Η Τράπεζα της Ελλάδος δεν θα συναινέσει σε ρυθμίσεις για τα πανωτόκια που θα ήταν δυσβάσταχτες για τις τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό δήλωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Νικόλαος Γκαργκάνας, ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής. Οπως, όμως ανέφερε, επειδή μέρος των απαιτήσεων έχει διαγραφεί και δεν αναγράφεται στους ισολογισμούς, εκτιμάται ότι οι σχεδιαζόμενες ρυθμίσεις δεν θα έχουν μεγάλη επίπτωση στο Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας των τραπεζών.
Η ΤΡΑΠΕΖΑ της Ελλάδος δεν θα συναινέσει σε ρυθμίσεις για τα πανωτόκια που θα ήταν δυσβάσταχτες για τις τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό δήλωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Νικόλαος Γκαργκάνας, ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.
Ο κ. Γκαργκάνας τάχθηκε υπέρ της επέκτασης της ελεγκτικής αρμοδιότητας της ΤτΕ στο ασφαλιστικό και χρηματιστηριακό σύστημα, συνέστησε εκ νέου προσεκτική πολιτική μισθών και κοινωνικών δαπανών, ενώ εξέφρασε και τη βεβαιότητά του για περαιτέρω μείωση της ανεργίας το τρέχον έτος.
«Ρόλος της ΤτΕ είναι να ελέγχει την φερεγγυότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και όχι την καταχρηστικότητά του», τόνισε ο Διοικητής της ΤτΕ ερωτηθείς για τις ευθύνες της Τράπεζας, τόσο στην υπόθεση των πανωτοκίων, όσο και στη διαπιστούμενη παραβίαση δικαστικών αποφάσεων εκ μέρους των τραπεζών.
Αναφερόμενος στην μισθολογική πολιτική, ο κ. Γκαργκάνας σημείωσε ότι το κόστος εργασίας βαίνει αυξανόμενο τα τελευταία χρόνια (+4,7% το 2002, +3,2% το 2003 και υπολογίζεται στο +4,1% φέτος).
Ο διοικητής της ΤτΕ υποστήριξε πως «δεν υπάρχει μείωση των μισθών, αλλά μάλιστα τα τρία τελευταία χρόνια, οι μέσες πραγματικές αποδοχές (λαμβανομένων υπόψη των φοροαπαλλαγών και της μείωσης του πληθωρισμού) αυξάνονται κατά 3% -ένας ρυθμός αύξησης που δεν τον βρίσκει κανείς σε άλλες χώρες», όπως είπε.
Ο κ. Γκαργκάνας παρατήρησε εκ νέου ότι η συμβολή του κόστους εργασίας στον γενικότερο πληθωρισμό είναι ιδιαίτερα υψηλή (αποτελεί το 1,4% από το συνολικό 3,5% του πληθωρισμού) και, όπως σημείωσε, «οι επιχειρήσεις δεν έχουν κανένα πρόβλημα να δεχθούν αύξηση του κόστους εργασίας όταν μπορούν να περάσουν τις αυξήσεις στις τιμές».
Στις ερωτήσεις των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ Νίκου Χριστοδουλάκη και του Γιώργου Φλωρίδη, πώς είναι δυνατόν η κυβέρνηση να προβλέπει μείωση της ανεργίας τη στιγμή που προβλέπεται κάμψη της αύξησης του ΑΕΠ, ο κ. Γκαργκάνας απάντησε πως «οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης των τελευταίων ετών, με κάποια χρονική υστέρηση, επηρεάζουν θετικά την απασχόληση. Είχαμε αύξηση της απασχόλησης, η οποία θα ενισχυθεί και από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Υπάρχουν πάρα πολλές ανάγκες που θα πρέπει να ικανοποιηθούν με προσλήψεις, δεν έχουμε αμφιβολία ότι θα υπάρξει μείωση της ανεργίας». ¶λλωστε, πρόσθεσε, «οι επενδύσεις αυξήθηκαν τα έξι τελευταία χρόνια με πρωτοφανή ρυθμό αύξησης του όγκου των ιδιωτικών επενδύσεων στη χώρα μας, ο οποίος συνεχίζεται και φέτος και θα συνεχιστεί, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας».
Όσον αφορά το κύμα ακρίβειας, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας παρατήρησε ότι το πρόβλημα «δεν λύνεται με αστυνόμευση των αγορών, αλλά με ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας», ενώ παραδέχθηκε πως «υπάρχουν αγορές στην Ελλάδα που δεν λειτουργούν ανταγωνιστικά». «Υπάρχουν επιχειρήσεις με δεσπόζουσα θέση και περιθώρια κέρδους που δεν δικαιολογούνται», παρατήρησε. «Εάν η κυβέρνηση θέλει να μας εκχωρήσει αρμοδιότητες που ανήκουν στο υπουργείο Ανάπτυξης, είμαστε έτοιμοι να τις αποδεχθούμε. Η λύση είναι πάντως ένα πιο ανταγωνιστικό σύστημα», τόνισε ο κ. Γκαργκάνας.
Τέλος, ο Διοικητής υπογράμμισε την αναγκαιότητα συγκράτησης του ελλείμματος σε επίπεδα κάτω του 3%, προκειμένου να μην συνεχιστεί η διορθωτική διαδικασία που προβλέπεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης απέναντι στις οικονομίες με υπερβολικά ελλείμματα. Οπως είπε, το έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης το 2004 αναμένεται να φθάσει το 4% (από 1,6% το 2002 και 3,1% το 2003), ενώ οι δαπάνες του πρώτου τετραμήνου του 2004 είναι αυξημένες κατά 11,4% σε σχέση με τις αντίστοιχες του 2003, παρά την ενθαρρυντική υπέρβαση των εσόδων κατά 4% έναντι της σχετικής πρόβλεψης.