Αντιδράσεις μεταξύ γερμανών πολιτικών αλλά και οικονομολόγων, προκαλεί η αυριανή ψηφοφορία στο γερμανικό κοινοβούλιο για την παράταση του ελληνικού προγράμματος.
Αντιδράσεις μεταξύ γερμανών πολιτικών αλλά και οικονομολόγων, προκαλεί η αυριανή ψηφοφορία στο γερμανικό κοινοβούλιο για την παράταση του ελληνικού προγράμματος.
«Ο θυμός και η επιφυλακτικότητα στους κόλπους της Ένωσης (CDU/CSU) σε ό,τι αφορά την συμπεριφορά της ελληνικής κυβέρνησης αυξήθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες, αυτό είναι αλήθεια», δήλωσε στην Rheinische Post ο υφυπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Στέφεν Κάμπετερ.
Ωστόσο ο Κάμπετερ τόνισε ότι «μια κυβερνητική κοινοβουλευτική ομάδα πρέπει να ασκεί πολιτική με βάση την υπευθυνότητα και όχι τον θυμό» και επισήμανε ότι αναμένει υπερψήφιση της εισήγησης του υπουργείου του από την Μπούντεσταγκ.
«Βρισκόμαστε εκεί που ήμαστε και στα μέσα Δεκεμβρίου. Απλώς η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές φαίνεται σήμερα περισσότερο απίθανη από ό,τι στο τέλος του προηγούμενου έτους», πρόσθεσε ο κ. Κάμπετερ.
«Ίσως η Ελλάδα να χρειαστεί και τρίτο πακέτο»
«Είναι μια ευκαιρία να αλλάξουμε το πρόγραμμα, αλλά με συγκεκριμένες προτάσεις, οι οποίες θα γίνουν πράξη», δήλωσε ο επικεφαλής της ΚΟ των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Τόμας Όπερμαν και τόνισε ότι «εάν η ελληνική κυβέρνηση καταπιαστεί με την διαφθορά και τον νεποτισμό, θα έχει την πλήρη στήριξή μας».
Θα πρέπει, ωστόσο, να το κάνει πράξη είπε και επισήμανε ότι αυτό θα το παρακολουθεί με προσοχή η Γερμανία. Ο κ. Όπερμαν άφησε, πάντως, ανοιχτό το ενδεχόμενο να χρειαστεί και τρίτο πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα. Εξαρτάται, όπως είπε, από το εάν η κυβέρνηση θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της.
Πεπεισμένος ότι θα χρειαστεί και νέο πακέτο βοήθειας είναι ο αντιπρόεδρος της ΚΟ του SPD Κάρστεν Σνάιντερ, ο οποίος, σε συνέντευξή του στο Spiegel, αναφέρει ότι το αποφασιστικό ζήτημα θα τεθεί πριν από το καλοκαίρι.
«Αν η Ελλάδα πρόκειται να μείνει στο ευρώ, θα χρειαστεί ένα νέο πακέτο βοήθειας, ύψους διψήφιου αριθμού δισεκατομμυρίων. Μια χρηματοδότηση από τις αγορές είναι, εξαιτίας του χαμένου χρόνου τους τελευταίους έξι μήνες, ουτοπική», δηλώνει και τονίζει ότι οι όροι για νέα βοήθεια θα παραμείνουν ίδιοι, σταθερά δημοσιονομικά, φορολογική δικαιοσύνη και μεταρρυθμίσεις προκειμένου να δημιουργηθεί ανάπτυξη.
«Η Ελλάδα δεν μπορεί να βρει το δρόμο της μέσα στην Ευρωζώνη»
«Η εμπιστοσύνη μου στην ελληνική κυβέρνηση είναι ελάχιστη, η εμπιστοσύνη μου στον Σόιμπλε μέγιστη», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) Χανς-Πέτερ Φρίντριχ (CSU) και ζήτησε βελτίωση της ελληνικής λίστας μεταρρυθμίσεων.
Από την πλευρά των οικονομολόγων, ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου Χανς-Βέρνερ Ζιν επαναλαμβάνει στο Focus ότι η Ελλάδα δεν μπορεί εντός Ευρωζώνης να ξαναβρεί τον δρόμο προς την ανταγωνιστικότητα και τονίζει ότι, εάν η χώρα αποχωρήσει από την Ευρωζώνη, ένα μέρος του χρέους της θα διαγραφεί, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ενδεχομένως και με μείωση των επιτοκίων.
Το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας (DIW) από την πλευρά του υπολογίζει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για ένα τρίτο πακέτο βοήθειας σε 40 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με δημοσίευμα της Rheinische Post, ενώ ο οικονομολόγος Λαρς Φελντ, εκ των πέντε «Σοφών» της γερμανικής οικονομίας, εκτιμά ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί το καλοκαίρι ένα νέο πακέτο βοήθειας και ζητά από την γερμανική κυβέρνηση να το δηλώσει ευθέως.
«Η Ελλάδα, μόνο για το διάστημα Ιουλίου - Οκτωβρίου, χρειάζεται πάνω από δέκα δισεκατομμύρια ευρώ φρέσκο χρήμα. Καθώς η χώρα δεν δανείζεται από τις αγορές, δεν υπάρχει άλλος δρόμος από ένα τρίτο πακέτο βοήθειας. Η (γερμανική) κυβέρνηση θα έκανε καλά να το πει ξεκάθαρα», δηλώνει στην Bild και προσθέτει ότι η Ελλάδα έχει επί χρόνια παραβιάσει τους κανόνες της Ευρωζώνης.
«Αυτό δεν γίνεται. Δεν μπορεί να ανταμείβεται το θράσος. Μόνο εάν η Ελλάδα τηρήσει τους κανόνες, μπορεί να παραμείνει στην Ευρωζώνη», τονίζει ο κ. Φελντ και προειδοποιεί το Βερολίνο και τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης να μην υποχωρήσουν στο ελληνικό αίτημα για τερματισμό της λιτότητας, διότι αυτό θα αποτελούσε «μοιραίο μήνυμα» για χώρες, όπως η Ισπανία και θα ενεθάρρυνε ακραία κόμματα να απαιτήσουν τέλος της πορείας λιτότητας. «Αυτό θα ήταν και το τέλος του ευρώ, όπως το γνωρίζουμε σήμερα», κατέληξε.
Πηγή: ΑΜΠΕ