Τα σχέδιά της να περιορίσει τον αριθμό των μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων σε 40 μέσω μιας σειράς συγχωνεύσεων παρουσίασε η κινεζική κυβέρνηση, στο πλαίσιο των ευρύτερων προσπαθειών του Πεκίνου να αναμορφώσει τον κρατικό τομέα της χώρας που παρουσιάζει χαμηλές επιδόσεις, σύμφωνα με κρατικά μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Από την έντυπη έκδοση
Τα σχέδιά της να περιορίσει τον αριθμό των μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων σε 40 μέσω μιας σειράς συγχωνεύσεων παρουσίασε η κινεζική κυβέρνηση, στο πλαίσιο των ευρύτερων προσπαθειών του Πεκίνου να αναμορφώσει τον κρατικό τομέα της χώρας που παρουσιάζει χαμηλές επιδόσεις, σύμφωνα με κρατικά μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Αυτή τη στιγμή η κεντρική κυβέρνηση της Κίνας ελέγχει 112 μεγάλους ομίλους, συμπεριλαμβανομένων 277 κρατικών επιχειρήσεων εισηγμένων στο χρηματιστήριο της Σαγκάης ή του Σένζεν με κεφαλαιοποίηση άνω των 10 τρισ. γιουάν (1,6 τρισ. δολαρίων), σύμφωνα με στοιχεία της εφημερίδας Economic Information Daily.
Η τάση συγκεντρωτισμού θα πραγματοποιηθεί πρώτα σε τομείς εμπορικούς, ιδιαίτερα στις πιο ανταγωνιστικές βιομηχανίες, με τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο των πλουτοπαραγωγικών πηγών να ενοποιούνται σε μεγάλες επιχειρήσεις. Η είδηση αυτή ώθησε τις τιμές κινεζικών μετοχών σε νέα ύψη επτά ετών, με οδηγό τις εταιρείες China Petroleum & Chemical και PetroChina.
Το μεταρρυθμιστικό σχέδιο θεωρείται κρίσιμο για τον Κινέζο πρόεδρο Ξι Ζινπίνγκ ο οποίος προσπαθεί να ανεβάσει τις επιδόσεις του κρατικού τομέα της χώρας του, σε μία περίοδο που το Πεκίνο αναζητά το σωστό μίγμα πολιτικής για να στηρίξει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, η οποία αναπτύχθηκε το πρώτο τρίμηνο με τον βραδύτερο ρυθμό σε διάρκεια έξι ετών.
Για παράδειγμα, η κατευθυνόμενη συγχώνευση των CNR και CSR, των δύο βασικών κατασκευαστών τρένων της Κίνας, δημιούργησε έναν κολοσσό αξίας 26 δισ. δολαρίων, ικανό να ανταγωνιστεί ξένους ομίλους, όπως τη γερμανική Siemens και την καναδική Bombardier.
Την ίδια στιγμή, η κερδοφορία των κινεζικών επιχειρήσεων από τον βιομηχανικό κλάδο μειώθηκε 0,4% τον Μάρτιο σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα 508,61 δισ. γιουάν (82 δισ. δολάρια), σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία της χώρας.