Τη διαδικασία που θα ακολουθήσει για την επικοινωνία της με τις τράπεζες και την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της υπό εξέλιξη συνολικής αξιολόγησης των 128 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, παρουσίασε σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Τη διαδικασία που θα ακολουθήσει για την επικοινωνία της με τις τράπεζες και την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της υπό εξέλιξη συνολικής αξιολόγησης των 128 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, παρουσίασε σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Η ΕΚΤ έδωσε στη δημοσιότητα υποδείγματα που δείχνουν πώς θα κοινοποιηθούν τα ευρήματα το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου. Επιπλέον, ενημέρωσε σχετικά με την πρόοδο που έχει επιτευχθεί ως προς τον έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Η συνολική αξιολόγηση είναι μια ενδελεχής εξέταση των ισολογισμών των μεγαλύτερων τραπεζών, η οποία θα ολοκληρωθεί προτού η ΕΚΤ αναλάβει τα εποπτικά της καθήκοντα στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) τον Νοέμβριο του 2014.
Όπως είπε ο Βίτορ Κονστάντσιο, αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, «οι τράπεζες γνωρίζουν τι περιμένουμε και έχουν ειδοποιηθεί εγκαίρως ώστε να προετοιμαστούν για το αποτέλεσμα της συνολικής αξιολόγησης. Έχει ήδη γίνει μεγάλη προσπάθεια για την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και – κάτι που είναι ενθαρρυντικό – η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται.»
«Καθώς ολοκληρώνεται αυτή η δύσκολη και αυστηρή άσκηση, καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να προετοιμάσουμε το έδαφος για μια ομαλή διαδικασία κοινοποίησης των αποτελεσμάτων», δήλωσε η Ντανιέλ Νουί, πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου.
Η ίδια πρόσθεσε πως η ΕΚΤ μεριμνά για τη διαφάνεια στην επικοινωνία της με τις τράπεζες και σκοπεύει να παράσχει όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες στις αγορές και σε λοιπούς συμμετέχοντες όσον αφορά την πρόοδο ως προς τη συνολική αξιολόγηση και την τελική μορφή της διαδικασίας.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, η ΕΚΤ προετοιμάζεται να ενσωματώσει τα ευρήματα του ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, κάτι που δεν είχε συμβεί στις προηγούμενες ευρωπαϊκές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Τα αποτελέσματα του ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού θα χρησιμοποιηθούν για την προσαρμογή του σημείου εκκίνησης της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Η μεθοδολογία ενσωμάτωσης των ευρημάτων θα δημοσιοποιηθεί το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου.
Η ενσωμάτωση θα γίνει εν μέρει από τις τράπεζες, καθώς και από μια κεντρικά διευθυνόμενη ομάδα στην ΕΚΤ. Κατά την αξιολόγηση των στοιχείων που παρέχουν οι ίδιες οι τράπεζες και των αποτελεσμάτων των εσωτερικών υποδειγμάτων τους, οι ομάδες που διευθύνονται από την ΕΚΤ θα τα αντιπαραβάλλουν με δικούς τους υπολογισμούς. Έτσι θα διασφαλιστεί η αξιοπιστία της συνολικής αξιολόγησης. Το ίδιο θα ισχύσει τόσο για τον έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού όσο και για την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Τα αποτελέσματα της συνολικής αξιολόγησης θα δημοσιοποιηθούν το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου, αφού θα έχουν εγκριθεί από την ΕΚΤ.
Οι τράπεζες θα ενημερωθούν για τα πλήρη και οριστικά αποτελέσματα λίγο πριν αυτά κοινοποιηθούν στις αγορές. Πριν από αυτή την τελική κοινοποίηση, η ΕΚΤ και οι εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ) θα συζητήσουν επί μη ολοκληρωμένων και προκαταρκτικών ευρημάτων με κάποιες τράπεζες στο πλαίσιο του αποκαλούμενου «εποπτικού διαλόγου», ο οποίος περιλαμβάνει έλεγχο στοιχείων και δεδομένων, καθώς και συζήτηση επί μεθοδολογικών θεμάτων.
Η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της συνολικής αξιολόγησης θα βασιστεί σε τυποποιημένα υποδείγματα. Αυτά περιλαμβάνουν ευρήματα κατά τράπεζα, καθώς και συνολική αναφορά των πλήρων αποτελεσμάτων της άσκησης για τις 128 τράπεζες. Τα υποδείγματα για τις επιμέρους τράπεζες θα περιλαμβάνουν σύνοψη των βασικών χρηματοπιστωτικών τους δεδομένων, αναλυτικά αποτελέσματα του ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, καθώς και σημαντικές πρόσθετες πληροφορίες όπως εκδόσεις στις αγορές κεφαλαίου που έχουν ήδη ξεκινήσει εντός του 2014.
Τον Νοέμβριο οι τράπεζες θα υποβάλουν τα σχέδια κεφαλαιακής τους ενίσχυσης στον ΕΕΜ. Τα σχέδια αυτά θα αξιολογηθούν από τις μικτές εποπτικές ομάδες του ΕΕΜ, οι οποίες απαρτίζονται από εποπτικό προσωπικό της ΕΚΤ και των ΕΑΑ, ενώ η εφαρμογή τους θα παρακολουθείται στενά στη συνέχεια.