Υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης παρουσίασε την τελευταία διετία ο κλάδος των χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας λόγω των δημοσίων έργων και των ανακαινίσεων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε ξενοδοχειακές μονάδες με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η επίδραση ήταν μεγαλύτερη στα χρώματα οικοδομής, τα οποία εμφάνισαν τη μεγαλύτερη ζήτηση. Τα συμπεράσματα αυτά προέκυψαν από μελέτη την οποία εκπόνησε πρόσφατα η Διεύθυνση Μελετών της ICAP:
«Ο κλάδος των χρωμάτων και βερνικιών στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ανομοιογένεια ως προς το μέγεθος των επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνται σε αυτόν. Οι μεγάλες μονάδες παραγωγής διαθέτουν σύγχρονες εγκαταστάσεις, αυτοματισμό, τμήματα έρευνας και ανάπτυξης και συνεργάζονται με οίκους του εξωτερικού για την απόκτηση τεχνογνωσίας. Παράλληλα, δραστηριοποιούνται στον κλάδο πολλές μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται από ανεπάρκεια σύγχρονου τεχνολογικού εξοπλισμού, από έλλειψη οργάνωσης και υποδομής. Οι δεύτερες είναι κυρίως βιοτεχνικού χαρακτήρα μονάδες, οι περισσότερες από τις οποίες βρίσκονται στην επαρχία και διαθέτουν τα προϊόντα τους στην τοπική αγορά. Οι εισαγωγικές επιχειρήσεις του κλάδου είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους, οι περισσότερες από τις οποίες εμπορεύονται χρώματα και βερνίκια όλων των κατηγοριών (βιομηχανικά, ειδικών χρήσεων, χρώματα και βερνίκια αυτοκινήτων κ.α.), συμπεριλαμβανομένων και των οικοδομικών χρωμάτων. Αντίθετα, μικρός είναι ο αριθμός των εταιρειών οι οποίες ασχολούνται αποκλειστικά με τις εισαγωγές χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας.
Η εγχώρια αγορά χρωμάτων – βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας ακολούθησε ανοδική πορεία την περίοδο 1996-2004, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανόδου 5,2%. Ειδικότερα, τη διετία 2003-2004 παρουσιάστηκε υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης της τάξης του 9,3% ετησίως. Οι εισαγωγές χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας είναι αρκετά περιορισμένες, καθώς το 2004 κάλυψαν το 7,5% της συνολικής αγοράς.
Η κατηγορία των πλαστικών – ρελιέφ – τσιμεντοχρωμάτων – μονωτικών και υποστρωμάτων καταλαμβάνει διαχρονικά το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας. Το 2004 εκτιμάται ότι η συγκεκριμένη κατηγορία χρωμάτων αντιπροσώπευσε το 68% περίπου της συνολικής εγχώριας αγοράς και ακολούθησε η κατηγορία των βερνικοχρωμάτων και υποστρωμάτων με ποσοστό 16%. Οι κατηγορίες των βερνικιών - λακκών και υποστρωμάτων και των διαλυτικών-στεγνωτικών χρωμάτων εκτιμάται ότι κατέλαβαν το 10% και 6% αντιστοίχως της εγχώριας αγοράς χρωμάτων-βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας κατά το 2004.
Τα χρώματα και τα βερνίκια οικοδομής και επιπλοποιίας αποτελούν βασικό υλικό στην κατασκευή οικοδομών και επομένως η ζήτησή τους εξαρτάται άμεσα από την εξέλιξη της οικοδομικής δραστηριότητας. Η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα (βάσει εκδοθεισών αδειών) σημείωσε αύξηση κατά 9,5% σε όγκο το 2002 έναντι του 2001, ενώ το 2003 εμφάνισε μικρή περαιτέρω άνοδο κατά 1,5%. Το 2004 το αντίστοιχο μέγεθος εκτιμάται μειωμένο κατά 3,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η οικοδομική δραστηριότητα και η ζήτηση των εξεταζόμενων προϊόντων συνδέεται άμεσα και με την εξέλιξη του συνολικού κόστους κατασκευής νέων κτιρίων και κατοικιών. Ο γενικός δείκτης υλικών κατασκευής νέων κτιρίων εμφάνισε την περίοδο 2000-2004 μέση ετήσια αύξηση 2,8%. Τα δημόσια έργα είναι ακόμη ένας παράγοντας ο οποίος επηρεάζει σημαντικά τη ζήτηση των χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας, καθώς τα συγκεκριμένα προϊόντα χρησιμοποιούνται ευρέως κατά την κατασκευή των έργων αυτών.
Η εξέλιξη του κλάδου επιπλοποιίας επηρεάζει τη ζήτηση των αντίστοιχων βερνικιών, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής αυτών χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία επίπλων. Την περίοδο 1998-2004 η εγχώρια αγορά επίπλων οικιακής χρήσης παρουσίασε μείωση με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,5%. Η εξέλιξη αυτή επηρεάζει αρνητικά και τη ζήτηση βερνικιών, καθώς πλέον τα περισσότερα έπιπλα εισάγονται έτοιμα από το εξωτερικό.
Τα χρωματοπωλεία αποτελούν το βασικότερο δίκτυο διανομής των χρωμάτων οικοδομής, ενώ τα βερνίκια επιπλοποιίας διατίθενται συνήθως απευθείας στις επιχειρήσεις κατασκευής επίπλων. Η διάθεση των χρωμάτων – βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας γίνεται επίσης σε καταστήματα ειδών κιγκαλερίας, σιδηρικών, ειδών κρουνοποιίας – υδραυλικών και ειδών υγιεινής, καθώς και σε μεγάλα σουπερμάρκετ και υπερ - μάρκετ. Επιπλέον, ορισμένες επιχειρήσεις πραγματοποιούν απευθείας πωλήσεις σε μεγάλους χρήστες, όπως εργολάβους, τεχνικές εταιρείες και άλλους επαγγελματίες.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες τάσεις, ο κλάδος σταδιακά αναμένεται να παρουσιάσει ύφεση, καθώς δεν συντρέχουν πλέον οι λόγοι οι οποίοι έδωσαν ώθηση στην αγορά την τελευταία διετία. Όσον αφορά την περίοδο 2005-2006, αναμένεται μείωση της εγχώριας αγοράς χρωμάτων-βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας, με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 5%-6%, βάσει ποσότητας».