Τον Κώδικα Δεοντολογίας για τη διαχείριση των μην εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών, όπως προβλέπεται από το Ν. 4224/2013, ενέκρινε η Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος.
Τον Κώδικα Δεοντολογίας για τη διαχείριση των μην εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών, όπως προβλέπεται από το Ν. 4224/2013, ενέκρινε η Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος.
Με τον Κώδικα Δεοντολογίας, που θα δημοσιευθεί εντός των ημερών στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θεσπίζονται οι γενικές αρχές συμπεριφοράς τόσο για τις δανείστριες τράπεζες όσο και για τους δανειολήπτες, με στόχο την εξεύρεση εναλλακτικών τρόπων εξυπηρέτησης ή οριστικού διακανονισμού οφειλών σε καθυστέρηση, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε δανειολήπτη.
Όπως επισημαίνει η Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου κάθε πλευρά να είναι σε θέση να σταθμίσει τα οφέλη ή τις συνέπειες κάθε λύσης, πολύ σημαντική θεωρείται η εμπρόθεσμη ανταλλαγή όλης της απαιτούμενης πληροφόρησης. Γι’ αυτό με τον Κώδικα προβλέπονται τα βήματα, οι προθεσμίες και το ελάχιστο περιεχόμενο ενημέρωσης που οφείλουν να παρέχουν οι τράπεζες στους δανειολήπτες και αντίστροφα. Οι διαδικασίες αυτές είναι μάλιστα πιο απαιτητικές για τις περιπτώσεις δανειοληπτών, των οποίων ο αποχαρακτηρισμός ως συνεργάσιμων μπορεί να έχει ως συνέπεια τον εκπλειστηριασμό της κατοικίας που οι ίδιοι διαμένουν.
Επίσης, καθιερώνονται υποχρέωση κατάλληλης εκπαίδευσης του προσωπικού των τραπεζών και οργανωτικές απαιτήσεις, ώστε κάθε πιστωτικό ίδρυμα να μπορεί να διαχειριστεί ξεχωριστά κάθε δανειολήπτη με προβλήματα καθυστερήσεων.
Στον Κώδικα αξιοποιούνται οι έννοιες του «συνεργάσιμου» δανειολήπτη και των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» για δανειολήπτες που είναι φυσικά πρόσωπα, όπως αυτές καθορίστηκαν με την απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου του παραπάνω νόμου.
Συνεπώς, όπως τονίζεται από πλευράς ΤτΕ, η πρόσφατα εκδοθείσα ΠΕΕ της ΤτΕ 42/30.05.2014 και ο υπό έκδοση Κώδικας Δεοντολογίας αποτελούν δυο διακριτές μεν, αλλά συμπληρωματικές, πρωτοβουλίες, με στόχο τη συντονισμένη αντιμετώπιση των οφειλών σε καθυστέρηση.
Στην πιο πάνω Πράξη και στον Κώδικα συστήνεται όπως, σε περιπτώσεις κοινών πιστωτών, τα ιδρύματα επιδιώκουν την εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης, με βάση τις βέλτιστες πρακτικές για τις περιπτώσεις αυτές (Παράρτημα 3).
Στην ανακοίνωσή της η Τράπεζας της Ελλάδος σημειώνει ακόμη πως λεπτομερέστερες - δεσμευτικές - διαδικασίες επίλυσης χρέους μεταξύ πολλών πιστωτών δεν μπορεί εντούτοις να καθορίζονται με απόφαση της ΤτΕ, καθώς είναι δυνατόν να αφορούν και πιστωτές πέραν των τραπεζών (δημόσιο, ασφαλιστικά, ταμεία, προμηθευτές κλπ). Για το λόγο αυτό άλλωστε η Πολιτεία έχει εξαγγείλει σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, ενώ στον Κώδικα προβλέπεται ήδη ότι ο δανειολήπτης θα έχει τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξει μεταξύ της διαδικασίας του Κώδικα ή των προβλεπόμενων στο νόμο εναλλακτικών διαδικασιών ρύθμισης που ο ίδιος κρίνει ως καταλληλότερες γι αυτόν.
Υπενθυμίζεται ότι ο Κώδικας είχε τεθεί σε διαβούλευση με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών και με ενώσεις καταναλωτών. Η ΤτΕ γνωστοποίησε στο Κυβερνητικό Συμβούλιο του Ν. 4224/2013 όσες παρατηρήσεις απαιτούσαν νομοθετική ρύθμιση. Ως αποτέλεσμα, το άρθρο 1 του Ν. 4224/2013 τροποποιήθηκε ήδη με το Ν. 4281/8.8.2014 (ΦΕΚ Α’ 160/8.8.2014), προβλέποντας ότι:
(α) οι οφειλέτες δεν επιβαρύνονται από τους δανειστές με οποιαδήποτε χρέωση σε σχέση με την εφαρμογή του Κώδικα,
(β) ο Κώδικας Δεοντολογίας θα εφαρμόζεται και από τα υποκαταστήματα αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων και από τα χρηματοδοτικά ιδρύματα
(γ) η Τράπεζα της Ελλάδος δεν θα επιλαμβάνεται μεν της επίλυσης των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ δανειστών και οφειλετών από την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας, θα παρακολουθεί όμως και θα ελέγχει τον τρόπο εφαρμογής του, απαιτώντας διορθωτικά μέτρα ή επιβάλλοντας κυρώσεις σε περίπτωση διαπίστωσης αδυναμιών στα συστήματα των τραπεζών και σε περίπτωση συστηματικής μη εφαρμογής του.