Για συμφωνία με «πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα» έκανε λόγο η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά τη Σύνοδο Κορυφής, υπογραμμίζοντας την ανάγκη επανοικοδόμησης της εμπιστοσύνης με την Ελλάδα.
Για συμφωνία με «πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα» έκανε λόγο η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά τη Σύνοδο Κορυφής, υπογραμμίζοντας την ανάγκη επανοικοδόμησης της εμπιστοσύνης με την Ελλάδα.
«Πρέπει να επανοικοδομηθεί η εμπιστοσύνη και οι Έλληνες φέρουν την ευθύνη να υλοποιήσουν αυτά που αποφασίστηκαν», είπε, τονίζοντας ότι τα προαπαιτούμενα θα πρέπει να νομοθετηθούν μέχρι τις 15 Ιουλίου. Η κ. Μέρκελ χαρακτήρισε τις διαπραγματεύσεις «πολύ σκληρές», αναγνωρίζοντας ότι τέθηκαν δύσκολοι όροι για να πειστούν -όπως είπε- οι ηγέτες ότι το πρόγραμμα μπορεί να εφαρμοστεί και να καρποφορήσει. «Θα χρειαστεί πολύς χρόνος και η πορεία θα είναι επώδυνη», είπε, προσθέτοντας πάντως πως η συμφωνία προβλέπει μία μεγάλη βεντάλια χρηματοδοτικών μέτρων που αν εφαρμοστούν η Ελλάδα θα μπορέσει να επιστρέψει στο δρόμο της ανάπτυξης.
Διευκρίνισε παράλληλα ότι θα προτείνει με «πλήρη πίστη» στο κοινοβούλιο να εξουσιοδοτήσει την έναρξη των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα για μια τρίτη διάσωση μόλις η ελληνική Βουλή εγκρίνει το συνολικό πρόγραμμα και θέσει σε εφαρμογή τους αρχικούς νόμους.
Ερωτηθείσα αν παραμένει στο τραπέζι ένα «σχέδιο Β» για προσωρινή έξοδο από το ευρώ, η κ. Μέρκελ είπε ότι «το σχέδιο Α έχει εγκριθεί και δεν χρειαζόμαστε σχέδιο Β». «Σχέδιο Β θα μπορούσε να τεθεί σε εφαρμογή μόνο αν το είχε ζητήσει η Ελλάδα», σημείωσε για να συμπληρώσει πως «οι Έλληνες διατράνωσαν την επιθυμία να παραμείνουν στην Ευρωζώνη. Όλες οι διαδικασίες, όπως και το δημοψήφισμα στην Ελλάδα, συνέβαλαν στο να καταστεί αυτό σαφές».
Η καγελάριος ξεκαθάρισε πως «ένα ονομαστικό κούρεμα του χρέους είναι εκτός συζήτησης», ενώ σε ό,τι αφορά το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων, ύψους 50 δισ., είπε πως θα συσταθεί άμεσα και διευκρίνισε ότι θα είναι υπό ευρωπαϊκή επιτήρηση.
Υποστήριξε ακόμη ότι αυτά που προτείνονται ευθυγραμμίζονται με τα προγράμματα που έχουν εφαρμοστεί και σε άλλες χώρες και δεν γίνεται καμία εξαίρεση για την Ελλάδα «εκτός από το θέμα των τραπεζών, που βρέθηκαν σε δυσχερέστερη θέση σε σχέση με το παρελθόν».
Χαρακτήρισε τέλος «εποικοδομητική» την πολύωρη συζήτηση στη Σύνοδο, προσθέτοντας ότι το απόγευμα θα συγκληθεί το Eurogroup για την περαιτέρω επεξεργασία της συμφωνίας.