Ισχυρή αισιοδοξία για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα προκύπτει μέσα από τις σελίδες χθεσινής έκθεσης της JP Morgan, η οποία επαναδιατυπώνει την εκτίμησή της ότι οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν επενδυτική επιλογή με προοπτική, ενώ παράλληλα ξεκινά και την κάλυψη της μετοχής της Eurobank, για την οποία επίσης διατείνεται ότι αποτελεί ελκυστική τοποθέτηση για τους επενδυτές.
Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Ισχυρή αισιοδοξία για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα προκύπτει μέσα από τις σελίδες χθεσινής έκθεσης της JP Morgan, η οποία επαναδιατυπώνει την εκτίμησή της ότι οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν επενδυτική επιλογή με προοπτική, ενώ παράλληλα ξεκινά και την κάλυψη της μετοχής της Eurobank, για την οποία επίσης διατείνεται ότι αποτελεί ελκυστική τοποθέτηση για τους επενδυτές.
Ο οίκος θεωρεί ότι οι ελληνικές τράπεζες, όπως έχει προκύψει από τους προηγούμενους ελέγχους προσομοίωσης, διαθέτουν ικανοποιητικά «μαξιλάρια» προκειμένου να ανταποκριθούν σε επικείμενες κεφαλαιακές απαιτήσεις τις οποίες θα διαπιστώσουν τα stress tests της ΕΚΤ.
Περιορισμένο το ρίσκο της επερχόμενης δοκιμασίας
Σύμφωνα με την JP Morgan, τα stress tests της BlackRock και η άντληση 8,4 δισ. ευρώ εξασφαλίζουν ότι το ρίσκο να προκύψουν κεφαλαιακές ανάγκες από την επερχόμενη «δοκιμασία» είναι περιορισμένο.
Οπως αναφέρεται, σήμερα οι τράπεζες της Ελλάδας διαπραγματεύονται με discount 26% έναντι των ευρωπαϊκών: 23% έναντι των ισπανικών και των πορτογαλικών πιστωτικών ιδρυμάτων και 40% έναντι των ομίλων της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής (CEEMEA).
Ειδικότερα για τη Eurobank δίνει τιμή-στόχο τα 0,4 ευρώ και διατηρεί ουδέτερη στάση. Στα δε σημεία διαφοροποίησης της τράπεζας έναντι των άλλων ελληνικών τραπεζών, αναφέρει ότι είναι η μόνη περίπτωση που μετά και την αύξηση κεφαλαίου το free float της τράπεζας αυξήθηκε στο 65% και είναι το μεγαλύτερο σε σχέση με τις άλλες τράπεζες, αν και με όρους σταθμισμένης κεφαλαιοποίησης, ως αναφορά στους δείκτες αλλά και στους όγκους συναλλαγών, ακόμη βρίσκεται χαμηλά.
Επίσης, αναφέρει ότι η τράπεζα δεν εξέδωσε warrants από τη στιγμή που δεν υπήρξε ιδιωτική συμμετοχή στην αύξηση, γεγονός το οποίο δεν δημιουργεί δεσμεύσεις σε μετόχους, όπως στις άλλες τράπεζες.
Διαπραγμάτευση των τραπεζών με discount
Ενα ακόμη θετικό στοιχείο για τη Eurobank είναι η επιτυχημένη έξοδος στις αγορές και η υπερκάλυψή της, η οποία θεωρείται ως αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών.
Σχετικά με το σύνολο του τραπεζικού συστήματος, η JP Morgan θεωρεί ότι η διαπραγμάτευση των τραπεζών με discount αντανακλά:
1) την ανησυχία για την πιθανότητα να προκύψουν ανάγκες περαιτέρω κεφαλαιακής ενίσχυσης,
2) το γεγονός πως οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες (εκτός της ΕΤΕ) πιθανότατα δεν θα παραγάγουν κέρδη ή θα έρθουν break-even πριν από το 2015,
3) την απουσία μερισμάτων και
4) το γεγονός ότι σε αυτή τη φάση η αγορά δεν πιστεύει τις εκτιμήσεις για τη μελλοντική κερδοφορία.
Σύμφωνα με την JP Morgan, αυτό το discount θα κλείσει λόγω:
Η ανάλυση προβλέπει ότι τα προ προβλέψεων κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών για το διάστημα 2014-2017 θα ανέλθουν σε 28,4 δισ. ευρώ.
Εξ αυτών, στην Alpha Bank αντιστοιχούν 6,5 δισ. ευρώ, στην Πειραιώς 7,7 δισ. ευρώ, στην ΕΤΕ 9,4 δισ. ευρώ και στη Eurobank 5 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την JP Morgan, οι παραπάνω εκτιμήσεις μπορεί να μην επαληθευτούν αν:
α) οι εξελίξεις δεν επιβεβαιώσουν τις προσδοκίες για την αναδιάρθρωση χρέους,
β) η ύφεση αποδειχθεί μακροβιότερη, με συνέπειες για την ποιότητα του ενεργητικού,
γ) προκύψουν αρνητικά αποτελέσματα από τα stress tests του Οκτωβρίου, τα οποία θα απαιτήσουν περισσότερα κεφάλαια,
δ) υπάρξουν δυσκολίες στην υλοποίηση των συγχωνεύσεων,
ε) αυξηθεί το μερίδιο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Από την άλλη πλευρά, θετικότερα των εκτιμήσεων μπορεί να κινηθούν τα μεγέθη στην περίπτωση που βελτιωθεί ταχύτερα η ποιότητα του ενεργητικού και αυξηθεί το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο.
Μετ’ εμποδίων τα 10 δισ. ευρώ για μικρομεσαίες
Σε προσπάθεια χαλάρωσης των κανόνων για τα επιλέξιμα καλύμματα που μπορούν να διαθέσουν οι ελληνικές τράπεζες ώστε να εξασφαλίσουν φθηνό χρήμα για τη στήριξη κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μέσω του νέου προγράμματος αναχρηματοδότησης (TLTRO) της ΕΚΤ, επιδίδεται, σύμφωνα με πληροφορίες, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα το οποίο είχε ανακοινώσει πρόσφατα ο Μάριο Ντράγκι και το οποίο θα ξεκινήσει το Σεπτέμβριο, οι ιταλικές και ισπανικές τράπεζες θα μπορούν να αντλήσουν φθηνή ρευστότητα για τη χρηματοδότηση της οικονομίας από ένα συνολικό ποσό που θα φτάνει σε πρώτη φάση πάνω από τα 250 δισ. ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία των τραπεζών, οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν έως και 10 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο έτσι κι αλλιώς τις καθιστά λιγότερο ωφελημένες έναντι των άλλων περιφερειακών χωρών. Ο κ. Στουρνάρας είχε αναφερθεί στο ζήτημα αυτό κατά την πρώτη του δημόσια ομιλία μετά την ανάληψη των νέων καθηκόντων του, μιλώντας για την έλλειψη ενεχύρων που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Λόγω της χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως collateral για να λάβει ο κλάδος ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Για το λόγο αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει θέσει ήδη θέμα τροποποιήσεων στην ΕΚΤ και οι συζητήσεις έχουν ξεκινήσει, όμως θα απαιτηθεί χρόνος, καθώς για να καταστεί επιλέξιμο μεγαλύτερο μέρος του χαρτοφυλακίου δανείων των ελληνικών τραπεζών θα πρέπει να υπάρξουν αλλαγές στους υφιστάμενους κανόνες της ΕΚΤ.
Η ΕΚΤ κοινοποίησε το τελικό υπόδειγμα
Αξίζει να σημειωθεί ότι χθες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κοινοποίησε το τελικό υπόδειγμα για τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων από την πανευρωπαϊκή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) στο πλαίσιο της συνολικής αξιολόγησης των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών τραπεζών, ενώ, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής θα γίνουν γνωστά ταυτόχρονα για όλους τους τραπεζικούς ομίλους και μέχρι τότε ουδείς στην αγορά θα είναι σε θέση να γνωρίζει το ελάχιστο για το περιεχόμενό τους.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα δημοσιεύσει μέχρι 12.000 δεδομένα ανά τράπεζα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Στο εν λόγω έγγραφο περιγράφονται λεπτομερώς τα στοιχεία που θα περιλαμβάνονται στην άσκηση.
Ειδικότερα, τα όσα θα ανακοινωθούν -τόσο στο βασικό σενάριο όσο και στο σενάριο δυσμενών εξελίξεων- θα καλύπτουν: τη σύνθεση του κεφαλαίου των τραπεζών, τα σταθμισμένα για τον κίνδυνο στοιχεία ενεργητικού (Risk Weighted Assets - RWAs), τα αποτελέσματα, την έκθεση των τραπεζών στο κρατικό χρέος και τους πιστωτικούς κινδύνους και την τιτλοποίηση.
Τα φετινά stress tests διενεργούνται στο πλαίσιο της συνολικής αξιολόγησης των ισολογισμών και της ανθεκτικότητας των μεγαλύτερων τραπεζών, προτού η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναλάβει τα εποπτικά της καθήκοντα το Νοέμβριο.