Η υλοποίηση βασικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι εκ των ων ουκ άνευ για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και την επιστροφή της Ελλάδας στην ανάπτυξη, αποφαίνεται το Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία.
Μονόδρομο χαρακτηρίζει την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα το Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία του Κιέλου. Σε πρόσφατη έκθεση που δημοσιοποίησε με τίτλο «Η ελληνική τραγωδία: νέο επεισόδιο ή έξοδος;», οι οικονομολόγοι του ινστιτούτου συμπεραίνουν ότι χωρίς μεταρρυθμίσεις δεν θα έρθουν ποτέ ιδιωτικές επενδύσεις στη χώρα, οι οποίες είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη.
Όπως είπε στην Deutsche Welle o Κλάους Φρίντριχ Λάζερ, ένας από τους συντάκτες της έκθεσης: «Το βασικό συμπέρασμα της έκθεσης είναι ότι η έξοδος από την κρίση δεν μπορεί να επέλθει χωρίς ριζικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κυρίως στην πραγματική οικονομία της Ελλάδας. Διαπιστώνουμε πολλά και διαφορετικά “εργοτάξια” με τα οποία θα έπρεπε να ασχοληθεί κανείς παράλληλα.»
Αν έπρεπε να θέσω μια προτεραιότητα, πρόσθεσε ο Λάζερ, θα έλεγα ότι αυτή είναι η οικοδόμηση μιας λειτουργικής δημόσιας διοίκησης. Σύμφωνα με αναλύσεις του ΟΟΣΑ, η ελληνική διοίκηση δεν είναι σε θέση να φέρει σε πέρας πολύπλοκες μεταρρυθμίσεις, οι οποίος είναι τόσο αναγκαίες για την οικονομία. Αυτό δεν αφορά μόνο τη φορολογική διοίκηση, στην οποία αναφέρονται οι περισσότεροι, αλλά τη διοίκηση ευρύτερα, σημείωσε.
Η έλλειψη θεσμικού πλαισίου «τρομάζει τους επενδυτές»
Σύμφωνα με τον Γερμανό οικονομολόγο, η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες θα συμβάλουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της, εντούτοις η έλευση επενδυτών προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ξεκάθαρου και αξιόπιστου θεσμικού πλαισίου.
Ως αρνητικά παραδείγματα ο Λάζερ αναφέρει τις πολυετείς καθυστερήσεις στην εκδίκαση υποθέσεων ενώπιον της Δικαιοσύνης αλλά και την απουσία κτηματολογίου. «Όλα αυτά τρομάζουν τους επενδυτές», όπως χαρακτηριστικά λέει.
Σε ποια άλλα πεδία όμως είναι επιτακτική η ανάγκη υλοποίησης μεταρρυθμίσεων; «Μεταξύ άλλων, χρειάζεται μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας όσον αφορά τις κατασχέσεις μισθών και την προστασία από απολύσεις, επίσης μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο, άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων όπου εξακολουθούν να ισχύουν σημαντικοί περιορισμοί, άρση εμποδίων στην επιχειρηματικότητα στο πεδίο του λιανικού εμπορίου, απελευθέρωση του τομέα των μεταφορών και της αγοράς ενέργειας καθώς επίσης και η ενσωματωμένη στο τρέχον πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης δημοσίων επιχειρήσεων. Πρόκειται, όπως αντιλαμβάνεστε, για μια σειρά μεταρρυθμίσεων που πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα», είπε.
Βέβαια, όπως σημείωσε ο ειδικός, οι μεταρρυθμίσεις αυτές απαιτούν αρκετό χρόνο μέχρι να υλοποιηθούν και να οδηγήσουν σε απτά αποτελέσματα στο πεδίο της πραγματικής οικονομίας.
Χωρίς την υλοποίηση βασικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, πάντως, η ακολουθούμενη πολιτική διάσωσης δεν πρόκειται να επιφέρει αποτελέσματα και να επιλύσει το ελληνικό πρόβλημα, σύμφωνα με τους οικονομολόγους του ινστιτούτου. Αντιθέτως θα οδηγήσει στη ντε φάκτο δημιουργία μίας ένωσης μεταφοράς κεφαλαίων στην Ευρώπη με ανυπολόγιστο κόστος που ουσιαστικά θα ξήλωνε τα θεμέλια της Ευρωζώνης και της Ε.Ε.
Απαραίτητη η αναδιάρθρωση του χρέους
Εκ των ων ουκ άνευ για την ανάκτηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ένα νέο κούρεμα. Αναγκαία θα ήταν μια απομείωση της τάξης του 35-50%. Στο ίδιο μαθηματικό αποτέλεσμα θα οδηγούσε όμως, σύμφωνα με τους ίδιους, και ένα έμμεσο κούρεμα, μέσω για παράδειγμα της παράτασης του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και περαιτέρω μείωσης των επιτοκίων.
«Με ένα άμεσο κούρεμα καταργούνται τρόπον τινά αυτά τα χρεόγραφα και δεν πρέπει να αποπληρωθούν. Από την άλλη πλευρά και στο πλαίσιο ενός έμμεσου κουρέματος, παρατείνοντας όλο και περισσότερο την εξυπηρέτηση του χρέους αλλά και μειώνοντας συνεχώς τα επιτόκια και μεταφέροντάς τα με αυτόν τον τρόπο στην επόμενη και μεθεπόμενη γενιά, τότε ουσιαστικά είναι σαν να μην διαθέτεις πλέον αυτά τα χρεόγραφα», ανέφερε ο Λάζερ.
Όλα αυτά, επαναλαμβάνει ο οικονομολόγος, υπό την προϋπόθεση να υλοποιηθούν βασικές μεταρρυθμίσεις. Σε διαφορετική περίπτωση, η απουσία του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου και το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας θα στέκονται πάντα εμπόδιο στην ανάκτηση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Πηγή: Deutsche Welle