Με την Ελλάδα να στερεύει από χρήματα, οι επενδυτές και οι χαράσσοντες την πολιτική έχουν ξεκινήσει να αναλογίζονται το ενδεχόμενο χρεοκοπίας της χώρας και τις πιθανές επιπτώσεις του, αναφέρουν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times.
Με την Ελλάδα να στερεύει από χρήματα, οι επενδυτές και οι χαράσσοντες την πολιτική έχουν ξεκινήσει να αναλογίζονται το ενδεχόμενο χρεοκοπίας της χώρας και τις πιθανές επιπτώσεις του, αναφέρουν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, το ερώτημα που διατυπώνουν οι επενδυτές και οι αξιωματούχοι είναι κατά πόσο είναι δυνατόν η Αθήνα να παραμείνει στην Ευρωζώνη, ακόμα και αν δεν πληρώσει κάποιους από τους πιστωτές της, δημιουργώντας έτσι νέες ανησυχίες στην παγκόσμια οικονομία.
«Το βασικό μας σενάριο παραμένει ότι η Ελλάδα και οι διεθνείς εταίροι της θα καταλήξουν σε συμφωνία», αναφέρει σε έκθεσή του ο Ράινχαρντ Κλούζε, οικονομολόγος στη UBS. «Παρά ταύτα… ο κίνδυνος αποτυχίας και εν τέλει ενός Grexit δεν θα πρέπει να υποτιμάται», συμπληρώνει.
Παρόλο που μια χρεοκοπία δεν θα οδηγήσει αναγκαστικά σε έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι κάτι τέτοιο θα αύξανε σημαντικά τους κινδύνους μιας αποχώρησης. «Μια χρεοκοπία χωρίς Grexit δεν μπορεί να είναι μια σταθερή ισορροπία», παρατηρεί ο Κλούζε.
Μια αθέτηση πληρωμής των δανείων προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) θα ήταν πολιτικά πολύ άσχημη, εκτιμούν οι F.T., καθώς η Ελλάδα εμμέσως θα αρνιόταν να αποπληρώσει κάποιες από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου που συνεισφέρουν στα ταμεία του ΔΝΤ. Σύμφωνα ωστόσο με το δημοσίευμα, κάτι τέτοιο θεωρείται λιγότερο επικίνδυνο από το να μην γίνει μια πληρωμή προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
«Η αθέτηση πληρωμής προς το ΔΝΤ θα είχε σοβαρές επιπτώσεις αλλά θα μπορούσε να είναι δυνατή», ανέφερε η Σίλβια Μέρλερ, οικονομολόγος στο ερευνητικό ινστιτούτο Bruegel.
Μια αθέτηση πληρωμής προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θεωρείται γενικά ως η χειρότερη επιλογή. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εξαρτάται από την έκτακτη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα και η όποια απόφαση να κλείσουν οι στρόφιγγες της ρευστότητας θα έχει ως αποτέλεσμα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να μην είναι σε θέση να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
«Το βασικό που έχει σημασία είναι τι θα κάνει η ΕΚΤ με τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας ELA», σχολίασε ο Γιάννης Μανουηλίδης, εταίρος στη νομική εταιρία Allen & Overy. «Το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να έχει μαντικές ικανότητες για να λάβει μια απόφαση», πρόσθεσε.
Οι κανόνες που διέπουν την παροχή βοήθειας από τον μηχανισμό ELA δεν είναι ξεκάθαροι, αλλά απαιτούν από την κεντρική τράπεζα να αξιολογεί εάν οι τράπεζες που λαμβάνουν βοήθεια είναι φερέγγυες.
Καθώς οι ελληνικές τράπεζες διακρατούν σημαντικές ποσότητες κρατικών ομολόγων – που δίνονται στην ΕΚΤ ως ενέχυρα – η αθέτηση πληρωμών σε αυτά θα καθιστούσε δύσκολο για τους αξιωματούχους στη Φρανκφούρτη να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να σταθούν στα πόδια τους.
Θεωρητικά, ωστόσο, θα μπορούσαν να υπάρχουν και άλλες επιλογές, επισημαίνεται στο δημοσίευμα, όπως τη συμμετοχή των ομολογιούχων και των καταθετών στο να ενισχυθεί το κεφαλαιακό μαξιλάρι των ελληνικών τραπεζών ή την παροχή εγγυήσεων από την ευρωζώνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Ωστόσο, εκτιμούν οι Financial Times, οι επιλογές αυτές θα ήταν δύσκολο να νομοθετηθούν ή θα βασίζονταν στην καλή θέληση των διεθνών εταίρων, οι οποίοι θα υποστούν το μεγαλύτερο μέρος των συνεπειών μιας χρεοκοπίας.