Με τη μορφή υπουργικής απόφασης θα ανακοινωθούν πιθανότατα οι προϋποθέσεις και ο χρόνος επανέναρξης των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ο οποίος έως τώρα προσδιορίζεται στο τέλος αυτής της εβδομάδας.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ιουλίας Ζαφόλια
[email protected]
Με τη μορφή υπουργικής απόφασης θα ανακοινωθούν πιθανότατα οι προϋποθέσεις και ο χρόνος επανέναρξης των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ο οποίος έως τώρα προσδιορίζεται στο τέλος αυτής της εβδομάδας.
Το κρίσιμο ερώτημα που παραμένει αφορά το πότε θα δοθεί η δυνατότητα στους Ελληνες επενδυτές να διαθέτουν συγκεκριμένο -περιορισμένο- ποσό από τις υφιστάμενες εντός του τραπεζικού συστήματος καταθέσεις τους για τοποθετήσεις στην εγχώρια αγορά. Οι παράγοντες που αναμένεται να παίξουν καταλυτικό ρόλο στη σχετική απόφαση έχουν να κάνουν με την εξασφάλιση ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, την εκ νέου «τόνωση» από την ΕΚΤ, αλλά και τη διερεύνηση συγκεκριμένων σημείων, όπως -για παράδειγμα- το ακριβές ύψος πιστωτικών υπολοίπων των επενδυτών.
Ερώτημα παραμένει επίσης το εάν θα επιτραπούν στους Ελληνες επενδυτές να προβαίνουν σε τοποθετήσεις στο εξωτερικό με όρους αντίστοιχους με αυτούς που θα ισχύσουν στο εσωτερικό. Ο χρόνος γίνεται ωστόσο εξαιρετικά πιεστικός, εν όψει και των αποφάσεων που εντός της εβδομάδας έχουν ανακοινώσει πως θα λάβουν διεθνείς οίκοι, όπως ο FTSE, όσον αφορά την παραμονή της αγοράς στην κατηγορία των ανεπτυγμένων. Σε κάθε περίπτωση, κανείς δεν μπορεί πλέον να αποκλείσει τον εν λόγω κίνδυνο, δεδομένου ότι οι σχετικές αποφάσεις μπορεί να ληφθούν ανά πάσα στιγμή από την πλευρά των ξένων διαχειριστών.
Εν τω μεταξύ -και εν μέσω συνεχιζόμενων διαβουλεύσεων με τους αρμόδιους φορείς και το υπουργείο Οικονομικών- ο Σύνδεσμος Μελών Χρηματιστηρίου πραγματοποιεί σήμερα συνέντευξη Τύπου, με θέμα «Οροι και προϋποθέσεις επαναλειτουργίας του Χρηματιστηρίου Αθηνών».
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διατήρηση διαφορετικών απόψεων από εκπροσώπους ενός φορέα, με κύριο σημείο αντεγκλήσεων τη «μεταχείριση» των εγχώριων επενδυτών σε σχέση με τους ξένους.
Η δυσκολία της επιλογής έγκειται στο ότι από τη μία η απελευθέρωση των διαθεσίμων των Ελλήνων για επενδύσεις στην κεφαλαιαγορά μπορεί να πλήξει τις υφιστάμενες καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα και από την άλλη η διάρκεια που το χρηματιστήριο έχει παραμείνει κλειστό έχει ξεπεράσει προ πολλού τα αποδεκτά όρια για μια διεθνοποιημένη αγορά. Το βασικό επιχείρημα της προσέγγισης αυτής στηρίζεται στο ότι οι ξένοι επενδυτές κατέχουν περί το 60% της κεφαλαιοποίησης του Χ.Α. και σε αυτό συμπεριλαμβάνονται πολλοί μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές, που σήμερα αποτελούν στρατηγικούς επενδυτές εισηγμένων.
Τονίζεται δε πως η διατήρηση του Χ.Α. κλειστού θα οδηγήσει την αγορά σε κατηγορία standalone, δηλαδή σε ουσιαστική απομόνωσή της, σε μία περίοδο που η Ελλάδα προσβλέπει -ή τουλάχιστον θα έπρεπε να προσβλέπει- σε επιτάχυνση της ανάπτυξης. Το χρηματιστήριο της Κύπρου, με συμμετοχή ξένων στα όρια του 10% -και άνευ τραπεζικού συστήματος ουσιαστικά- είχε διατηρήσει τη χρηματιστηριακή αργία για πολύ μικρότερο διάστημα.
«Η ταχύτητα της ανάπτυξης θα στηριχτεί στον βαθμό εμπιστοσύνης που δείχνουν οι Ελληνες πολίτες στο όραμα, η οποία θα καθορίσει και τη συμμετοχή των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων στην αγορά. Οι εγχώριοι επενδυτές ασφαλώς και θα μπορούν να δραστηριοποιηθούν κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι οποίες θα μειώνονται σταδιακά. Και αυτό εξαιτίας των capital controls και όχι για κάποιον άλλο λόγο» τονίζει στη «Ν» εκπρόσωπος μεγάλης εισηγμένης επιχείρησης.