Tρία σενάρια για το πώς θα αναπτυχθεί το θαλάσσιο εμπόριο τα επόμενα 50 χρόνια καταθέτει με σημείωμά του στην ιστοσελίδα του ναυλομεσιτικού οίκου ο μη εκτελεστικός πρόεδρος των Clarksons, Dr Martin Stopford, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη νορβηγική ναυτιλιακή έκθεση Nor-Shipping.
Από την έντυπη έκδοση
Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Tρία σενάρια για το πώς θα αναπτυχθεί το θαλάσσιο εμπόριο τα επόμενα 50 χρόνια καταθέτει με σημείωμά του στην ιστοσελίδα του ναυλομεσιτικού οίκου ο μη εκτελεστικός πρόεδρος των Clarksons, Dr Martin Stopford, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη νορβηγική ναυτιλιακή έκθεση Nor-Shipping.
Το 1965, πριν από 50 χρόνια δηλαδή, αρκετές καινοτομίες της ναυτιλίας είχαν αρχίσει να γίνονται πραγματικότητα. Το πρώτο VLCC ήταν κοντά στην ολοκλήρωσή του, η Ιαπωνία αναδείχθηκε ως το ηγετικό έθνος στη παγκόσμια ναυπηγική βιομηχανία και το θαλάσσιο εμπόριο έφθασε το 1,7 δισ. τόνους, ξεκινά την ανάλυσή του ο κ. Stopford.
Ολα αυτά τα χρόνια δύο συμπεράσματα είναι προφανή, αναφέρει ο ίδιος.
Το πρώτο, η ταχύτητα της ανάπτυξης. Το θαλάσσιο εμπόριο αυξήθηκε ταχύτερα από την παγκόσμια οικονομία.
Μεταξύ 1950 και 2015 το παγκόσμιο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 3,7% ετησίως, αλλά το θαλάσσιο εμπόριο αυξήθηκε κατά 4,7%.
Το εμπόριο έφθασε τώρα σχεδόν στα 11 δισεκατομμύρια τόνους ετησίως, το οποίο υπολογίζεται σε περίπου 1,5 τόνο εισαγωγών για κάθε άνδρα, γυναίκα και παιδί στον κόσμο.
Το δεύτερο σημείο είναι μία μη ομαλή τροχιά που ακολούθησε το θαλάσσιο εμπόριο. Στις δεκαετίες 1970 και 1980, το εμπόριο δεν αυξήθηκε αρκετά καθώς επικράτησε μια βαθιά ύφεση στην παγκόσμια οικονομία και σημειώθηκε απότομη μείωση του όγκου του πετρελαίου που διακινήθηκε διά θαλάσσης. Αυτή είναι μια επίκαιρη υπενθύμιση καθώς η ναυτιλιακή βιομηχανία δραστηριοποιείται σε ένα ευμετάβλητο περιβάλλον, υπογραμμίζει ο πρόεδρος των Clarksons.
Τα επόμενα 50 χρόνια
Κοιτώντας προς το μέλλον, η ναυτιλιακή βιομηχανία αντιμετωπίζει ένα δύσκολο έργο, το οποίο θα κριθεί πρωτίστως από το πόσο γρήγορα θα αυξηθεί το θαλάσσιο εμπόριο.
Αν το παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο αυξάνεται μόνο σύμφωνα με την αύξηση του πληθυσμού, ο οποίος οδεύει προς 10 δισεκατομμύρια στο 2065, οι εισαγωγές θα φθάσουν τα 15 δισεκατομμύρια τόνους κατά το έτος αυτό, εκτιμά ο Stopford σύμφωνα με το πρώτο σενάριο. Εξετάζοντας όμως το παγκόσμιο εμπόριο με τον δείκτη των εισαγωγών ανά κάτοικο, προκύπτει ότι οι εισαγωγές τα προηγούμενα 50 χρόνια τριπλασιάστηκαν από 0,5 τόνο το 1965 σε 1,5 τόνο το 2015.
Αν η ανοδική τάση συνεχιστεί, οι εισαγωγές θα μπορούσαν να φθάσουν τους 2,2 τόνους κατά κεφαλήν μέχρι το 2065 και το εμπόριο συνολικά τα 22 δισ. τόνους. Αυτό είναι το δεύτερο σενάριο.
Υπάρχει όμως και ένα τρίτο σενάριο, πιο αισιόδοξο, που προκρίνει την άποψη ότι οι εισαγωγές ανά κάτοικο των χωρών που δεν είναι μέλη του ΟΟΣΑ θα φθάσουν τις εισαγωγές των χωρών μελών του Οργανισμού. Σε αυτή την περίπτωση το παγκόσμιο εμπόριο θάλασσας θα αυξηθεί στους 37 δισεκατομμύρια τόνους. Και τούτο γιατί οι χώρες του ΟΟΣΑ εισάγουν περίπου 4 τόνους ανά κάτοικο, ενώ οι χώρες μη μέλη περίπου 1 τόνο ανά κάτοικο.
Με βάση και τα τρία σενάρια σύμφωνα με τον κ. Stopford, σε 50 χρόνια το θαλάσσιο εμπόριο θα μπορούσε να κυμαίνεται μεταξύ 15 και 37 δισεκατομμυρίων τόνων σε ετήσια βάση. Και υπάρχουν και άλλα σενάρια, όπως για παράδειγμα τι θα σημάνει για τη ναυτιλία μία σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, κ.λπ.
Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, με έναν πρόχειρο υπολογισμό ο πρόεδρος των Clarksons εκτιμά ότι η ναυτιλία θα μπορούσε να επενδύσει μεταξύ 1,5 τρισ. και 4,5 τρισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια των επόμενων 50 χρόνων σε νέα πλοία.
Πώς η ναυτιλία θα χειριστεί αυτά τα μεγέθη, αναρωτιέται κλείνοντας το σημείωμα του ο κ. Stopford και προτρέπει τους πλοιοκτήτες να αξιοποιήσουν ακόμη περισσότερο την ψηφιακή επανάσταση προκειμένου η ναυτιλιακή βιομηχανία να βελτιώσει την παραγωγικότητά της.