Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 02 Μαρτίου 2004 12:14

Οριακές απώλειες στη Σοφοκλέους

ΣΕ ΑΡΝΗΤΙΚΟ πεδίο έχει περάσει ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης υπό το βάρος πιέσεων στον ΟΤΕ, την Εθνική, τον ΟΠΑΠ και στις μετοχές της περιφέρειας. Αντιθέτως, αξιόλογα κέρδη εξακολουθεί να καταγράφει η μετοχή της Alpha Bank.

Ο γενικός δείκτης αυτή την ώρα (12:00) υποχωρεί κατά 0,14% και βρίσκεται στις 2.442,73 μονάδες, κοντά στο χαμηλότερο επίπεδο της ημέρας.

Ο τζίρος έχει διαμορφωθεί στα 35,12 εκατ. ευρώ χωρίς να έχουν γίνει πακέτα.

Από το σύνολο των μετοχών που έχουν αλλάξει χέρια 91 σημειώνουν άνοδο, 148 υποχωρούν και 70 παραμένουν αμετάβλητες.

Ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης καταγράφει οριακές απώλειες 0,10% έχοντας διαμορφωθεί στις 1.267,72 μονάδες. Ο ΟΤΕ υποχωρεί κατά 0,82%. Μεγαλύτερη πτώση, της τάξεως του 2%, σημειώνει η Εμπορική.

H μετοχή του ΟΠΑΠ καταγράφει απώλειες 1,39%. Η Deutsche Bank αναθεώρησε προς τα κάτω σε «διακράτηση» από «αγορά» την επενδυτική της σύσταση για τη μετοχή του Οργανισμού. Αναβάθμισε ωστόσο την τιμή-στόχο στα 14,5 ευρώ από 12 ευρώ.

Αντιθέτως, η Alpha Bank ενισχύεται κατά 1,22%. Η Merrill Lynch χαρακτηρίζει την Alpha Bank ως την πιο «ελκυστική» τράπεζα στην ελληνική αγορά η Merrill Lynch, ενώ διατηρεί την ουδέτερη σύσταση για τη μετοχή.

Οπως αναφέρεται σε χθεσινή έκθεση, ο τίτλος της τράπεζας διαπραγματεύεται με p/e 12,8 για τα κέρδη του 2005 έναντι 13,5 του συνόλου του κλάδου, ενώ προβλέπεται μέση ετήσια αύξηση κερδών ανά μετοχή 20% ως το 2005.

Η Merrill Lynch συστήνει στους επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα και σε αυτούς που επιθυμούν να αποκτήσουν ή να διατηρήσουν έκθεση στην ελληνική αγορά να δώσουν έμφαση στην Alpha Βank.

Η τράπεζα βρίσκεται σε καλή θέση ώστε να εκμεταλλευθεί τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής αγοράς με ευρύτατο δίκτυο και αυξανόμενο μερίδιο στο δανεισμό των νοικοκυριών, ενώ έχει επιτύχει την αναδιάρθρωση του κόστους της, επισημαίνουν οι αναλυτές.

Η Merrill Lynch προβλέπει διατήρηση των ρυθμών ανάπτυξης των δανείων και του κύκλου εργασιών του ελληνικού τραπεζικού κλάδου σε επίπεδο σημαντικά υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, για τουλάχιστον πέντε χρόνια.