κλάους Μαζούχ, από την ΕΚΤ, αλλά και του νέου «παίκτη» στην ομάδα, του Νικολά Γκιαμαρόλι, από τον ESM.
Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, που στην κορυφή της έχει τον πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) Γιώργο Χουλιαράκη, θα έχει ομολογουμένως δύσκολο έργο αφού, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι «δεν υπάρχει θέμα πρόσθετων προαπαιτούμενων μέτρων» και ότι «αυτήν τη στιγμή, προέχει η υλοποίηση της συμφωνίας της Συνόδου Κορυφής του Ιουλίου», οι δανειστές συνεχίζουν να εξαπολύουν «πυρά» υπογραμμίζοντας ότι δεν κάνουν λόγο για νέα προαπαιτούμενα, αλλά για νέες μεταρρυθμίσεις που θα συνοδεύουν, εφόσον όλα φυσικά πάνε καλά στις διαπραγματεύσεις, την εκταμίευση της πρώτης δόσης του νέου δανείου στις 20 Αυγούστου.
Αυτό ουσιαστικά σημαίνει πολύ απλά, με βάση και τις γνωστές «εμμονές» τους, ότι άμεσα θα βάλουν στο τραπέζι τις μειώσεις συντάξεων και τις αυξήσεις ορίων συνταξιοδότησης, νέους φόρους, αλλαγές στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και παρεμβάσεις στα εργασιακά προκειμένου να «κλειδώσει» η τελική συμφωνία.
Ταυτόχρονα, έχουν ήδη αναφέρει ότι θα ζητήσουν την άμεση κατάργηση μέτρων και πολιτικών της κυβέρνησης που έχουν θεσμοθετηθεί χωρίς τη συμφωνία των θεσμών, με έμφαση σε αυτές που καταργούν ήδη ψηφισμένα μέτρα των προηγούμενων δύο μνημονίων.
Σε κάθε περίπτωση από σήμερα θα ξεκινήσει η συλλογή στοιχείων από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους όπου, όπως έχει ήδη επισημάνει η «Ν», θα εξεταστεί η πορεία των προϋπολογισμού και η οικονομική κατάσταση των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, προκειμένου να καταστεί εφικτός ο εκ νέου καθορισμός των δημοσιονομικών στόχων, ειδικά αυτών που αφορούν το πρωτογενές πλεόνασμα, την ώρα που η ελληνική οικονομία βυθίζεται και πάλι στην ύφεση με τις προβλέψεις να την εκτινάσσουν και άνω του 4% για φέτος.
Οι διαπραγματεύσεις βέβαια κάθε άλλο παρά εύκολες θα είναι αφού από το τραπέζι δεν μπορεί να απουσιάσει το αγαπημένο θέμα της εκπροσώπου του ΔΝΤ Ντέλια Βελκουλέσκου, που δεν είναι άλλο από το ασφαλιστικό.
Ενα θέμα «καυτό» για την κυβέρνηση, η οποία σίγουρα θα προσπαθήσει να το αποφύγει, όμως οι «μαύρες τρύπες» των ταμείων δύσκολα θα αφήσουν «ασυγκίνητο» το κουαρτέτο, που έχει διαμηνύσει για την ανάγκη μείωσης των κύριων συντάξεων ακόμη και κατά 30%, για την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων μέσω της θέσπισης μεγαλύτερων ποινών για τις πρόωρες αποχωρήσεις, αλλά και για την κατάργηση του ΕΚΑΣ που οδηγεί σε μικρότερες συντάξεις περίπου 350.000 δικαιούχους.
Εκτός όμως από το ασφαλιστικό, το «μενού» αναμένεται ότι θα περιλαμβάνει ακόμη μέτρα και χρονοδιαγράμματα για τις εξής νέες παρεμβάσεις:
Το μήνυμα της Κομισιόν
Τους όρους του «παιχνιδιού» καθόρισε από χθες, πριν καν αρχίσουν επί ελληνικού εδάφους οι επαφές μεταξύ των δυο πλευρών, η Κομισιόν που κατέστησε σαφές ότι η εκταμίευση της πρώτης δόσης του νέου δανείου θα συνοδεύεται από προαπαιτούμενα (μεταρρυθμίσεις).
Συγκεκριμένα την ανωτέρω επισήμανση έκανε η εκπρόσωπος της Κομισιόν, Μίνα Αντρέεβα, σύμφωνα με την οποία με τα δύο πακέτα των μεταρρυθμίσεων, που εγκρίθηκαν από το ελληνικό Κοινοβούλιο (15 και 22 Ιουλίου), εκπληρώθηκαν και μάλιστα με ικανοποιητικό τρόπο οι προϋποθέσεις για την έναρξη των διαπραγματεύσεων για ένα ενδεχόμενο τρίτο πρόγραμμα στήριξης της Ελλάδας.
Οπως ανέφερε η εκπρόσωπος, γίνεται πρόοδος βήμα βήμα στο πλαίσιο της υλοποίησης της απόφασης των Ευρωπαίων ηγετών της 12ης Ιουλίου. Οι ομάδες βρίσκονται ήδη στην Αθήνα και ξεκίνησαν τις συζητήσεις, είπε, ενώ απαντώντας σε σχετική ερώτηση διευκρίνισε ότι οι επικεφαλής των θεσμών στις διαπραγματεύσεις (Κομισιόν, ΕΚΤ, ΕΜΣ, ΔΝΤ) θα έρθουν στην Ελλάδα το αργότερο μέχρι την Τετάρτη.
Αναφορικά με την ουσία είπε ότι οι διαπραγματευτές θα συζητήσουν για τις μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στη συμφωνία των ηγετών της Ευρωζώνης της 12ης Ιουλίου. Μάλιστα, συνέδεσε τις «νέες μεταρρυθμίσεις» (μετά από εκείνες που υιοθέτησε η Βουλή) με την εκταμίευση της πρώτης δόσης του νέου δανείου από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
Ερωτηθείς εάν μεταξύ των μεταρρυθμίσεων θα περιλαμβάνεται και η κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, παρέπεμψε στο περιεχόμενο της συμφωνίας της 12ης Ιουλίου (περιλαμβάνεται και το ζήτημα αυτό).
Το χρέος
Στο θέμα των μεταρρυθμίσεων αλλά και της ελάφρυνσης του χρέους αναφέρθηκε χθες και το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ, σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde». Σύμφωνα με το στέλεχος της ΕΚΤ, η Ελλάδα οφείλει να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σε σταθερότητα και ανάπτυξη την οικονομία. Πρόσθεσε ότι όλοι οι εταίροι είναι διατεθειμένοι να συνεχίσουν να επιδεικνύουν αυτήν την άνευ προηγουμένου αλληλεγγύη προς τη χώρα, ωστόσο, διευκρίνισε ότι αυτό θα γίνει υπό την παραπάνω προϋπόθεση (μεταρρυθμίσεις).
Ερωτηθείς εάν στη διαπραγμάτευση για το τρίτο πρόγραμμα θα συμπεριληφθεί και το χρέος, ο κ. Κερέ επισήμανε ότι δεν υπάρχει πλέον καμία διαφωνία στο θέμα αυτό, όλοι οι ηγέτες της Ευρωζώνης έχουν δηλώσει έτοιμοι να συζητήσουν.
«Το ερώτημα δεν είναι αν θα πρέπει να αναδιαρθρωθεί το χρέος, αλλά με ποιο τρόπο θα το κάνουμε για να είναι πραγματικά χρήσιμο και επωφελές για την οικονομία της χώρας» τόνισε, προσθέτοντας ότι είναι πολύ σημαντικό να συνδεθεί αυτή η αναδιάρθρωση του χρέους με την υλοποίηση από ελληνικής πλευράς των μέτρων εκείνων που θα συμβάλουν στην ενίσχυση της οικονομίας, διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αξιολογήσει της κοινωνικές επιπτώσεις του τρίτου προγράμματος για την Ελλάδα μετά την επίτευξη της συμφωνίας, επισημαίνει η επίτροπος Κοινωνικών Υποθέσεων και Απασχόλησης Μαριάν Τίσεν, σε συνέντευξή της σε βελγική εφημερίδα.
Η εξέταση των κοινωνικών επιπτώσεων κάθε νέου προγράμματος είχε ζητηθεί από την Ευρωβουλή στο πλαίσιο της διερευνητικής επιτροπής για το ρόλο της τρόικας στις μνημονιακές χώρες, ενώ και ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ έχει αναλάβει σχετική δέσμευση ενώπιον των ευρωβουλευτών. Στη συνέντευξή της στην εφημερίδα «L’ECHO» η κα Τίσεν αναφέρει ότι την προηγούμενη εβδομάδα είχε μια σύσκεψη με τον κ. Γιούνκερ για το θέμα αυτό.
Οπως είπε, η αξιολόγηση θα γίνει μετά τη συμφωνία και την ολοκλήρωση του νομοθετικού πλαισίου, ενώ σε περίπτωση που κριθεί αναγκαίο υπάρχουν πάντα περιθώρια ελιγμών για αλλαγές. Η Βελγίδα επίτροπος δεν προχώρησε σε λεπτομέρειες, λέγοντας ότι τώρα προσδιορίζουμε τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η αξιολόγηση, δεδομένου ότι είναι κάτι που πραγματοποιείται για πρώτη φορά. Πάντως, η επίτροπος αναγνώρισε ότι υπάρχει μια γενική συμφωνία για την κατεύθυνση και πρέπει να παραμείνουμε σε αυτό το πλαίσιο.
Για την τελευταία ελληνική κρίση είπε ότι πολλές φορές φοβήθηκε πως το εργοτάξιο της Ευρώπης και του ευρώ θα καταρρεύσει. «Φοβήθηκα μήπως αυτή η κρίση σημάνει την αρχή της αποσύνθεσης του ευρωπαϊκού συστήματος» είπε.
Επί της ουσίας τόνισε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι νέο, πριν από τις εκλογές, διαφαινόταν κάποια ανάπτυξη, πάνω από 100.000 θέσεις εργασίας είχαν δημιουργηθεί, αλλά μετά ήρθαν οι εκλογές, με διαπραγματεύσεις που διήρκεσαν πολύ περισσότερο απ’ ό,τι θα έπρεπε, με τρόπο που συνέβαλε στην επιδείνωση της οικονομίας. Μάλιστα, φτάσαμε σε σημείο να αναρωτηθούμε αν μια συμφωνία θα μπορούσε να είναι δυνατή κι αν οι Ελληνες ήθελαν να λάβουν ακόμη βοήθεια.