Σε διευκρινίσεις σχετικά με εκκρεμή αντιδικία με το ελληνικό Δημόσιο προέβη η εταιρεία ΑΓΕΤ Ηρακλής.
Σε διευκρινίσεις σχετικά με εκκρεμή αντιδικία με το ελληνικό Δημόσιο προέβη η εταιρεία ΑΓΕΤ Ηρακλής.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, το 1999, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε το 1986 στην εταιρεία ήταν κατά ένα μέρος παράνομη και έδωσε εντολή στο ελληνικό Δημόσιο να ανακτήσει από την εταιρεία το ποσό των 7,3 εκατ. ευρώ πλέον τόκων.
Δυνάμει μεταγενέστερης επιστολής το 1999, η Ε.Ε. προσδιόρισε ένα ποσό που υπολογίστηκε επί τη βάσει ανατοκισμού με ποσοστό 18%. Το 2000, η εταιρεία κατέβαλε το συνολικό ποσό (74 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ανατοκισμού) και άσκησε ανακοπή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (ΔΠΑ).
Το 2001, το ΔΠΑ έκρινε ότι καθώς η απόφαση της Ε.Ε. δεν περιείχε μνεία για ανατοκισμό, οι ελληνικές αρχές δεν μπορούσαν να προχωρήσουν στην αναγκαστική είσπραξη του ποσού συμπεριλαμβάνοντας ανατοκισμό, και περιόρισαν το προς ανάκτηση ποσό σε 25,6 εκατ. ευρώ (που αντιστοιχούσε σε ποσό υπολογισμένο με απλό τόκο).
Το 2005, κατόπιν επικύρωσης της απόφασης του ΔΠΑ κατ' έφεση, οι ελληνικές αρχές επέστρεψαν στην εταιρεία 44 εκατ. ευρώ. Τα μέρη άσκησαν αναιρέσεις ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Αρκετά χρόνια αργότερα, το 2012, το ΣτΕ ανέπεμψε την υπόθεση για την έκδοση νέας κατ' έφεση απόφασης επί της ουσίας της διαφοράς σχετικά με το ποσό των 44 εκατ. ευρώ που είχε επιστραφεί στην εταιρεία.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή της η ΑΓΕΤ Ηρακλής, κατόπιν εκδίκασης της υπόθεσης που έλαβε χώρα στις 13 Φεβρουαρίου 2014, η εταιρεία έλαβε γνώση της νέας κατ' έφεση απόφασης που μόλις εκδόθηκε, η οποία εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση του 2001, βάσει της οποίας οι ελληνικές αρχές είχαν επιστρέψει στην εταιρεία 44 εκατ. ευρώ. Η νέα κατ' έφεση απόφαση δεν έχει ακόμη κοινοποιηθεί στην εταιρεία.
Σημειώνεται ότι καμία σχετική πρόβλεψη δεν έχει μέχρι τούδε εγγραφεί στα βιβλία της εταιρείας, λόγω της προσηκόντως σχηματισθείσας πεποίθησης της Εταιρείας ότι η τελική έκβαση αυτής της αντιδικίας θα είναι θετική, κατόπιν σχετικής γνωμοδοτήσεως των νομικών της συμβούλων.
H εταιρεία τονίζει στην ανακοίνωσή της πως θα στραφεί σθεναρά εναντίον της πρόσφατης κατ' έφεση απόφασης ασκώντας αναίρεση ενώπιον του ΣτΕ, εξετάζοντας και άλλες ενέργειες εναντίον της πιθανής εκτέλεσης της αποφάσεως.
Σημειώνει δε πως σε περίπτωση που η κατ' έφεση απόφαση όντως εκτελεστεί στο μέλλον κατά της εταιρείας ενόσω η υπόθεση θα εκκρεμεί ενώπιον του ΣτΕ, η εταιρεία φρονεί ότι δεν θα υπάρξει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στην οικονομική της θέση.