Τη μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), για τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί μείωση κατά 25% των διοικητικών βαρών σε 13 τομείς της ελληνικής οικονομίας, παρουσίασε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κυριάκος Μητσοτάκης, από κοινού με στελέχη του ΟΟΣΑ.
Τη μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), για τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί μείωση κατά 25% των διοικητικών βαρών σε 13 τομείς της ελληνικής οικονομίας, παρουσίασε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κυριάκος Μητσοτάκης, από κοινού με στελέχη του ΟΟΣΑ.
Η παρουσίαση της μελέτης πραγματοποιήθηκε παρουσία των κ. Μητσοτάκη, των στελεχών του ΟΟΣΑ κ. Luiz De Mello και Daniel Trinka, καθώς και η υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Εύη Χριστοφιλοπούλου.
Όπως τόνισε σε δηλώσεις του ο κ. Μητσοτάκης η συγκεκριμένη μελέτη «δεν έγκειται μόνο σε μία μεμονωμένη ή χρονικά περιορισμένη άσκηση διοικητικών βαρών. Έγκειται ακριβώς στην εμπέδωση μιας κουλτούρας απλούστευσης και μείωσης διοικητικών βαρών, η οποία πρέπει να συνοδεύει από εδώ και στο εξής τη δημόσια διοίκηση και εύχομαι πραγματικά τα στελέχη, όλα τα στελέχη τα οποία δούλεψαν και συνεισέφεραν σε αυτή τη προσπάθεια, αυτή τη κουλτούρα, αυτή τη μεθοδολογία να την εφαρμόσουν από εδώ και στο εξής, ώστε αυτή η άσκηση μείωσης διοικητικών βαρών να μην είναι μία χρονικά περιορισμένη άσκηση, αλλά μία άσκηση η οποία θα ενσωματωθεί σε πρακτικές καλής νομοθέτησης και καλής ρυθμιστικής εφαρμογής κανόνων που θα συνοδεύει από εδώ και στο εξής τη δημόσια διοίκηση».
Ο κ. Μητσοτάκης ευχαρίστησε τους προκατόχους του στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης «οι οποίοι συνέλαβαν την ανάγκη αυτού του έργου, οι οποίοι υπέγραψαν ένα έργο το οποίο εμείς κληθήκαμε να υλοποιήσουμε και να ολοκληρώσουμε», όπως τόνισε. Ευχαρίστησε επίσης τα στελέχη της δημόσιας διοίκησης που εργάστηκαν για την εκπόνηση της μελέτης, αλλά και τους κοινωνικούς εταίρους για τη συνεισφορά τους στην εργασία.
Σε ό,τι αφορά τους βασικούς στόχους της συγκεκριμένης μελέτης είναι οι ακόλουθοι: