Ο συμβιβασμός του δημοσιονομικού κενού των 2 δισ. ευρώ που βλέπει η τρόικα για το 2015 και των φοροελαφρύνσεων που προωθεί η κυβέρνηση θα επιχειρηθεί στη διαπραγμάτευση με την τρόικα που ξεκινά από σήμερα, αλλά εάν και τα δύο μέρη επιμείνουν στις θέσεις τους η διαδικασία θα καταλήξει σε αδιέξοδο.
Aπό την έντυπη έκδοση
Ο συμβιβασμός του δημοσιονομικού κενού των 2 δισ. ευρώ που βλέπει η τρόικα για το 2015 και των φοροελαφρύνσεων που προωθεί η κυβέρνηση θα επιχειρηθεί στη διαπραγμάτευση με την τρόικα που ξεκινά από σήμερα, αλλά εάν και τα δύο μέρη επιμείνουν στις θέσεις τους η διαδικασία θα καταλήξει σε αδιέξοδο.
Πρόκειται για μια δύσκολη εξίσωση, η οποία καθίσταται δυσκολότερη από τις εκκρεμότητες στον τομέα των διαρθρωτικών μέτρων, όπως το ασφαλιστικό, τα εργασιακά, οι απολύσεις και το νέο μισθολόγιο στο Δημόσιο, που υποκρύπτουν πολιτικό κόστος.
Η αίσθηση που δόθηκε από τις συναντήσεις που είχε με τους συναρμόδιους υπουργούς ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης, αλλά και τις δύο συναντήσεις του (πρωί και βράδυ) με τον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, είναι πως η κυβέρνηση θα τηρήσει αρνητική στάση στις απαιτήσεις των ελεγκτών.
Παράλληλα, όπως δηλώνουν κυβερνητικά στελέχη, θα περάσει στην «αντεπίθεση», προτείνοντας την ένταξη στον προϋπολογισμό των φοροαπαλλαγών, για τις οποίες έχει δεσμευτεί ο πρωθυπουργός, αλλά και την αναβολή της υλοποίησης των επώδυνων μέτρων.
Η διαπραγμάτευση που ξεκινά σήμερα είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, για πολλούς παράγοντες. Με την ολοκλήρωσή της η Ελλάδα αναμένει την εκταμίευση των 7,1 δισ. ευρώ που απομένουν από την Eυρωζώνη και το ΔΝΤ, καθώς επίσης και το «πράσινο φως» για την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την περαιτέρω μείωση του χρέους, που αποτελεί μία ακόμη κρίσιμη διαπραγμάτευση.
Ο προϋπολογισμός
Ο νέος κύκλος των επαφών με τους δανειστές ξεκινά από σήμερα, καθώς στις 11.30 το πρωί θα έχουν την πρώτη συνάντηση με τον υπουργό Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη, τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα και τον υφυπουργό Οικονομικών Γιώργο Μαυραγάνη. Κεντρικό θέμα είναι ο προϋπολογισμός του 2015, το προσχέδιο του οποίου κατατίθεται στη Βουλή την προσεχή Δευτέρα 6 Οκτωβρίου, αλλά διαπιστώνεται τεράστια απόσταση μεταξύ του υπουργείου και των ελεγκτών. Η τρόικα θεωρεί πως υπάρχει κενό ύψους 2 δισ. ευρώ και ζητεί νέα μέτρα για την κάλυψή του.
Η κυβέρνηση αναγνωρίζει κενό ύψους 911 εκατ. ευρώ, που καλύπτεται με το νέο μέτρο της επιβολής και το 2015 της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης. Διευκρινίζεται πως το «κενό» σημαίνει πως για να επιτευχθεί ο στόχος του πλεονάσματος 3% του ΑΕΠ δεν αρκούν τα μέτρα που έχουν ληφθεί αλλά απαιτούνται και νέες παρεμβάσεις ύψους 2 δισ. ευρώ κατά την τρόικα ή 1,1 έως 1,3 δισ. ευρώ κατά το υπουργείο Οικονομικών εάν οι δανειστές επιμένουν στο έλλειμμα του 3% του ΑΕΠ. Ακόμη η κυβέρνηση οφείλει να βρει ισοδύναμα και να καλύψει το κόστος από την ακύρωση των μειώσεων των αποδοχών των ένστολων, που εκτιμώνται συνολικά σε 1 δισ. ευρώ.
Εργασιακά - Ασφαλιστικό
Από αύριο οι ελεγκτές θα έχουν συναντήσεις με τους υπόλοιπους υπουργούς της κυβέρνησης, ενώ στην ατζέντα είναι θέματα όπως:
* Ασφαλιστικό: Στο επικαιροποιημένο μνημόνιο προβλέπεται πακέτο παρεμβάσεων για το ασφαλιστικό, που πρέπει να ψηφιστεί μέχρι το Νοέμβριο και να εφαρμοστεί από τον Ιανουάριο του 2015, ώστε να μην υπάρχουν πιέσεις στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους από τα αυξημένα ελλείμματα των Ταμείων.
* Τα οικονομικά του τομέα της Υγείας, καθώς τα ελλείμματα διευρύνονται και αποτελούν μια μόνιμη απειλή για τον κρατικό προϋπολογισμό.
* Οι 1.000 παρεμβάσεις που έχουν συμφωνηθεί να υλοποιηθούν, αλλά οι περισσότερες ακόμη εκκρεμούν.
* Τα εργασιακά: Η τρόικα ζητεί ελεύθερες απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα και αλλαγή του νόμου για τις απεργίες, που η κυβέρνηση δεν επιθυμεί να προωθήσει τώρα. Πάντως για την απελευθέρωση των απολύσεων η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας βρίσκεται στην Ελβετία στην έδρα του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO) προκειμένου να ζητήσει τη συνδρομή του.
Απολύσεις - Μισθολόγιο
Τα θέματα που αφορούν στις απολύσεις αλλά και στη μισθολογική δαπάνη του Δημοσίου αναμένεται να συζητήσει ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κυριάκος Μητσοτάκης στο νέο ραντεβού με την τρόικα.
Οι εκπρόσωποι των δανειστών θα ενημερωθούν για την πορεία του προγράμματος των 15.000 απολύσεων που πρέπει να γίνουν εντός του 2014, καθώς και για τις μεταρρυθμίσεις που αφορούν στο δημόσιο τομέα. Ο κ. Μητσοτάκης πηγαίνει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων έχοντας ήδη επιτύχει το στόχο των απολύσεων κατά το ήμισυ, καθώς για να «κλείσει» το νούμερο απομένουν 6.500 απολύσεις. Ενα μεγάλο μέρος αυτού αναμένεται να καλυφθεί από τους ελέγχους που αφορούν στις μονιμοποιήσεις με παράνομα δικαιολογητικά, αυτό ωστόσο προϋποθέτει την ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας, πράγμα μάλλον δύσκολο καθώς αντιδρούν οι μισοί από τους πρώτους 10 δήμους που επελέγησαν για έλεγχο.
Το καλό και το κακό σενάριο «βλέπουν» οι Γερμανοί
Δύο πιθανά σενάρια για τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα «βλέπει» έκθεση της Deutsche Βank, ενώ πιστεύει πως η ανασφάλεια για την επιτυχή νέα έξοδο της Ελλάδας στις αγορές θα διατηρηθεί τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους. Την ίδια στιγμή αφήνει όμως και ακτίνες αισιοδοξίας, υποστηρίζοντας ότι η χώρα θα καταφέρει, αν αντλήσει από τις αγορές περί τα 10 δισ. ευρώ το 2015 και σε συνδυασμό με κεφάλαια από το ΤΧΣ να κλείσει το χρηματοδοτικό κενό.
Σχετικά με τα σενάρια αναφέρει πως βάσει του πρώτου αναμένεται οι διαπραγματεύσεις να καταλήξουν σε ένα πακέτο, υπό αυστηρούς όρους, που θα περιλαμβάνει την αναδιάρθρωση του χρέους προς τον επίσημο τομέα, τη σταδιακή απελευθέρωση των κεφαλαίων του ΤΧΣ και των υπόλοιπων κερδών που έχει βγάλει η ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα και την πιθανή προσφυγή σε μια νέα γραμμή πίστωσης από τον EMS. Το δεύτερο θέλει την ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος να καθυστερεί για μετά την εκλογή Προέδρου. Αυτό σημαίνει, ωστόσο, ότι το ελληνικό κράτος θα πιεστεί έντονα κατά τους χειμερινούς μήνες, καθώς από το Νοέμβριο έως το Μάρτιο καλείται να αποπληρώσει πάνω από 4 δισ. ευρώ δανείων του ΔΝΤ. Ανεξαρτήτως του τελικού αποτελέσματος, η Deutsche Bank επισημαίνει ότι υπάρχουν και καλά νέα, αφού η ρευστότητα του Δημοσίου φαίνεται άνετη έως τα τέλη του έτους, δίνοντας στην κυβέρνηση πίστωση χρόνου για να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις.
Σε ό,τι αφορά τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, η Deutsche Bank σημειώνει ότι αυτές κρίνονται σε τέσσερα βασικά ζητήματα, το χρηματοδοτικό κενό για το 2015-2016 (περίπου 12 δισ. ευρώ), το δημοσιονομικό κενό του 2015, το οποίο υπολογίζεται από 1 έως 2 δισ. ευρώ, την πρόσθετη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους από τους πιστωτές του επίσημου τομέα και τις μεταρρυθμίσεις, που εκτείνονται από την αγορά εργασίας έως το ασφαλιστικό και τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.
Αποταμίευση και επενδύσεις
Η αύξηση της αποταμίευσης αποτελεί προϋπόθεση για την αύξηση των επενδύσεων, επισημαίνει η Eurobank στην έκδοση 7 Ημέρες Οικονομία. Οπως αναφέρεται στην ανάλυση, καταγράφεται βελτίωση στη διόρθωση δύο βασικών ανισορροπιών της οικονομίας, καταρχάς με την εξάλειψη του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος, μέσω της μείωσης των δαπανών κατά κύριο λόγο, όπως και με τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος, όχι όμως μέσω αύξησης των εξαγωγών αλλά μέσω της μείωσης των εισαγωγών.
Οι οικονομολόγοι της τράπεζας επισημαίνουν ότι σε κάθε χρονική στιγμή υπάρχει ένας βασικός περιορισμός στην οικονομία τον οποίο όλοι οι φορείς της θα πρέπει να κατανοούν και πάνω από όλα να αποδέχονται: ότι οι εγχώριες αποταμιεύσεις, ιδιωτικές και δημόσιες, ισούνται πάντα με το άθροισμα των εγχώριων επενδύσεων και του εμπορικού ισοζυγίου.
Συνεπώς, μια οικονομία όταν εμφανίζει μικρό ποσοστό αποταμίευσης, για παράδειγμα, λόγω της περιορισμένης αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα ή λόγω δημοσιονομικών ελλειμμάτων, τότε αν θέλει να διατηρεί υψηλό επίπεδο επενδύσεων θα πρέπει να διατηρεί και υψηλό επίπεδο εμπορικών ελλειμμάτων.
Με απλά λόγια, αν σε μια οικονομία οι εγχώριες αποταμιεύσεις δεν είναι αρκετές για να χρηματοδοτήσουν τις εγχώριες επενδύσεις, τότε αναγκαστικά ή μειώνονται οι εγχώριες επενδύσεις ή αυξάνονται τα εμπορικά ελλείμματα, δηλαδή ο εξωτερικός δανεισμός.
Στην Ελλάδα μέχρι και τις αρχές του 2008 ο υψηλός ρυθμός επενδύσεων χρηματοδοτούνταν σε μεγάλο βαθμό από εξωτερικό δανεισμό.
Η ελληνική οικονομία έχει το μικρότερο ποσοστό εγχώριας ακαθάριστης αποταμίευσης ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης των 12, στο επίπεδο του 10% και μάλιστα διαχρονικά.