Παρά τις γεωπολιτικές κρίσεις και την επιδημία του Έμπολα, η παγκόσμια οικονομία εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί το 2014 κατά περίπου 3%. Την ίδια στιγμή, αβεβαιότητα επικρατεί γύρω από τις οικονομικές προοπτικές του 2015.
Παρά τις γεωπολιτικές κρίσεις και την επιδημία του Έμπολα, η παγκόσμια οικονομία εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί το 2014 κατά περίπου 3%. Την ίδια στιγμή, αβεβαιότητα επικρατεί γύρω από τις οικονομικές προοπτικές του 2015.
Η Ευρωζώνη αναμένεται να παίξει για άλλη μία φορά το ρόλο του «προβληματικού παιδιού» στο πεδίο της παγκόσμιας οικονομίας. «Αναμένουμε ρυθμό ανάπτυξης μόλις 0,8% για την Ευρωζώνη την επόμενη χρονιά», επισημαίνει στην Deutsche Welle ο Στέφαν Μπιλμάιερ, επικεφαλής οικονομολόγος της DZ Bank.
Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ έλαβε μέτρα αντιμετώπισης της ευρωκρίσης, με την οικονομία των χωρών που επλήγησαν περισσότερο να έχουν μπει σε τροχιά ανάκαμψης.
Προβληματίζουν οι «μεγάλοι» της Ευρωζώνης
Στο επίκεντρο του προβληματισμού βρίσκονται πλέον ορισμένοι από τους «μεγάλους» της Ευρωζώνης. «Η κατάσταση στην Ιταλία είναι πραγματικά δραματική, με την οικονομία να συρρικνώνεται περαιτέρω. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις παραμελήθηκαν εκεί επί σειρά ετών», σχολιάζει στο μικρόφωνο της Deutsche Welle ο Ρόλαντ Ντορν, διευθυντής του τμήματος ανταγωνιστικότητας στο ερευνητικό ινστιτούτο του Έσεν RWI.
Όπως επισημαίνει ο ίδιος, στη Γαλλία, αντιθέτως, δινόταν λύση σε προβλήματα μέσω αύξησης των δημόσιων δαπανών, με αποτέλεσμα η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης να έχει φτάσει στα όριά της.
Την ίδια ώρα, οι εκτιμήσεις της Bundesbank κάνουν λόγο για ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας μόλις 1% το 2015. Ο Ρόλαντ Ντορν ασκεί κριτική στην πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης, η οποία κατά τη γνώμη του δίνει βάση στις παροχές, αφήνοντας στο περιθώριο τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Ο Στέφαν Μπιλμάιερ βάζει στο στόχαστρό του την περίφημη «ενεργειακή στροφή» της Γερμανίας με έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Όπως λέει, πρόκειται αναμφίβολα για έναν αξιόλογο, αλλά ταυτόχρονα ακριβό στόχο. «Στο διεθνές πεδίο ανταγωνισμού είναι ασφαλώς τροχοπέδη».
Ό,τι «φρενάρει» τη Γερμανία δίνει ώθηση στις ΗΠΑ. Εκεί η χρήση του fracking, της αμφιλεγόμενης μεθόδου εξόρυξης καυσίμων, μείωσε το ενεργειακό κόστος και έδωσε νέα ώθηση στη βιομηχανία της χώρας. Η DZ Bank υπολογίζει ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης στις ΗΠΑ θα κινηθεί τα επόμενα χρόνια κοντά στο 3%.
Για την Κίνα η γερμανική τράπεζα προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης που θα υπερβεί οριακά το 7%, το χαμηλότερο ποσοστό από το 1990. Η εξέλιξη αυτή αποτελεί επιδίωξη της κινεζικής κυβέρνησης, η οποία επιχειρεί να εξισορροπήσει τη βασισμένη στις πιστώσεις και στις εξαγωγές ανάπτυξη, δίνοντας περισσότερο βάρος στην κατανάλωση.
Κι ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας μετριάζεται, η Ινδία ετοιμάζεται για το επόμενο «άλμα». Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προβλέπει για το 2015 ανάπτυξη της ινδικής οικονομίας κατά 6,6%. Ο Ρόλαντ Ντορν εμφανίζεται ωστόσο επιφυλακτικός, επισημαίνοντας ότι «η Ινδία εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στις χώρες με τα μεγαλύτερα διαρθρωτικά προβλήματα».
Καταλύτης εξελίξεων η πτώση της τιμής του πετρελαίου
Το ίδιο ισχύει κατά τον Γερμανό οικονομολόγο και για τις δύο μεγάλες οικονομίες τις Λατινικής Αμερικής, τη Βραζιλία και την Αργεντινή. Η μεν Βραζιλία αντιμετωπίζει δυσκολίες στο πεδίο των υποδομών, η δε Αργεντινή πιέζεται ασφυκτικά υπό το βάρος του δημόσιου χρέους.
Όπως επισημαίνει ο κ. Ντορν, οι οικονομίες πολλών λατινοαμερικάνικων χωρών «εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη των τιμών των πρώτων υλών». Επειδή αυτές κινούνται πτωτικά αυτήν την περίοδο, η Λατινική Αμερική αναμένεται να απογοητεύσει και το 2015. Μάλιστα, εικάζεται ότι η μεγάλη πτώση της τιμής του πετρελαίου ενδέχεται να εκθέσει την οικονομία της Βενεζουέλας σε κίνδυνο χρεοκοπίας. Το φθηνό πετρέλαιο προκαλεί πλήγματα και στις οικονομίες της Νιγηρίας και της Ρωσίας. Οι κυρώσεις που επέβαλε η Δύση κατά της Μόσχας αναμένεται να οδηγήσουν τη ρωσική οικονομία στο φάσμα της ύφεσης, εκτιμά ο Στέφαν Μπιλμάιερ.
Κι ενώ κάποιες χώρες πλήττονται καίρια από την πτώση της τιμής του πετρελαίου, οι χώρες-εισαγωγείς ευνοούνται αισθητά. «Η πτώση της τιμής του πετρελαίου είναι, αν θέλετε, μία παγκόσμια αναδιανομή εισοδήματος και ισοδυναμεί για χώρες όπως η Γερμανία σε τελευταία ανάλυση με αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων», διαπιστώνει ο Ρόλαντ Ντορν.
Πηγή: Deutsche Welle