Την ταχύτατη κίνηση του χρήματος στην εσωτερική αγορά φαίνεται να «επιτυγχάνει» η επιβολή των capital controls σε συνδυασμό με τον διάχυτο φόβο για ένα ενδεχόμενο «κούρεμα» των καταθέσεων.
Από την έντυπη έκδοση
Του Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]
Την ταχύτατη κίνηση του χρήματος στην εσωτερική αγορά φαίνεται να «επιτυγχάνει» η επιβολή των capital controls σε συνδυασμό με τον διάχυτο φόβο για ένα ενδεχόμενο «κούρεμα» των καταθέσεων.
Οσο η συμφωνία με τους πιστωτές μας φαίνεται αβέβαιη, μεγάλο ποσοστό της επιχειρηματικής κοινότητας αλλά και των ιδιωτών επιδιώκει να ξεφορτωθεί «πλεονάζοντα» κεφάλαια, καλύπτοντας τις υποχρεώσεις του, είτε αυτές είναι προς συναλλασσόμενες επιχειρήσεις είτε προς το Δημόσιο και τις τράπεζες. Ο κύκλος του χρήματος, όμως, κλείνει στις εισαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες δεν μπορούν να προχωρήσουν σε συναλλαγές με τους προμηθευτές τους.
Πλέον, η αβεβαιότητα για το αύριο τείνει να δημιουργήσει μια νέα συναλλακτική κουλτούρα, στην οποία οι μέχρι πρότινος θεωρούμενες ελαστικές υποχρεώσεις λαμβάνουν τον χαρακτήρα των επειγουσών. Αποτέλεσμα των νέων δεδομένων είναι η επιτάχυνση εξόφλησης μεγάλου μέρους των υποχρεώσεων, που υπό τις προηγούμενες συνθήκες θα καταβάλλονταν εντός μηνών, να καταβάλλονται εντός ολίγων ημερών ή ακόμη και εντός ωρών.
Διαφορετικές χρήσεις
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ειδικά στο λιανεμπόριο, ο μέσος χρόνος αποπληρωμής των προμηθευτών (αν αυτή δεν γίνει άμεσα) είναι οι δύο με τρεις ημέρες, όταν κατά το πρόσφατο παρελθόν, ο μέσος χρόνος (αποπληρωμής) διαμορφωνόταν στις 120 ημέρες, ήτοι στους τέσσερις μήνες.
Οπως οι ίδιοι εξηγούν, για όλους όσοι διαθέτουν ρευστότητα και εφόσον οι τράπεζες παραμένουν κλειστές, κρίνεται αδιανόητο να κρατούν τα μετρητά τους στις εγκαταστάσεις τους ή στις εταιρείες φύλαξης. Προτιμούν να τα διαθέσουν άμεσα για την αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους έναντι των προμηθευτών ή για οποιαδήποτε άλλη οφειλή που μπορεί να καλυφθεί με μετρητά. Ανάλογα κινούνται και οι προμηθευτές με τις συναλλασσόμενες με αυτούς επιχειρήσεις.
Αντίστοιχα, με τα ποσά που διακινούν μέσω του συστήματος ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking) καλύπτουν κατά προτεραιότητα τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο είτε αυτές αφορούν την καταβολή του ΦΠΑ είτε υποχρεώσεις έναντι των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά και κάθε είδους άλλη οφειλή. Μέσω του ίδιου τρόπου, προχωρούν και σε αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων έναντι των πιστωτικών ιδρυμάτων. Σύμφωνα με πληροφορίες στην προπληρωμή δόσεων ή στην αποπληρωμή του συνόλου του υπολειπόμενου δανείου έχουν προχωρήσει και πολλά φυσικά πρόσωπα.
Κανόνες επιβίωσης
Ολα τα παραπάνω παραπέμπουν σε μια πλήρως συντονισμένη οικονομία που θα μπορούσε να αναδειχθεί σε πρότυπο. Είναι αξιοσημείωτο ότι ανάλογοι χρόνοι κάλυψης υποχρεώσεων δεν παρατηρούνται σε καμία οικονομία του κόσμου. Απλώς στην υπό χρεοκοπία Ελλάδα, υπό το κράτος του φόβου και της αβεβαιότητας, τέθηκαν σε εφαρμογή έκτακτοι κανόνες επιβίωσης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Αλλά είναι βέβαιο ότι η πρωτοφανής αυτή συναλλακτική δραστηριότητα θα αμβλυνθεί έως και εξαφανισθεί όταν η οικονομία επανέλθει στον πρότερο κύκλο ή πολύ γρηγορότερα, όταν εξαντληθούν τα ταμειακά διαθέσιμα, διότι, δυστυχώς, προς τα εκεί οδεύει η οικονομία.
Συσσώρευση σε εισαγωγείς
Αν και αυτές τις στιγμές ένα μεγάλο τμήμα της επιχειρηματικής κοινότητας καταφέρνει να εξέρχεται από τη ζώνη κινδύνου, ένα επίσης μεγάλο τμήμα εισέρχεται βαθύτερα σ’ αυτήν. Πρόκειται για το εισαγωγικό σκέλος της οικονομίας, η δραστηριότητα του οποίου, λόγω των ελέγχων στη διακίνηση των κεφαλαίων, έχει παγώσει.
Ομοίως, οι εισαγωγικές επιχειρήσεις μπορούν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο και τις τράπεζες, ωστόσο, στην πράξη δεν είναι εφικτό να πραγματοποιήσουν συναλλαγές με τους προμηθευτές τους, καθώς η Επιτροπή Εγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους προχωρά στην έγκριση ελάχιστων εισαγωγών προϊόντων που σχετίζονται με τη δημόσια υγεία.
Συνεπώς, η συσσώρευση κεφαλαίων στα ταμεία τους και στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς δημιουργούν έναν επιπλέον «πονοκέφαλο» όσο η κατάσταση της χώρας βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού.
Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι το συγκεκριμένο τμήμα της οικονομίας βρίσκεται σε εξαιρετικά δεινή θέση, βαλλόμενο από όλες τις πλευρές, διότι και συρρικνώνεται η επιχειρηματική του δραστηριότητα, αφού η συντριπτική πλειονότητα των εισαγωγέων ευελπιστεί να επιβιώσει έως την εξάντληση των στοκαρισμένων προϊόντων τους, αλλά και διότι βρίσκεται εκτεθειμένο σε ένα ενδεχόμενο κούρεμα των κεφαλαίων που διατηρούν στα τραπεζικά ιδρύματα.
Τα κεφαλαία που «σταθμεύουν» στους εισαγωγείς εξαιτίας των capital controls και τα οποία τίθενται σε κίνδυνο είναι τεράστια. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι το πρώτο τετράμηνο του 2015 οι εισαγωγές αγαθών ξεπέρασαν τα 12,5 δισ. ευρώ, ενώ για το 12μηνο του 2014 ανήλθαν στα 41,6 δισ. ευρώ.
Γραφειοκρατία
Η Ελληνική Συνομοσπονδία Επιχειρηματικότητας και Εμπορίου (ΕΣΕΕ) δέχεται εκατοντάδες μηνύματα από επιχειρήσεις-μέλη της, που, ενώ είναι εισαγωγείς ειδών πρώτης ανάγκης, δεν μπορούν να προχωρήσουν σε καμία συναλλαγή με το εξωτερικό. Αιτία για αυτό είναι η αργή και γραφειοκρατική διαδικασία της Επιτροπής που εξαιρεί τις αιτούμενες συναλλαγές από τους ελέγχους στη διακίνηση κεφαλαίων καθώς και το γεγονός ότι είναι μόνο μία.
Σύμφωνα με την ΕΣΕΕ, το πρόβλημα δεν μπορεί να ξεπεραστεί ούτε με προτεραιότητα των συναλλαγών που αφορούν στα συγκεκριμένα προϊόντα, καθώς οι φυσικές δυνάμεις και οι υποδομές της σχετικής Επιτροπής, που εδρεύει στο ΓΛΚ, είναι περιορισμένες. Για τον λόγο αυτό, ως μοναδική λύση προτείνει τη δημιουργία ανάλογης ειδικής Επιτροπής, η οποία θα εδρεύει σε κάθε τράπεζα που διεκπεραιώνει αντίστοιχες συναλλαγές.
«Σε αντίθετη περίπτωση, οι ελλείψεις σε είδη πρώτης ανάγκης θα πλησιάζει πια “προ των πυλών” και όταν προκύψουν, κρίνουμε ότι θα είναι πλέον ιδιαίτερα δύσκολο να τις αναχαιτίσουμε» επισημαίνει η ΕΣΕΕ απευθυνόμενη στο ΥΠΟΙΚ και στην ΤτΕ.