Βελτίωση παρουσίασε το Μάιο, για δεύτερο κατά σειρά μήνα, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε.
Συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε έλλειμμα 815 εκατ. ευρώ, κατά 187 εκατ. ευρώ χαμηλότερο εκείνου του ίδιου μήνα του προηγούμενου έτους. Η βελτίωση αυτή, σύμφωνα με ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος, οφείλεται στη μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και την αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων, ενώ το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών περιορίστηκε σε σχέση με εκείνο του Μαΐου του 2000 και το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων αυξήθηκε.
Η μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου τον Μάιο 2001 έναντι του ίδιου μήνα του 2000 είναι αποτέλεσμα κυρίως του περιορισμού του ελλείμματος των αγαθών εκτός καυσίμων, αλλά και του περιορισμού των καθαρών εισαγωγών καυσίμων. Όσον αφορά το ισοζύγιο υπηρεσιών, η μείωση του πλεονάσματος προέρχεται από τον περιορισμό των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές κυρίως υπηρεσίες και, σε πολύ μικρότερη έκταση, από ταξιδιωτικές υπηρεσίες.
Εξάλλου, η άνοδος του πλεονάσματος του ισοζυγίου μεταβιβάσεων αντανακλά τη σημαντική αύξηση, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, των καθαρών μεταβιβάσεων από την ΕΕ, τα επίπεδα των οποίων ήταν σχετικά χαμηλά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Τέλος, η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου εισοδημάτων οφείλεται στην αύξηση των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη.
Το πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου 2001 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών περιορίστηκε κατά 289 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο πεντάμηνο του 2000 και διαμορφώθηκε σε 3.257 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στην άνοδο του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών, δεδομένου ότι την ίδια περίοδο το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου και το πλεόνασμα του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων παρέμειναν στα ίδια περίπου επίπεδα του προηγούμενου έτους, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων αυξήθηκε.
Το εμπορικό έλλειμμα στο πεντάμηνο παρουσίασε μικρή μόνο άνοδο, η οποία, όπως υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση, οφείλεται αποκλειστικά στην αύξηση των καθαρών εισαγωγών καυσίμων, ενώ η άνοδος των εξαγωγικών εισπράξεων εκτός καυσίμων υπερκάλυψε την αντίστοιχη αύξηση της εισαγωγικής δαπάνης με αποτέλεσμα το εμπορικό έλλειμμα εκτός καυσίμων να περιοριστεί κατά 114 εκατ. ευρώ.
Η ταχεία αύξηση των καθαρών εισπράξεων από ταξιδιωτικές και μεταφορικές υπηρεσίες οδήγησε σε σημαντική διεύρυνση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών, το οποίο πλέον καλύπτει ένα υψηλότερο ποσοστό του εμπορικού ελλείμματος. Η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου εισοδημάτων προήλθε κυρίως από την άνοδο των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη.
Τέλος, το ισοζύγιο μεταβιβάσεων εμφάνισε πλεόνασμα, το οποίο ήταν οριακά μικρότερο από το περυσινό λόγω των σχετικά χαμηλών εισροών το πρώτο τρίμηνο του 2001.
Σε ό,τι αφορά το ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών, σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος, το πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου 2001 οι άμεσες επενδύσεις εμφάνισαν μικρή καθαρή εκροή περίπου 5 εκατ. ευρώ επειδή οι επενδύσεις των κατοίκων στο εξωτερικό ήταν μεγαλύτερες από τις επενδύσεις των μη κατοίκων στην Ελλάδα. Οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου διαμορφώθηκαν στο επίπεδο των 427 εκατ. ευρώ, εξέλιξη που αντανακλά το γεγονός ότι η εισροή λόγω ρευστοποίησης ξένων ομολογιακών τίτλων από κατοίκους ήταν υπερδιπλάσια από την εκροή λόγω πωλήσεων ελληνικών τίτλων από μη κατοίκους. Η εμφανιζόμενη ‘’εκροή’’ στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων οφείλεται εν μέρει στην στατιστική απεικόνιση της μείωσης των συναλλαγματικών διαθεσίμων μετά τον υπολογισμό τους με βάση τον ορισμό της ΕΚΤ.
Οι εξελίξεις στα ισοζύγια τρεχουσών και χρηματοοικονομικών συναλλαγών διαμόρφωσαν τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας στο τέλος Μαΐου 2001 σε 7,8 δισεκ. ευρώ (6,4 δισεκ. δολάρια). Υπενθυμίζεται ότι από την 1/1/2001 το ύψος των συναλλαγματικών διαθεσίμων έχει επηρεαστεί από τη σταδιακή αποδέσμευση των ανακαταθέσεων των τραπεζών σε συνάλλαγμα στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και από τον υπολογισμό των διαθεσίμων σύμφωνα με τον ορισμό της ΕΚΤ., όπως ήδη αναφέρθηκε. Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, από τα συναλλαγματικά διαθέσιμα εξαιρούνται: α) οι απαιτήσεις σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, β) οι απαιτήσεις σε συνάλλαγμα και ευρώ έναντι κατοίκων χωρών της ζώνης του ευρώ και γ) η συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο κεφάλαιο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ΕΚΤ.