Στον απόηχο της επίσκεψης του πρωθυπουργού της Κίνας στην Ελλάδα, καθώς και των άλλων επισκέψεων ανώτατων πολιτειακών παραγόντων από το Κουβέιτ και το Αζερμπαϊτζάν που προηγήθηκαν, το θέμα της πραγματοποίησης μεγάλων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα ανεβαίνει στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και του ενδιαφέροντος.
Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Στον απόηχο της επίσκεψης του πρωθυπουργού της Κίνας στην Ελλάδα, καθώς και των άλλων επισκέψεων ανώτατων πολιτειακών παραγόντων από το Κουβέιτ και το Αζερμπαϊτζάν που προηγήθηκαν, το θέμα της πραγματοποίησης μεγάλων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα ανεβαίνει στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και του ενδιαφέροντος. Και αυτό όχι επειδή έφυγε ποτέ από αυτή τη θέση, αλλά γιατί επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά ότι, όπως συμβαίνει σε πολλά άλλα θέματα κορυφαίας σημασίας, η υποκειμενική, κομματική προσέγγιση είναι εκείνη που υπερισχύει της ορθολογικής και εθνικής, αφήνοντας τελικά για άλλη μια φορά σε όλους τη γεύση της απώλειας ευκαιριών που έχουν θυσιαστεί στο βωμό της σκοπιμότητας.
Επί σειρά ημερών ήταν εμφανής η προσπάθεια της κυβέρνησης να πείσει για τα πεπραγμένα των ημερών της μεταδίδοντας την εικόνα της μετατροπής της χώρας σε επενδυτικό παράδεισο δημιουργικής κορύφωσης, κάτι το οποίο ευχόμαστε, αλλά δεν το βλέπουμε να συμβαίνει ακόμη. Στον αντίποδα η αντιπολίτευση, που φιλοδοξεί σύντομα να κυβερνήσει, επανέφερε το κλασικό δόγμα «αγαπάμε τις επενδύσεις αλλά μισούμε τους επενδυτές» και φρόντισε να διαμοιράσει τη δική της εικόνα μιας χώρας η οποία είναι έρμαιο ξένων συμφερόντων, έτοιμη να ξεπουλήσει όλο της το ανθρώπινο, ηθικό και υλικό δυναμικό αντί ευτελούς αντιτίμου.
Η απομίμηση της πραγματικότητας ουδέποτε απέφερε τίποτα περισσότερο από στρεβλωμένες απόψεις για το τι πρέπει να γίνει και το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Το να προσπαθούμε να πιστέψουμε ότι η χώρα γίνεται, μάλλον εύκολα, μεγάλος επενδυτικός προορισμός, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό σε ανάπτυξη και θέσεις εργασίας, μπορεί να προσφέρει μόνο βραχυπρόθεσμη ευφορία και μακροπρόθεσμη απογοήτευση μαζί με μια θολή εικόνα του τι θα μπορούσε να προσφέρει η πραγματική αύξηση του ξένου επενδυτικού ενδιαφέροντος. Ταυτόχρονα το να επιθυμούμε να χτίζουμε εκλογικές πλειοψηφίες πάνω στα υποτιθέμενα ερείπια και να πυροβολούμε αδιάκριτα κάθε προσπάθεια ανάπτυξης ξένων επενδύσεων δεν επιτυγχάνει τίποτα περισσότερο από το να δημιουργεί οργισμένους με τα πάντα ψηφοφόρους και να διώχνει την όποια προσπάθεια ανάπτυξης θα μπορούσε να στηριχθεί σε αυτό το πεδίο.
Προφανώς η σημερινή επενδυτική εικόνα της χώρας στο εξωτερικό είναι καλύτερη από αυτή που υπήρχε πριν από τέσσερα χρόνια, αλλά όχι αυτή που θα έπρεπε να είναι από πλευράς αποτελεσματικότητας και θεσμικής - διοικητικής οργάνωσης στην υποδοχή και τον έλεγχο των επενδύσεων. Ομως η κυβέρνηση αρνείται να ομολογήσει ότι πολλά θα μπορούσαν να είχαν γίνει πολύ καλύτερα και να είχαμε επιτύχει περισσότερα σήμερα, ενώ η αντιπολίτευση αρνείται να αποδεχθεί ότι πράγματι υπάρχουν βελτιώσεις και να προτείνει την ταχύτερη ανάκαμψη της χώρας από εδώ και στο εξής αντί της εκ του μηδενός προσπάθειας. Οι θαυμαστές του μέτρου είναι μάλλον καταδικασμένοι...
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]