Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διατηρεί στη ζωή το ελληνικό τραπεζικό σύστημα με χορήγηση έκτακτης ρευστότητας. Παράλληλα, όμως, στερεί από την ελληνική κυβέρνηση τις τελευταίες δυνατότητες χρηματοδότησης, γράφει σήμερα η Deutsche Welle.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διατηρεί στη ζωή το ελληνικό τραπεζικό σύστημα με χορήγηση έκτακτης ρευστότητας. Παράλληλα, όμως, στερεί από την ελληνική κυβέρνηση τις τελευταίες δυνατότητες χρηματοδότησης, γράφει σήμερα η Deutsche Welle.
Η ΕΚΤ έδωσε εντολή στις ελληνικές τράπεζες να μην επιβαρυνθούν επιπλέον με αγορά εντόκων γραμματίων του Δημοσίου, γνωστών και ως T-Bills. Σύμφωνα με τον Μάρτιν Φάουστ, καθηγητή στο Frankfurt School of Finance, η ΕΚΤ έλαβε την απόφαση αυτή για δύο λόγους.
Όπως διευκρίνισε μιλώντας στη DW, «από τη μία η κατάσταση στην Ελλάδα επιδεινώθηκε αισθητά τις τελευταίες εβδομάδες. Η ελληνική κυβέρνηση δεν βρίσκει λύσεις ώστε να θέσει τα προβλήματα υπό έλεγχο. Τα φορολογικά έσοδα μειώνονται. Από την άλλη η ΕΚΤ θέλει να αυξήσει την πίεση προς την ελληνική κυβέρνηση. Αυτό σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή λείπει ένας σημαντικός αγοραστής εντόκων γραμματίων. Πολλοί άλλοι επενδυτές δεν είναι πρόθυμοι να τα αγοράσουν εξαιτίας του υψηλού κινδύνου».
Επομένως η ΕΚΤ στερεί από την Ελλάδα μία σημαντική πηγή χρηματοδότησης, δεδομένου ότι η Αθήνα διασφάλιζε τη ρευστότητά της τους τελευταίους μήνες μέσω έκδοσης εντόκων γραμματίων.
Όπως επισημαίνει ο Μάρτιν Φάουστ, «οι επενδυτές είναι ενδεχομένως πρόθυμοι να δανείσουν στην Ελλάδα χρήματα για έναν ή δύο μήνες. Αλλά για ομόλογα με μεγαλύτερη διάρκεια ωρίμανσης ανεβαίνει αισθητά και το επιτόκιο. Ή, σε διαφορετική περίπτωση, η Ελλάδα δεν θα είναι πλέον σε θέση να βρει επενδυτές».
Κάτοχοι των εντόκων γραμματίων είναι κατά κύριο λόγο οι ελληνικές τράπεζες. Ο Κρίστοφ Βάιλ, οικονομικός αναλυτής της Commerzbank, περιγράφει το μοντέλο αλληλοβοήθειας κράτους και τραπεζών ως εξής: «Το ελληνικό κράτος εκδίδει T-Bills, τα οποία αγοράζονται από τις εγχώριες τράπεζες και στη συνέχεια τα τοποθετούν ως εγγυήσεις στην κεντρική τράπεζα, ώστε να έχουν πρόσβαση σε φρέσκο χρήμα».
Αυτό το μοντέλο έχει όμως όρια. Συγκεκριμένα, και όπως προβλέπει σχετική συμφωνία της Ελλάδας με τους θεσμούς, ο δανεισμός μέσω εντόκων γραμματίων δεν επιτρέπεται να υπερβεί τα 15 δις ευρώ. Επιπλέον, συμφωνία μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος και της ΕΚΤ προβλέπει όριο 3,5 δισ. ευρώ για την ποσότητα των εντόκων γραμματίων που οι τράπεζες μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως εγγύηση για τη λήψη ρευστότητας από την κεντρική τράπεζα.
Ο Κρίστοφ Βάιλ εκτιμά ότι και τα δύο όρια έχουν εξαντληθεί. Οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να τα αυξήσει έχουν έως τώρα αποτύχει, όπως αποδεικνύει και η τελευταία εντολή της ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες. Με τις δυνατότητες δανεισμού από τις ελληνικές τράπεζες να έχουν περιοριστεί δραματικά και τους επενδυτές να μην φαίνονται στον ορίζοντα, η μόνη λύση που απομένει στην ελληνική κυβέρνηση είναι η ταχύτατη δυνατή επίτευξη συμφωνίας. Ειδάλλως η χρεοκοπία είναι ζήτημα ημερών, επισημαίνει ο Κρίστοφ Βάιλ, παραπέμποντας στο σχεδόν μισό δισ. ευρώ που καλείται να εξοφλήσει η Ελλάδα στο ΔΝΤ στις 9 Απριλίου.
Προκειμένου να αποτραπεί η - με βάση τα σημερινά δεδομένα - διαφαινόμενη χρεοκοπία, θα πρέπει να επιτευχθεί μία συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εταίρους της στην Ευρωζώνη εντός των προσεχών ημερών. Μέχρι τότε η ΕΚΤ εξακολουθεί να διατηρεί «όρθιες» τις ελληνικές τράπεζες μέσω του μηχανισμού έκτακτης ρευστότητας ELA, ο οποίος διασφαλίζει κεφάλαια μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος.
Αφότου η ΕΚΤ έκλεισε τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης, παύοντας στις αρχές Φεβρουαρίου να δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγυήσεις για νέα δάνεια, το όριο παροχής ρευστότητας μέσω του ELA αυξάνεται σε βασανιστικά μικρές δόσεις σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση. Η τελευταία αύξηση, την προηγούμενη εβδομάδα, διαμόρφωσε το νέο πλαφόν στα 71 δισ. ευρώ.
Πηγή: Deutsche Welle