Από τον Μάρτιο του 2015 θα ξεκινήσει το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος ανακοίνωσε σήμερα το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Από τον Μάρτιο του 2015 θα ξεκινήσει το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος ανακοίνωσε σήμερα το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Οι αγορές θα γίνονται για τα ομόλογα που διαθέτουν επενδυτική αξιολόγηση (investment grade), ενώ για εκείνα που δεν διαθέτουν, όπως τα ελληνικά, θα ισχύσουν πρόσθετα κριτήρια επιλεξιμότητας. Υπό αυτά τα δεδομένα, η ΕΚΤ δεν απέκλεισε τα ελληνικά ομόλογα από το πρόγραμμά της.
Διευκρίνισε, ωστόσο, πως πρόσθετα κριτήρια επιλεξιμότητας θα πρέπει να εφαρμόζονται στην περίπτωση των χωρών που βρίσκονται στο πλαίσιο ενός προγράμματος προσαρμογής Ε.Ε./ΔΝΤ.
Επίσης, ο Ντράγκι ανακοίνωσε ότι θα επεκταθεί το πρόγραμμα αγοράς καλυμμένων τίτλων (ABS και καλυμμένων ομολόγων) του ιδιωτικού τομέα, καθώς και ότι θα βελτιωθούν οι όροι παροχής φθηνής ρευστότητας προς τον τραπεζικό τομέα (TLTROs).
Το πρόγραμμα αγοράς τίτλων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα θα κρατήσει έως τον Σεπτέμβριο του 2016, ενώ οι αγορές θα είναι της τάξεως των 60 δισ. ευρώ μηνιαίως. Το ύψος τους θα εξαρτάται από τη συμμετοχή της κάθε κεντρικής τράπεζας στο κεφάλαιο της ΕΚΤ, ενώ πρόσθετα κριτήρια επιλεξιμότητας θα τεθούν για χώρες που υπάγονται σε μνημόνιο.
Αναλυτικά, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ έλαβε τις ακόλουθες αποφάσεις:
Πρώτον, διεύρυνση του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων, που θα περιλαμβάνει την αγορά τίτλων που προέρχονται από τιτλοποίηση και καλυμμένων ομολογιών. Κάτω από αυτό το εκτεταμένο πρόγραμμα, οι συνδυασμένες μηνιαίες αγορές των τίτλων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα θα ανέλθουν στα 60 δισ. ευρώ.
Ο αρχικός σχεδιασμός είναι να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου του 2016, ωστόσο, σε κάθε περίπτωση θα διεξαχθεί μέχρι υπάρξει μια διαρκής προσαρμογή του πληθωρισμού, ώστε να είναι συνεπής με τον στόχο του κάτω, αλλά πλησίον του 2%.
Τον Μάρτιο του 2015, το Ευρωσύστημα θα αρχίσει να αγοράζει τίτλους επενδυτικού βαθμού που εκδίδονται από κυβερνήσεις της Ευρωζώνης του ευρώ στη δευτερογενή αγορά. Το ύψος τους να εξαρτάται από τη συμμετοχή της κάθε κεντρικής τράπεζας στο κεφάλαιο της ΕΚΤ. Ορισμένα πρόσθετα κριτήρια επιλεξιμότητας θα πρέπει να εφαρμόζονται στην περίπτωση των χωρών που βρίσκονται στο πλαίσιο ενός προγράμματος προσαρμογής ΕΕ/ΔΝΤ.
Δεύτερον, το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε να αλλάξει την τιμολόγηση των έξι στοχευμένων ενεργειών μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTROs). Κατά συνέπεια, το επιτόκιο που ισχύει για τις μελλοντικές δραστηριότητες TLTROs θα είναι ίσο με το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, αφαιρώντας έτσι το σημείο του spread ύψους 10 μονάδων βάσης πάνω από το επιτόκιο MRO που εφαρμόστηκε στα δύο πρώτα TLTROs.
Τρίτον, η ΕΚΤ αποφάσισε να διατηρήσει τα βασικά επιτόκια της αμετάβλητα.
Όσον αφορά τις πρόσθετες αγορές περιουσιακών στοιχείων, το δ.σ. θα διατηρεί τον έλεγχο σε όλες τις λειτουργίες του σχεδιασμού του προγράμματος και θα συντονίζει τις αγορές, διασφαλίζοντας έτσι το ενιαίο της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Το Ευρωσύστημα θα κάνει χρήση της αποκεντρωμένης εφαρμογής για την κινητοποίηση πόρων του.
Σύμφωνα με τον κ. Ντράγκι, η σημερινή απόφαση σχετικά με τις συμπληρωματικές αγορές περιουσιακών στοιχείων ελήφθη για την αντιμετώπιση δύο δυσμενών εξελίξεων. Πρώτον, η δυναμική του πληθωρισμού συνέχισε να είναι ασθενέστερη από ό, τι αναμενόταν. Ενώ η απότομη πτώση των τιμών του πετρελαίου τους τελευταίους μήνες παραμένει ο κυρίαρχος παράγοντας που προκαλεί πιέσεις στον πληθωρισμό. Δεύτερον, ενώ τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που υιοθετήθηκαν από τον Ιούνιο έως και τον Σεπτέμβριο του περασμένου έτους οδήγησαν σε σημαντική βελτίωση όσον αφορά τις τιμές των χρηματοπιστωτικών αγορών, δεν είχαν τα αναμενόμετα ποσοτικά αποτελέσματα.
Κατά συνέπεια, η επικρατούσα νομισματική πολιτική ήταν ανεπαρκής για να αντιμετωπίσει επαρκώς τους αυξημένους κινδύνους από την υπερβολικά παρατεταμένη περίοδο χαμηλού πληθωρισμού. Έτσι, η υιοθέτηση περαιτέρω μέτρων θα αποτελέσει την εγγύηση για την επίτευξη του στόχου της σταθερότητας των τιμών, δεδομένου ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ έχουν φθάσει κατώτερο όριο τους.
Αναφορικά με την ανάληψη κινδύνου και την κατανομή των υποθετικών απωλειών, το δ.σ. αποφάσισε ότι οι αγορές τίτλων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων (οι οποίες θα είναι το 12% των επιπλέον αγορών περιουσιακών στοιχείων) θα υπόκεινται σε καθεστώς κοινής απώλειας. Το υπόλοιπο των επιπλέον αγορών δεν θα υπόκεινται. Η ΕΚΤ θα κατέχει το 8% των επιπλέον αγορών περιουσιακών στοιχείων. Αυτό σημαίνει ότι το 20% των πρόσθετων αγορών περιουσιακών στοιχείων θα υπόκεινται σε ένα καθεστώς επιμερισμού του κινδύνου και το υπόλοιπο 80% θα το επωμίζονται οι Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες.
Από τις νέες δράσεις, η ΕΚΤ εκτιμά ότι θα στηριχθεί αποφασιστικά η σταθεροποίηση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Η σημαντική αύξηση του ισολογισμού της θα διευκολύνει περαιτέρω τις συνθήκες χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Στο σύνολό τους, οι παράγοντες αυτοί θα πρέπει να ενισχύσουν τη ζήτηση, την αύξηση της χρήσης της παραγωγικής ικανότητας και την υποστήριξη της νομισματικής και της πιστωτικής επέκτασης, και με τον τρόπο αυτό θα συμβάλουν στην επιστροφή των ρυθμών πληθωρισμού προς το 2%.