Το χρέος των ελληνικών νοικοκυριών στο τετράμηνο αντιπροσωπεύει το 26,7% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Τον Απρίλιο 2004 οι οφειλές για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια ανήλθαν στα 43,6 δισ. ευρώ. Η ΤτΕ εμφανίζεται προβληματισμένη για το ρυθμό εκταμίευσης των καταναλωτικών δανείων, αναφορικά με τους κινδύνους αδυναμίας αποπληρωμής, όταν τα επιτόκια κινηθούν ανοδικά και με δεδομένο ότι επτά στα δέκα δάνεια είναι κυμαινόμενου επιτοκίου.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ των ελληνικών νοικοκυριών στο τετράμηνο αντιπροσωπεύει το 26,7% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Τον Απρίλιο 2004 οι οφειλές για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια ανήλθαν στα 43,6 δισ. ευρώ, ενώ τα συνολικά υπόλοιπα των δανείων αυξήθηκαν σε σχέση με πέρυσι κατά 29,2%, με ρυθμό επιταχυνόμενο από τις αρχές του 2004.
Ο ρυθμός αύξησης των προσωπικών δανείων έφθασε το 53,7% σε σχέση με τον περυσινό Απρίλιο και σε απόλυτους αριθμούς τα υπόλοιπα της συγκεκριμένης κατηγορίας έφθασαν τα 4,86 δισ. ευρώ. Ο αντίστοιχος ρυθμός αύξησης το Φεβρουάριο και το Μάρτιο ήταν 43,2% και 49,4% αντίστοιχα. Υπενθυμίζεται ότι τα προσωπικά δάνεια, χορηγούν οι τράπεζες χωρίς δικαιολογητικά.
Στις πιστωτικές κάρτες ο ρυθμός εκταμίευσης παρουσίασε οριακή συγκράτηση στο 23,5% από 23,9% το Μάρτιο και 24,8% το Φεβρουάριο. Στα δάνεια με δικαιολογητικά καταγράφεται επιτάχυνση 27,2% από 21,4% τον Μάρτιο. Μικρή επιτάχυνση παρουσίασε ο ρυθμός εκταμίευσης των στεγαστικών δανείων στο 25,1% έναντι 24,7% το Μάρτιο.
Οι συνολικές οφειλές επιχειρήσεων και νοικοκυριών στις εμπορικές τράπεζες έφθασαν τα 106,4 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 65% του ΑΕΠ. Τα υπόλοιπα των δανείων των επιχειρήσεων διαμορφώθηκαν στα 62,8 δισ. ευρώ, με μικρή επιβράδυνση του ρυθμού στο 10,2%, έναντι 11,5% το Μάρτιο και 11,1% του Φεβρουαρίου.
Στο σύνολο της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, η πιστωτική επέκταση τον Απρίλιο σημείωσε σημαντική επιτάχυνση στο 7,8% από 4,1% τον προηγούμενο μήνα.
Οσον αφορά στις καταθέσεις, τα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν αύξηση κατά 12,7% στα 111,8 δισ. ευρώ.