Την πρόθεσή της να εγκαταλείψει την πολιτική του πλεονάσματος, επιλέγοντας τη λογική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και αμφισβητώντας τα οφέλη της λιτότητας, εξέφρασε η Σουηδία.
Την πρόθεσή της να εγκαταλείψει την πολιτική του πλεονάσματος, επιλέγοντας τη λογική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και αμφισβητώντας τα οφέλη της λιτότητας, εξέφρασε η Σουηδία.
Η «ερυθροπράσινη», όπως αποκαλείται στη Σουηδία, κυβέρνηση του Στέφαν Λεβέν δημοσιοποίησε την πρόθεσή της να εγκαταλείψει τον στόχο του πλεονάσματος του 1% στον κρατικό προϋπολογισμό. Έναν στόχο που συνιστούσε οικονομικό αξίωμα κάθε σουηδικής κυβέρνησης από το 1997. Δηλαδή αφότου είχε εισαχθεί από τον ομοϊδεάτη και θαυμαστή του πρώην Βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, Γιόραν Πέρσον, με τη στήριξη τότε του κόμματος του Κέντρου.
Με δημοσίευμα στην Ντάγκενς Νυχέτερ, που υπογράφουν ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός, η υπουργός Οικονομικών Μαγκνταλένα Άντερσον και ο αναπληρωτής υπουργός Περ Μπουλούντ από το κόμμα του Περιβάλλοντος, αλλά και σε συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, η κυβέρνηση Λεβέν έκανε γνωστό ότι σκοπεύει να επανέλθει στην πολιτική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.
Η πολιτική του πλεονάσματος, όπως επισημαίνουν, έχει βοηθήσει μετά την οικονομική κρίση του 1990 την χώρα. Η Σουηδία όμως, όπως τονίστηκε, βρίσκεται σήμερα σε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση, με έναν γηράσκοντα πληθυσμό και σημαντικές ελλείψεις στα δημόσια ταμεία.
Πολλοί οικονομολόγοι αμφισβητούν το αξίωμα του πλεονάσματος
Με τα νέα αυτά δεδομένα η πολιτική λιτότητας είναι αμφίβολης αποτελεσματικότητας, υποστηρίζει η Σουηδή υπουργός Οικονομικών. Η εμμονή στο πλεόνασμα θα απαιτούσε περαιτέρω περικοπές και αύξηση των φόρων κατά 75 δισ. κορώνες. Το να εγκαταλειφθεί ο στόχος του πλεονάσματος σημαίνει ότι απελευθερώνονται πόροι, τους οποίους η κυβέρνηση δεν επιθυμεί να διαθέσει σε βεβιασμένες μεταρρυθμίσεις. Τους προορίζει για μελλοντικές επενδύσεις στον τομέα της στέγης και της εκπαίδευσης. Ο οικονομικός στόχος του πλεονάσματος του 1%, που είχε καταστεί αξίωμα για τη σουηδική κυβερνητική πολιτική, σήμαινε περιορισμό των δημοσίων δαπανών, ώστε τα δημόσια έσοδα να είναι κατά 1% υψηλότερα.
Όπως εξηγούν οι πολιτικοί της κυβέρνησης, όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι αμφισβητούν το όφελος του πλεονάσματος για την εξυγίανση και τη βελτίωση των σουηδικών δημοσιονομικών. Αντίθετα τάσσονται υπέρ των επενδύσεων και της κυκλοφορίας του χρήματος. Είναι κυρίως οι ασθενέστεροι που πλήττονται από την πολιτική λιτότητας και τις περικοπές, υπογραμμίζει η σοσιαλδημοκράτισσα διάδοχος του πρώην υπουργού Οικονομικών Άντερς Μποργκ.
Διχασμένη η αντιπολίτευση
Η σημερινή κατάσταση της Σουηδίας είναι διαφορετική, σχολιάζει κι ένας από τους οικονομολόγους «πατέρες» της πολιτικής του πλεονάσματος, ο Κλας Έκλουντ, στηρίζοντας το σκεπτικό της Σουηδής υπουργού Οικονομικών. Αλλά και ο σύνδεσμος Σουηδών επιχειρηματιών, τέσσερις μεγάλες τράπεζες και φυσικά τα συνδικάτα εργαζομένων έχουν ταχθεί υπέρ της εγκατάλειψης του αξιώματος του πλεονάσματος.
Η αντιπολίτευση είναι διχασμένη. Θετική στάση τηρεί το αριστερό κόμμα, επιφυλακτικότερο εμφανίζεται το φιλελεύθερο Λαϊκό, ενώ οι Χριστιανοδημοκράτες και το Κόμμα των Μετριοπαθών αντιτίθενται.
Προς το παρόν το θέμα παραπέμπεται στο ινστιτούτο οικονομικών αναλύσεων της αγοράς για μελέτη των ενδεχόμενων συνεπειών που θα είχε η εγκατάλειψη της πολιτικής των πλεονασμάτων.
Πηγή: Deutsche Welle